Πέμπτη 13 Απριλίου 2017

Γεωμορφολογικό περιβάλλον της Κωπαΐδας


Πριν από δέκα εκατομμύρια χρόνια, στην Πλειοκαινικού περίοδο, ένα τεκτονικό βύθισμα δημιούργησε το λεκανοπέδιο της Κωπαΐδας, το οποίο  αποτελεί τμήμα του Φωκικού – Βοιωτικού λεκανοπεδίου, με διεύθυνση από Δυτικά – Βορειοδυτικά προς Ανατολικά – Νοτιοανατολικά.  Αρχίζει από την περιοχή της Γραβιάς, με 300 μ. υψόμετρο, συνεχίζει διερχόμενο κλιμακωτά από την Τιθορέα, με υψόμετρο 150 μ., τη Χαιρώνεια, με υψόμετρο 100μ., την Κωπαΐδα, με 94 μ. και καταλήγει στις λίμνες Υλίκη, με 79,80 μ. και στην Παραλίμνη, με 51,20 μ. υψόμετρο από την επιφάνεια της θάλασσας.

 Από αυτό το ενιαίο τεκτονικό βύθισμα, πριν εκατομμύρια χρόνια, αποκόπηκε λόγω συνεχών καταβυθίσεων η λεκάνη της Κωπαΐδας και οι λίμνες Υλίκη και Παραλίμνη.  Η λεκάνη της Κωπαΐδας καλύπτει έκταση 600 Km και αναπτύσσεται με υψόμετρο από 94 μ. μέχρι τα 152 μ. Στο υψόμετρο 94 έως 100μ. είχε σχηματιστεί η ομώνυμη λίμνη, η οποία ήταν ρηχή και καταλάμβανε έκταση 220 τετραγ. Km.

Στην άλλοτε λίμνη της Κωπαΐδας, στο σημερινό Κωπαϊδικό πεδίο, Βορειοδυτική και Νότια – Νοτιανατολικά πλευρά της υπάρχουν πολλές καταβόθρες, και σπήλαια με σταλακτίτες και σταλαγμίτες. Αυτό συμβαίνει γιατί ο  ασβεστόλιθος, με την επίδραση του διοξειδίου του άνθρακα της ατμόσφαιρας και τον σχηματισμό του ανθρακικού  του οξέως, σε συνδυασμό με το νερό, αποσαθρώνει χημικά και σχηματίζει κενά, δηλαδή μεγάλες τρύπες. Το δάπεδό της  είναι σχεδόν επίπεδο, διακοπτόμενο από Humi, δηλαδή μικρούς ασβεστολιθικούς λοφίσκους, π.χ. το σημερινό χωριό Κάστρο με ύψος 120 μ., το Στροβίκι, το Κάστρο Γλα  κ.α.

Στις βόρειες και βορειοανατολικές παρυφές της πρώην λίμνης παρατηρούνται πάνω από εβδομήντα καρστικά έγκοιλα του τύπου πολυειδούς καταβόθρας και σπηλαιοκαταβόθρες, που λειτουργούν ως ρουφήχτρες νερών κατά την περίοδο των βροχοπτώσεων. Όλες οι εν λόγω  καταβόθρες σήμερα είναι ανενεργές.  Μέσω αυτών των καταβοθρών η αποστράγγιση της λίμνης γινόταν προς τέσσερεις κατευθύνσεις.

1. Καταβόθρες νοτιανατολικών άκρων της Κωπαΐδας προς Υλίκη.

2. Καταβόθρες περί τη διώρυγα Καρδίτσας με κατάληξη των νερών στον όρμο Σκορπονερίου  του Ευβοϊκού κόλπου.

3. Καταβόθρες βορειοανατολικού άκρου της Κωπαΐδας προς τον κόλπο της Λάρυμνας.

4. Καταβόθρες κοντά στη περιοχή  Στροβικίου προς το κάμπο της Αταλάντης.

Καταβόθρες υπάρχουν και στο λόφο του Γλα, ΒΔ της Κωπαΐδας, ο ποίος βρισκόταν στα 500 έως 1500 μ. από τις άκρες της πρώην λίμνης, με ύψος 132 μ. και έκταση 340.000 τετρ. μ. 

 Οι καταβόθρες αυτές υπήρχαν από αρχαιοτάτων χρόνων οι περισσότερες από αυτές είναι κλειστές από φερτά υλικά, που μετέφερε το νερό για χιλιάδες χρόνια στο εσωτερικό τους. Σήμερα προσβάσιμες σε αρκετό μεγάλο μήκος  είναι οι εξής έξι : τρεις στο Μεγάλο Κόκκινο και άλλες τρεις στην Αλίαρτο και στον Ορχομενό.

Σύμφωνα με τον σπηλαιολόγο κ. Λελούδα τόσο στο εξωτερικό τους όσο κι στο εσωτερικό τους έχουν εμφανή σημάδια τοιχοποιίας και αντιστήριξης, ενέργειες που είχαν κάνει οι Μινύες και οι οποίες είναι καταπληκτικής κατασκευής και διατηρούνται μέχρι σήμερα σε εξαιρετική κατάσταση.

Άλλη μεγάλη καταβόθρα, προσβάσιμη στο εσωτερικό της, βρίσκεται κοντά στην Αλίαρτο και έχει μήκος 2 Xμ. Και αυτή η καταβόθρα, σε αρκετό μήκος από την είσοδο, είναι διευθετημένη με τοιχοποιία και σήμερα, βεβαίως, δεν δέχεται καθόλου νερά. Έχει ένα καταπληκτικό εσωτερικό διάκοσμο, με σταλακτίτες πολύ εύθραυστους, που της χαρίζει μια σπουδαία ομορφιά, αλλά στο δάπεδό της φέρει ποσότητες λάσπης, προϊόν έντονης σταγονορροής.   Δίπλα από τη μεγάλη καταβόθρα υπάρχουν τρεις σχεδόν συνεχόμενες  καταβόθρες στην ίδια ευθεία το λόφου, όπως προφανώς ήταν η όχθη της λίμνης.

Στο βαθύτερο σημείο της καταβόθρας υπάρχουν δυο μικρές πανέμορφες λιμνούλες με κρυστάλλινο διαυγές νερό, βάθους 1έως 2μ. διαστάσεων 5Χ8 μ. περίπου η καθεμιά. Μεταξύ τους χωρίζονται με μια εκπληκτική σταλακτική κουρτίνα.




Η Κωπαΐδα αρχικά ήταν μια διαβρωμένη κοιλάδα, που διαρρεόταν από τον Βοιωτικό Κηφισό και τους παραποτάμους του. Αργότερα, προκλήθηκαν ρήγματα διαφόρων διευθύνσεων, που τη διέρρηξαν σε τεμάχια. Μερικά από αυτά τα τεμάχια κατακρημνίστηκαν, ο πυθμένας της κοιλάδας καταβυθίστηκε και η έξοδος προς τη θάλασσα αποκλείστηκε, με αποτέλεσμα η συσσώρευσή τους να μετατραπεί σε λίμνη.

Κατά την περίοδο που οι πάγοι έλιωναν,(περίπου πριν 11.500 χρόνια πριν από σήμερα) ανεβαίνει η στάθμη των υδάτων της γης. Οι έντονες βροχοπτώσεις, που ήρθαν μετά το λιώσιμο των πάγων, ήρθαν να προσθέσουν νερό  στο λεκανοπέδιο. Η λίμνη γύρω γύρω είχε όρη από ασβεστολιθικά πετρώματα, τα οποία διερράγησαν εξαιτίας των σεισμών. Από αυτές τις ρωγμές τα νερά διοχετεύονταν υπογείως και, ή εξαφανίζονταν στα έγκατα της γης ή ανέβλυζαν σε χαμηλότερα σημεία ως πηγές. Ορισμένα από τα υπόγεια ύδατα συγκοινωνούσαν με τις λίμνες Υλίκη και Παραλίμνη, ενώ ένα άλλο μέρος διοχετευόταν στον κόλπο της Λάρυμνας του Ευβοϊκού.

Το χειμώνα οι έντονες βροχοπτώσεις και την άνοιξη το λιώσιμο των χιονιών προκαλούσαν υπερχείλιση της λίμνης, ανεβάζοντας τη στάθμη του νερού από 3 μέχρι 6 μέτρα. Το καλοκαίρι τα νερά έφευγαν δια μέσου των φυσικών ρωγμών και καταβοθρών που τις βλέπουμε και σήμερα στα ασβεστολιθικά παράλια της Κωπαΐδας. Επειδή η υπόγειος διαρροή των υδάτων γινόταν σε σημεία υψηλότερα του επιπέδου της λεκανοπεδίου, εκεί όπου βρίσκονταν οι καταβόθρες και οι ρωγμές, το καλοκαίρι η Κωπαΐδα έπαιρνε όψη ρηχού τέλματος. Η λίμνη ήταν ονομαστή για τα εξαίρετα αυλικά καλάμια που φύτρωναν στις όχθες της, για τα σχοινιά με τα οποία έφτιαχναν τα «αλιάρτια σχοινιά», μα προπαντός για τα ψάρια της και τα νοστιμότατα χέλια της.

 Οι κάτοικοι της περιοχής έβοσκαν τα πρόβατά τους στις πλαγιές των βουνών γύρω από τη λίμνη, κυνηγούσαν μέσα στις καλαμιές τα θηράματα, ψάρευαν στα έλη χέλια και ποταμόψαρα ή καλλιεργούσαν τις παραλίμνιες γόνιμες εκτάσεις. Ήσαν άνθρωποι που ζούσαν  ημινομαδικώς, όντας οι ίδιοι κυνηγοί, γεωργοί, αλιείς και ποιμένες.  Καλλιεργούσαν τη γη, ανάλογα με τις  εποχές μετακινούσαν τα ποίμνια, αλίευαν και  θήρευαν. Λίγες πληροφορίες υπάρχουν γι’ αυτούς τους ανθρώπους που έζησαν αυτή  την εποχή. Βρέθηκαν λίγα πρωτόγονα εργαλεία, θραύσματα σπασμένων πήλινων δοχείων και μερικά θεμέλια κατοικιών

Σε σπήλαιο της Αλιάρτου εντοπίστηκαν ευρήματα αναγόμενα στο 12.000 π.Χ. Στο σπήλαιο του Σαρακηνού, στο Ακραίφνιοη κατοίκηση του, σύμφωνα με τον αρχαιολόγο Αδαμάντιο Σάμψων  αρχίζει περίπου από το 14.000 π.Χ. Η  κατοίκηση του σπηλαίου είναι έντονη και αποδεικνύεται από τα άφθονα κεραμικά καθώς και ειδώλια που ήρθαν στο φώς.

Η λίμνη από τους αρχαίους συγγραφείς αναφέρεται με διάφορα ονομασίες. Ο Όμηρος την αποκαλεί Κηφησίδα λίμνη επειδή δεχόταν τα νερά του Κηφισού ποταμού. Άλλοι την αναφέρουν ως Ορχομενία ή Αλιαρτίς, Ογχηστίς, Ελευσίς, Ακραιφνίς από τα ονόματα των παρακείμενων πόλεων. Τελικά επικράτησε το όνομα Κωπαΐς, γιατί τα νερά της στο βόρειο άκρο της λίμνης ήταν πολύ βαθιά και εκεί βρισκόταν η αρχαία πόλη Κώπαι (νυν Κάστρο). Οι κάτοικοι των Κωπών κωπηλατούσαν με πλεούμενα στα νερά της, ως ανάμνηση της κωπηλασίας διατηρήθηκαν οι ονομασίες Κώπαι και Κωπαΐς.  Ο περιηγητής Παυσανίας τον 2ο αι. μ.Χ. είχε ταξιδέψει με ένα πλεούμενο στην Κωπαΐδα.
Τα νερά της λίμνης ενισχύονταν από τα νερά ποταμών, μικρών ή μεγάλων, που κατέληγαν σε αυτή. Μερικοί από αυτούς είναι:

Ο Κηφισός ποταμός, είναι ο μεγαλύτερος ποταμός της Στερεάς Ελλάδας που πηγάζει από τους βορειοανατολικούς πρόποδες του Παρνασσού, στην αρχαιότητα ενωνόταν με τον ποταμό Μέλανα, πλησίον της προϊστορικής ακρόπολης του Ορχομενού.

Οι 69 καρστικές πηγές του Μέλανα αναβλύζουν από το όρος Ακόντιο, τρία χιλιόμετρα βορειοδυτικά του Ορχομενού, στην ειδυλλιακή τοποθεσία «Πηγές των Χαρίτων». Η περιοχή είναι ένας πραγματικός νεραϊδότοπος, χώρος αναψυχής με καταπράσινη βλάστηση και τρεχούμενα νερά ακόμη και το καλοκαίρι. Σήμερα εκεί στις πηγές υπάρχουν  εκτροφεία πέστροφας. Σημαντικό ποτάμι που χυνόταν στην λίμνη Κωπαΐδα ήταν και η Έρκυνα. Οι πηγές του βρίσκονται στο επιβλητικό και γοητευτικό φαράγγι της Λιβαδειάς, εκεί που υπήρχε κατά την αρχαιότητα το φημισμένο το μαντείο του Τροφώνιο Διός. Οι πηγές της Χλίας και της Κρύας τροφοδοτούν την Έρκυνα με τα κρυστάλλινα νερά της που διασχίζουν ένα τοπίο από αιωνόβιους πλατάνους και υδρόμυλους. Οι εκβολές του ποταμού Έρκυνα ήταν στα δυτικά παράλια της λίμνης,

Από τον Ελικώνα πηγάζει και ο ποταμός Φάλαρος ή Κοράλιος, που διασχίζει την Κοιλάδα των Μουσών και χυνόταν τότε στην Κωπαϊδα. Άλλο ποτάμι που χυνόταν στην Κωπαΐδα ήταν ο Τρίτων.

Γύρω στο 1750 π.Χ. εξαιτίας ακραίων φυσικών φαινομένων οι παραλίμνιες πολίχνες της Κωπαΐδας Αθήναι- πλησίον του Τρίτωνα ποταμού-  Ελευσίς - πλησίον των Αλαλκομενών –Άρνη - παρά την Κορώνεια- καταποντίστηκαν.  
 Οι πολίχνες Αθήναι και Ελευσίς λέγεται ότι ιδρύθηκαν προς τιμήν του βασιλέως Κέκροπος. Ο Κέκροπας λατρευόταν στα Μέγαρα, τη Βοιωτία, τον Αλίαρτο, την Εύβοια, τη Θράκη και τη Σαλαμίνα της Κύπρου. Θεωρείται ο ιδρυτής της λατρείας του Δία Υπάτου και της Πολιάδας Αθηνάς.

Οι φωτ. είναι από το άλμπουμ  του Αντ. Μαζαράκη " ΚΩΠΑΪΔΑ"
Βιβλιογραφία: Μαζαράκης " Κωπαίδα"
 Τότα – Τσάκου- Κονβερτίνο " Ο Ορχομενός και η ιστορία του" 
Διαδίκτυο 
Περιοδικό "Ελληνικό Πανόραμα "τεύχος 16- 'Ανοιξη 2000
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου