Δευτέρα 26 Μαρτίου 2018

Αρχαίοι θεοί και θεές που πέθαναν και αναστήθηκαν στον αρχαίο κόσμο

Ο πρωτόγονος άνθρωπος βρέθηκε μπροστά σε δυο πραγματικότητες απέναντι στις οποίες ένιωσε αδύναμος βιολογικά. Αυτές ήταν το φυσικό περιβάλλον και ο Θάνατος. Ως προς το φυσικό περιβάλλον ένιωσε άμεσα εξαρτημένος, αφού αυτό αποτελούσε πηγή της βιολογικής του συντήρησης και επιβίωσης. Απέναντι στις φυσικές δυνάμεις (βροχή, σεισμός, εναλλαγή εποχών…) ήταν άοπλος και εκτεθειμένος στη μη προβλεψιμότητά τους.  Θεοποίησε τις φυσικές δυνάμεις ως μια μορφή άμυνας απέναντι στη «δύναμή» τους.

Έτσι η φύση δεν άργησε να αποτελέσει αντικείμενο λατρείας μέσα από τη δημιουργία της θρησκείας και των διαφόρων θεοτήτων που αντιπροσώπευαν βασικές εκφράσεις του φυσικού περιβάλλοντος αλλά και των ανθρώπινων αναγκών. Η Δήμητρα, η Άρτεμις, ο Διόνυσος, οι Νύμφες, οι Ναϊάδες, οι Ορεστιάδες, οι Δρυάδες και οι Νηρηίδες αποτελούσαν αντικείμενο λατρείας και θεοποίησης. Όλες αυτές οι θεότητες δεν ήταν κάτι απόκοσμο αλλά στοιχείο της καθημερινότητας των ανθρώπων.

Μέσα από τη θεοποίηση των φυσικών δυνάμεων ο άνθρωπος συμφιλιώθηκε και με την ιδέα του θανάτου προσδίδοντας στους ανθρωπόμορφους θεούς του το στοιχείο της αθανασίας. Οι θεοί πάσχουν, υποφέρουν, πονούν αλλά δεν πεθαίνουν. Κι αν αυτό συμβεί, είναι προσωρινό γιατί πάντα ακολουθεί η ανάστασή τους. Επομένως το σχήμα Ζωή – Θάνατος – Ανάσταση είναι κοινός τόπος όχι μόνο της Ελληνικής μυθολογίας – θρησκείας αλλά και πολλών άλλων θρησκειών.

Την Άνοιξη, διάφορες περιοχές στην Αρχαία Ελλάδα, εόρταζαν τον θάνατο και την Ανάσταση.

Το εορτολόγιο στην Αρχαία Ελλάδα ήταν πάμπλουτο. Οι σημαντικότερες εορτές των Αρχαίων Ελλήνων λάμβαναν χώρα στις ισημερίες και στα ηλιοστάσια (τροπή του ήλιου).

Οι πρόγονοί μας παρατήρησαν ότι τον χειμώνα η γη δεν καρποφορεί. Ενώ όταν ερχόταν η Άνοιξη η φύση άλλαζε. Η γη άνθιζε και καρποφορούσε. Έτσι θεσπίστηκαν οι πρώτες εορτές αφιερωμένες στην Μητέρα Γη. Εόρταζαν τόσο τον θάνατό της τον χειμώνα και την ανάστασή της την Άνοιξη. Αργότερα την Μητέρα Γη εκπροσώπησαν αρκετοί θεοί.

Στην Αθήνα λοιπόν εόρταζαν τον θάνατο και την ανάσταση του Άδωνη. Ο συμβολισμός των μυστηρίων είχε σχέση με την βλάστηση και την καρποφορία της Γης.  

Βλέπε « ο θάνατος και η ανάσταση του Άδωνη»:

Ο δεύτερος εορτασμός του Διονύσου είναι εκείνος όπου κατασπαράζεται από τους Τιτάνες. Συγκεκριμένα στα Ορφικά μυστήρια κατά την εαρινή ισημερία ο Διόνυσος ο Ζαγρέας (τιτανική φύση) πεθαίνει με οδυνηρό θάνατο αφού κατασπαράζεται από τους Τιτάνες. Η θεά Αθηνά όμως σώζει την καρδιά του, την πηγαίνει στον Δία και εκείνος μεταμορφώνει τον Διόνυσο τον ΆνθιοΕλευθερέαΛυσία, ο οποίος επιστρέφει στην γη για να διδάξει στους ανθρώπους πώς να απελευθερώσουν την ψυχή τους από τα δεσμά της ύλης.


Βλέπε « θεός Διόνυσος:


Αλλά και στην περσική θρησκεία, ο Ζωροάστρης πέθανε και αναστήθηκε:
«Ο Πλάτωνας αναφέρει ότι αυτός ο Ζωροάστρης, δώδεκα μέρες μετά τον θάνατο του, όταν είχε ήδη τοποθετηθεί πάνω στην πυρά, ξαναγύρισε στην ζωή…»



Ο θεός Οντίν των Βίκινγκς 


Ο θεός Οντίν,  πατέρας όλων των θεών των Βίκινγκ, μια συναρπαστική και πολύπλευρη φιγούρα που λειτουργούσε ως σαμάνος θεραπευτής όταν δεν ήταν θεός του πολέμου, της μάχης, του θανάτου, αλλά και της ποίησης, της μουσικής, της προφητείας και της μαγείας, κατέβαινε στο πεδίο της μάχης πάνω στο άλογό του με τα οκτώ πόδια, έχοντας τα κοράκια Σκέψη και Μνήμη πάντα στους ώμους του. Το μάτι δεν ήταν όμως το μόνο που θυσίασε ο Όντιν στην οδύσσειά του για την απόλυτη γνώση και το δώρο της προφητείας, καθώς σύντομα θα ακολουθούσε και η ίδια του η ζωή.

Σύμφωνα με την ισλανδική μυθολογία, ο Όντιν κρεμάστηκε πάνω στο Δέντρο της Ζωής (όπου και παρέμεινε για εννιά μέρες) και τρυπήθηκε στα πλευρά με λόγχη ώστε να αποκτήσει για λογαριασμό θεών και ανθρώπων τη γνώση των ρούνων και του κόσμου των νεκρών, αλλά και την ικανότητα να προφητεύει το μέλλον. Μετά την αυτοθυσία του, ο Όντιν επέστρεψε στον κόσμο των ανθρώπων πιο δυνατός από ποτέ…


Ταμούζ, θεός των Σουμερίων 


Η αρχαία σημιτική θεότητα της ευφορίας και της βλάστησης ήταν ένας θεός των Σουμερίων η λατρεία του οποίου γενικεύτηκε στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου και περιλήφθηκε στο πάνθεο των Ασσύριων και των Βαβυλώνιων. Ο Ταμούζ ξεκίνησε μάλιστα τη θεϊκή του καριέρα ως κοινός θνητός, αν και βασιλιάς. Τον επέλεξε κάποια στιγμή ως αντικείμενο έρωτα η θεά Ιστάρ και από δω ξεκινούν οι περιπέτειές του.

Γιατί, σύμφωνα με το Έπος του Γκιλγκαμές, ό,τι κι αν αγαπούσε η Ιστάρ (η βαβυλωνιακή εκδοχή της  Αστάρτη), κατέληγε χωρίς πνοή μέσα του και ο Ταμούζ δεν αποτέλεσε εξαίρεση, κι έτσι βρέθηκε πριν καλά-καλά το καταλάβει στον κόσμο των νεκρών. Η Ιστάρ  μαλάκωσε όμως στις αντιδράσεις της και πήγε να τον σώσει από το βασίλειο του σκότους. Κι έτσι τον επανέφερε στη ζωή και τον έκανε θεό, αν και όχι μια φορά, αλλά πολλές, σε έναν αδιάκοπο κύκλο θανάτου και ανάστασης. Κάθε χρόνο, ο Ταμούζ πέθαινε και η Μέση Ανατολή βυθιζόταν στον καύσωνα και την ξηρασία.

Ο θεός των Αιγυπτίων Όσιρις  
 


Το αβάστακτο πένθος της θεάς Ίσιδας για τον φόνο του αγαπημένου της αδελφού και συντρόφου, του Οσίριδος, που τον είχε κατακρεουργήσει ο θεός της σκιάς Σετ (ή Σεθ), σταματά όταν βρίσκει και συναρμολογεί όλα τα διαμελισμένα κομμάτια του, δίνοντάς του ξανά τη ζωή.





Ο Κρίσνα ινδουιστών


Η σημαντικότατη ινδουιστική θεότητα, η ίδια η μετενσάρκωση του σπουδαίου Βισνού ή το υπέρτατο ον των ινδουιστών, δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις.Σύμφωνα με το άλλο ιερό κείμενο της θρησκείας, το έπος Μαχαμπαράτα, η ανθρώπινη ενσάρκωση του Βισνού σε Κρίσνα (που απεικονίζεται συνήθως ως παιδί που παίζει φλάουτο ή νεαρός πρίγκιπας) του έδινε τη δυνατότητα να καταλαβαίνει καλύτερα την ανθρώπινη φύση και να αλληλεπιδρά με τους πιστούς.

Έπειτα από πάμπολλες περιπέτειες, πολέμους και εξερευνητικές αποστολές στις εσχατιές του σύμπαντος, ο Κρίσνα πήγε σε μια θρησκευτική γιορτή και από τις διαμάχες που ξέσπασαν εκεί αναγκάστηκε να αποσυρθεί σε ένα δάσος για διαλογισμό. Την ώρα λοιπόν που συλλογιζόταν στην πλατιά σκιά ενός δέντρου, ένας κυνηγός τον μπέρδεψε με ελάφι και τον τραυμάτισε θανάσιμα με το βέλος του. Ο Κρίσνα πέθανε και το σώμα του κάηκε τελετουργικά, αν και όντας θεός ήταν μόνο η ανθρώπινη φύση του που άφησε την τελευταία της πνοή. Ο άφθαρτος Κρίσνα ανήλθε στους ουρανούς μετά τη θεϊκή του ανάσταση.

Τη στιγμή του θανάτου του μάλιστα ο ουρανός σκοτείνιασε και ο Κρίσνα κατέβηκε στον κάτω κόσμο, αν και την τρίτη μέρα αναστήθηκε και αναλήφθηκε στους ουρανούς.


Ο Μίθρας των Περσών

Ο Μίθρας  γνωστός και ως «παγανιστής Χριστός», ο θεός των Περσών και μεγάλο όνομα του ζωροαστρισμού γενικεύτηκε στη Δύση: η λατρεία του Μίθρα ανήκει στις μυστηριακές λατρείες που αναδύθηκαν κατά την ελληνιστική εποχή ως μια νέα μορφή θρησκευτικότητας, η οποία έμεινε γνωστή ως μιθραϊσμός.
Ο κόσμος της Ανατολής παντρεύτηκε με τον ελληνορωμαϊκό και η οικουμενική γέννηση του Μίθρα ήταν γεγονός, ως θεός πλέον του ουράνιου φωτός, εγγυητής του όρκου, προστάτης της αλήθειας και εχθρός του ψεύδους. Η λατρεία του εξαπλώθηκε στη Μεσόγειο κατά τους πρώτους αιώνες μ.Χ. και ενείχε εντυπωσιακές ομοιότητες με τη χριστιανική ιστορία του Ιησού από τη Ναζαρέτ, όπως η θεία ευχαριστία. Η ελληνιστική και ρωμαϊκή μυστηριακή λατρεία αντλούσε φυσικά στοιχεία από τον περσικό θεό, ο οποίος στα ιερά ζωροαστρικά συγγράμματα ήταν ο Σωτήρας, ο θεός του Ήλιου και το πνεύμα του καλού.

Ο Μίθρας πέθανε και αναστήθηκε την τρίτη ημέρα, την ίδια ώρα που οι αναλογίες του με τον Ναζωραίο παραμένουν αξιοσημείωτες. Ο μιθραϊσμός άκμασε στη Ρώμη και το Βατικανό μάλιστα είναι χτισμένο στα ερείπια αρχαίου μιθραίου. Όσο για την επιγραφή «Αυτός που δεν θα φάει από το σώμα μου ούτε θα πιει από το αίμα μου έτσι ώστε να γίνει ένα με μένα και εγώ με αυτόν, αυτός δεν θα σωθεί», που σώζεται στο Βατικανό, δεν είναι χριστιανική αλλά μιθραϊκή…

Κετζαλκόατλ
 

Μια από τις κυρίαρχες θεότητες των πολιτισμών της Κεντρικής Αμερικής που παρουσιάζει χτυπητές ομοιότητες με τη χριστιανική ιστορία της ανάστασης είναι ο περίφημος Κετζαλκόατλ, η εικονογραφία του οποίου τον θέλει φτερωτό φίδι, όταν το πανάσχημο και παραμορφωμένο παρουσιαστικό του μεταμορφώθηκε στην τρομακτική αυτή μορφή. Ο θεός των Αζτέκων, των Μάγια  και των γειτονικών φυλών του Μεξικού ήταν ο αφέντης των ουρανού και ο δημιουργός των νόμων.


Μεθυσμένος λοιπόν και τυφλωμένος από έρωτα, επιδόθηκε σε σεξουαλικές περιπτύξεις με την αδερφή του και όταν ξεμέθυσε δεν είχε πού να κρυφτεί από την ντροπή του. Κλείστηκε λοιπόν σε μια σαρκοφάγο και ρίχτηκε στο ποτάμι για να πνιγεί, αν και η θεϊκή του φύση δεν κατέθετε εύκολα τα όπλα της ζωής. Κι έτσι ρίχτηκε στην πυρά με όλα του τα υπάρχοντα: οι στάχτες του ανήλθαν στους αιθέρες και έγιναν πουλιά, την ίδια ώρα που η καρδιά του έφτασε στα ανώτερα στρώματα του ουρανού και αποκρυσταλλώθηκε στον Αυγερινό. Έπειτα από τέσσερις μέρες στον κάτω κόσμο, βρήκε τελικά τη θέση του στο πάνθεο των Αζτέκων.

 Σύμφωνα με άλλο μύθο, ο Κετζαλκόατλ κατέβηκε στον κόσμο των νεκρών και μάζεψε τα οστά των ανθρώπων από τις προηγούμενες εποχές δημιουργίας, τα οποία ράντισε με το αίμα του σε μια πράξη ύστατης αυτοθυσίας και έπλασε έτσι τους ανθρώπους της νέας εποχής
Ο Ισπανός κατακτητής του Μεξικού Ερνάν Κορτές εκμεταλλεύτηκε τον θρύλο του Κετζαλκόατλ και παρουσιάστηκε στον Μοντεζούμα Β’ ως προσωποποίηση της θεότητας…


 Ο Γκανέσα του ινδουισμού


 Ο Γκανέσα, εξαιτίας της ελεφαντίσιας κεφαλής του, παραμένει ένας από τους πλέον αναγνωρίσιμους θεούς του ινδουισμού. Τόσο οι πανάρχαιες ρίζες της θρησκείας όσο και ο μεγάλος αριθμός των παραδόσεων μας έχουν κληροδοτήσει μια μεγάλη ποικιλία από ιστορίες που εξηγούν πώς απέκτησε αυτό το μάλλον ανορθόδοξο κεφάλι. Κατά μια εκδοχή, ο Γκανέσα ήταν γιος του Σίβα και της Παρβάτι και η μητέρα του τον είχε βάλει να φυλάει τα ιδιαίτερα διαμερίσματά της. Μια μέρα, ο Σίβα επιχείρησε να μπει στην κρεβατοκάμαρα της Παρβάτι και συνάντησε την αντίθετη γνώμη του Γκανέσα, γι’ αυτό και του έκοψε με μια κίνηση το κεφάλι.
Η μητέρα του ενοχλήθηκε φυσικά από το τραγικό γεγονός, οπότε ο Σίβα υποχρεώθηκε να αντισταθμίσει τον βιαστικό αποκεφαλισμό του Γκανέσα επαναφέροντάς τον από τον κόσμο των νεκρών. Κατά τη διάρκεια της ανάστασης όμως ο Σίβα σκέφτηκε να δώσει στον νεκρό ακόμα Γκανέσα το κεφάλι ελέφαντα, πιθανότατα για να τον κάνει λιγότερο όμορφο. Γι’ αυτό και είναι ο θεός της σοφίας, των τεχνών, των γραμμάτων και της ευημερίας, αλλά όχι και του κάλλους…


Ο φινλανδικού Λεμινκάικεν   


Ο κοκκινοτρίχης θεός του φινλανδικού παγανισμού ήταν ένας λαϊκός ήρωας που επιδόθηκε σε μια προσωπική οδύσσεια, μια αποστολή δηλαδή να αιχμαλωτίσει έναν από τους μαύρους κύκνους του ποταμού του κάτω κόσμου. Σκοτώθηκε βέβαια προσπαθώντας και η σορός του βυθίστηκε στο νερό, παρασύρθηκε από το ρεύμα και χάθηκε από προσώπου γης. Και σαν να μην έφτανε αυτό, το σώμα του διαμελίστηκε καθώς συγκρουόταν στα βράχια και τα απομεινάρια του διασκορπίστηκαν στις τέσσερις γωνιές του πλανήτη.

Η μητέρα του όμως, που δεν σταμάτησε ποτέ να τον αναζητεί, περιμάζεψε ένα-ένα τα κομμάτια του και τα έραψε κατόπιν, αν και αυτό δεν τον επανέφερε στη ζωή. Γιατί χρειαζόταν γι’ αυτό το ειδικό μέλι των θεών, τη συγκολλητική ουσία που διέθετε τη μαγική δύναμη να επαναφέρει κάποιον στη ζωή. Κι έτσι η χαροκαμένη μάνα, με τη βοήθεια κάποιων θεών, έστειλε μια μέλισσα να κλέψει μια στάλα από το θεϊκό μέλι, το οποίο έκανε τελικά το μαγικό.