Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2016

Καλικάντζαροι, οι κήρες των αρχαίων - οι ψυχές των νεκρών



Οι Καλικάντζαροι είναι δαιμονικά όντα, που κατά τη λαϊκή αντίληψη, έρχονται στη γη και ενοχλούν κατά τις νύχτες του δωδεκαημέρου τους ανθρώπους, από την παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι τα Θεοφάνεια.  Όλο το χρόνο, προσπαθούν με τσεκούρι και πριόνια να κόψουν το δέντρο που βαστάει τη γη. Κόβουν-κόβουν, μέχρι που έχει μείνει πολύ λίγο ακόμα, αλλά τότε έρχονται τα Χριστούγεννα και λένε "χάιστε να πάμε πάνω στη γη και θα πέσει μοναχό του". Ανεβαίνουν λοιπόν πάνω στη γη και τα Θεοφάνεια που γυρίζουν, βλέπουν το δέντρο ολάκερο, ακέραιο, άκοπο. Και πάλι κόβουν και πάλι έρχονται τα Χριστούγεννα, και όλο απ' την αρχή.



Οι άνθρωποι πιστεύουν ότι βγαίνουν πάνω στη γη από σπηλιές, ρωγμές και τρύπες του εδάφους, πηγάδια ακόμα και μυρμηγκοφωλιές, γιατί μερικοί από αυτούς είναι πιο μικροί και από τα μυρμήγκια.  Συνήθη μέρη που μένουν μετά τον ερχομό τους είναι οι μύλοι, τα γεφύρια, τα ποτάμια και τα τρίστρατα (μεγάλα μονοπάτια) όπου παραμονεύουν μόνο κατά τη νύκτα και φεύγουν με το τρίτο λάλημα του πετεινού.

Είναι γνωστοί με διάφορα ονόματα, όπως «Καλικάντζαροι» (Πανελλαδική κοινή ονομασία), «καρκάντζαλοι», «καρκάντζαροι», «καλκατζόνια», «καλκάνια», «σκαλικαντζέρια», «σκαντζάρια», «τζόγιες», «καλοκυράδες», «βερβελούδες», «κωλοβελόνηδες» κ.ά.


 Ο λαός τους φαντάζεται με διάφορες μορφές. Είναι σαν άνθρωποι, όμως μαύροι και άσκημοι και πολύ ψηλοί και φορούν σιδεροπάπουτσα. Άλλοι τους φαντάζονται με κόκκινα μάτια, μαλλιαρούς, με πόδια τράγου και με χέρια μαϊμούς, μισοί γαϊδούρια και μισοί άνθρωποι. Άλλοι τους φαντάζονται πολύ κοντούς , στραβούς, με ένα πόδι ή με ένα χέρι, ένα μάτι,  και πολύ κουτούς,  ή ρακένδυτους με σκούφο από γουρουνότριχες.  


Η τροφή τους κυρίως είναι σκουλήκια, βάτραχοι, φίδια, ποντίκια κ.ά. χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αποστρέφονται τα γιορταστικά φαγητά του Δωδεκαήμερου Όταν οι νοικοκυρές έψηναν τηγανίτες ή άλλα σκευάσματα στο τηγάνι από αλεύρι, οι καλικάντζαροι ανέβαιναν στην καπνοδόχο και άπλωναν το χέρι τους ως κάτω στην εστία (γιατί μπορούσαν να απλώνουν και να μακραίνουν τα χέρια τους και τα πόδια τους όσο ήθελαν) και ζητούσαν ή βουτούσαν ότι υπήρχε στο τηγάνι ή στη θράκα..


Είναι πολύ ευκίνητοι ανεβαίνουν στα δένδρα πηδούν από στέγη σε στέγη σπάζοντας κεραμίδια κάνοντας μεγάλη φασαρία. Και ότι βρουν απλωμένα τα ποδοπατούν. Κυκλοφορούν τη νύχτα στους δρόμους, ανεβαίνουν στη πλάτη των ανθρώπων, τους εμποδίζουν να γυρίσουν στα σπίτια τους και χορεύουν γύρω τους.

Μπαίνουν από την καπνοδόχο στα σπίτια και κάνουν ζημιές, μαγαρίζουν τα γλυκά, πειράζουν τους ανθρώπους αλλά και αυτοί δεν κάθονται με σταυρωμένα τα χέρια, ανάβουν φωτιές στις πλατείες των χωριών, γιατί τις φοβούνται, κάνουν φασαρία, τραγουδούν, χορεύουν και έτσι τους διώχνουν. Στα σπίτια τους κρατάνε αναμμένο όλο το δωδεκαήμερο το τζάκι και έτσι δεν μπορούν να μπουν από την καπνοδόχο. Συνήθως έβαζαν ένα μεγάλο ξύλο, το χριστόξυλο, που θα έκαιγε όλο το δωδεκαήμερο.  


Επειδή οι καλικάντζαροι είναι πολύ κακοί στα μαθηματικά, ξέρουν να μετράνε μέχρι το δύο, στα χωριά έξω από την πόρτα οι νοικοκυρές κρέμαγαν ένα κόσκινο, όταν έρθουν οι καλικάντζαροι να το δουν, να αρχίσουν να μετράνε τις τρύπες με αποτέλεσμα να καθυστερούν μέχρι να έρθει το πρώτο φως της ημέρας και να αναγκαστούν να φύγουν για να κρυφτούν και να μην μπουν στο σπίτι. 


Ένα άλλο φοβερό όπλο είναι το λιβάνι, γι’ αυτό τις ημέρες αυτές λιβανίζουν συχνά τα σπίτι τους και αφήνουν το θυμιατήρι δίπλα στο τζάκι, οπότε δεν υπάρχει περίπτωση να κατέβουν από την καπνοδόχο. Επειδή είναι και πολύ λιχούδηδες και τρώνε γλυκά στα σπίτι που μπαίνουν, πολλοί νοικοκυραίοι βάζουν στα κεραμίδια γλυκά, κομμάτια από χοιρινό ή λουκάνικα ή ξεροτήγανα για να τα βρουν να τα φάνε και να μην μπουν στο σπίτι.

 Η ολοκληρωτική απαλλαγή από τους καλικάντζαρους γίνεται μόνο την ημέρα των Φώτων, με το άγιασμα των υδάτων. Τότε τα δαιμόνια σπεύδουν να εξαφανιστούν γιατί τα κυνηγάει ο παππάς με την αγιαστούρα. Όταν φεύγουν λένε μεταξύ τους:  

«Φεύγετε να φεύγωμε
τι έρχεται ο τρελόπαπας
με την αγιαστούρα του
και με τη βρεχτούρα του.

Σε πολλές περιοχές πίστευαν ότι οι καλικάντζαροι ήταν οι ψυχές των νεκρών που γύριζαν αυτές τις νύχτες στους δρόμους και έμπαιναν στα σπίτια τους από τις καπνοδόχους, γι’ αυτό και έκαιγαν λιβάνι στη φωτιά για να τις διώξουν.

Ήταν οι Κήρες, των αρχαίων Ελλήνων, δηλαδή οι ψυχές των νεκρών που κατοικούσαν στον Άδη, οι οποίες όπως πίστευαν οι αρχαίοι Αθηναίοι τη γιορτή των Ανθεστηρίων, όταν ο Άδης ήταν ανοιχτός, αυτές επέστρεφαν στον απάνω κόσμο με διάφορους τρόπους και ενοχλούσαν τους ανθρώπους. Γι’ αυτό και οι Αθηναίοι περικύκλωναν με κόκκινο νήμα τα ιερά τους, άλειφαν με πίσσα τις πόρτες των σπιτιών και μασούσαν από το πρωί ράμνο ( αγκαθωτός θάμνος) για να εμποδίσουν  την είσοδο των ψυχών στους ναούς, στα σπίτια και στα σώματά τους.

Στα χρόνια του Βυζαντίου οι άνθρωποι συνήθιζαν να μεταμφιέζονται τις μέρες του δωδεκαημέρου και να ενοχλούν και να φοβίζουν με ποικίλους τρόπους τους ανθρώπους.

Το έθιμο των μεταμφιέσεων συνεχίζεται στη Β.  Ελλάδα – Μακεδονία, Θράκη, Θεσσαλία- και στον Πόντο. Οι μεταμφιεσμένοι παίρνουν τη μορφή άγριων ζώων – λύκου, αρκούδας, τράγου -  ή ντύνονται με μακριές υφαντές κάπες και ψηλές κουκούλες στο κεφάλι από δέρμα κατσίκας. Με αυτές σκεπάζουν το πρόσωπο έχοντας ανοιγμένες τρύπες  στα μάτια  και στο στόμα. Άλλοι έχουν τα πρόσωπά τους πασαλειμμένα με καρβουνόσκονη ή σκεπασμένα με μαύρο πανί. Στη μέση τους έχουν κρεμασμένα κουδούνια και κρατούν με το ένα τους χέρι ξύλινη σπάθα και με το άλλο ένα σακούλι στάχτη.

Οι ομάδες των μεταμφιεσμένων έχουν διάφορα ονόματα και διαφορετική σημασία. Ρογκατσάρια ή ρογκάτσια λέγονται στη Θεσσαλία και Μακεδονία, μωμόεροι στον Πόντο. Περιφέρονται στους δρόμους, πηγαίνουν στα σπίτια και μαζεύουν δώρα. Οι μεταμφιεσμένοι αφενός μεν παριστάνουν τα κακά πνεύματα του χειμώνα και του σκοταδιού αλλά και τις ψυχές που ήρθαν στον απάνω κόσμο και αφετέρου και τις δυνάμεις εκείνες που θα τις διώξουν στο τέλος του δωδεκαημέρου, την ημέρα των Θεοφανίων.  

Πρωτοχρονιάτικα έθιμα που έρχονται από παλιά



Πολλά τα έθιμα που συνδέονται με τον ερχομό του νέου χρόνου. Σε όλες σχεδόν τις  ευρωπαϊκές πόλεις ο νέος χρόνος γίνεται δεκτός με τελετουργίες και δρώμενα που εκφράζουν την κάθαρση. Γι’ αυτό το λόγο φαντασμαγορικά πυροτεχνήματα εξορκίζουν και διώχνουν με τον θόρυβο και τη λάμψη τους το κακό – γεμίζουν με χρώματα τον κατασκότεινο ουρανό, ενώ συνήθως μουσικά συγκροτήματα δίνουν υπαίθριες συναυλίες στις πλατείες.  Στα σπίτια οι περισσότεροι παίζουν χαρτιά ή χορεύουν και γεύονται παραδοσιακά φαγητά και γλυκά, ενώ με το γύρισμα του χρόνου κόβουν τη βασιλόπιτα.



Με τον ερχομό του νέου χρόνου αναδύονται και τα παγανιστικά κατάλοιπά μας μέσα από τα γούρια, τους εξορκισμούς με τα ρόδια, τις σκιλλοκρεμμύδες, την άγρυπνη παραμονή και τα χαρούμενα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα.


                                               Το καλό ποδαρικό

Είναι η πρώτη εθιμική κίνηση που παραδοσιακά γίνεται με τον ερχομό του νέου έτους. Συμβολίζει την πίστη των ανθρώπων στη σημασία της έναρξης, της αρχής της νέας περιόδου, που μέσα από το έθιμο αυτό θα τους κρατήσει υγιείς, θα τους χαρίσει οικονομική ευρωστία και ότι επιθυμούν.  Περιμένουν με λαχτάρα να τους κάνει ποδαρικό με το δεξί κάποιος που θεωρείται γούρικο άτομο και το οποίο θα τους ευχηθεί για τον καινούριο χρόνο και σαν καλότυχο άτομο θα πιάσουν οι ευχές του.  

Η δοξασία αυτή είναι πολύ παλιά , αφού οι αρχαίοι Έλληνες, οι Ρωμαίοι και οι Βυζαντινοί πίστευαν ότι την καλή χρονιά την έφερναν οι « καλοιώνιστοι» ή « καλόποδες» άνθρωποι με  καλό ποδαρικό, οι οποίοι τύχαινε να πρωτοπατήσουν το σπιτικό κατά την Πρωτοχρονιά.


                                Το σπάσιμο του ροδιού 

 Την αυγή της Πρωτοχρονιάς ή μετά την εκκλησία έσπαζε ο πατέρας το ρόδι ρίχνοντάς το κάτω στην αυλή.  Το ρόδια αυτό, σύμφωνα με μικρασιάτικη συνήθεια, ήτανε κρεμασμένο στο εικόνισμα από του Σταυρού, τις 14 Σεπτεμβρίου.Το ρόδι είναι  συμβολή αφθονίας, λόγω του πλήθους των κακών του. 

       Όσα σπυριά έχει τούτο το ρόδι,                
      τόσα καλά να‘ρθουν σ’ αυτό το σπίτι. 
    Έξω του κόσμου τα κακά και οι  αρρώστιες
   
Από τα πανάρχαια χρόνια η ροδιά ήταν τόσο το δένδρο το αφιερωμένο στη θεά Ήρα την Τελεία, την προστάτιδα του γάμου, όσο και το δέντρο που, σύμφωνα με τον μύθο, φύτεψε η Αφροδίτη στον ιερό της κήπο, στην Πάφο της Κύπρου. Ο καρπός της ροδιάς λοιπόν συμβόλιζε αφενός τον ευτυχισμένο γάμο, άρα και την ευτυχισμένη οικογενειακή ζωή, αφετέρου δε ήταν το σύμβολο του πάθους, ως ιερός καρπός της Αφροδίτης.  Άλλωστε και η συνήθεια να σπάζουν ρόδι και οι νεόνυμφοι στο κατώφλι τους σπιτιού τους κρατάει από τα ομηρικά χρόνια. Επί πλέον και το στέμμα της κορυφής του το κάνει το ρόδι εκείνο τον καρπό της γης που στεφανώνει το έτος! 


                               Η παραδοσιακή σκιλλοκρεμμύδα


                 Συνηθίζεται ακόμα και σήμερα να βάζουμε στο κατώφλι της πόρτας μας μια σκιλλοκρεμμύδα, σύμβολο θαλερότητας αλλά και μέσο αποτροπής κάθε κακού του σπιτιού μας. Σύμφωνα με την παράδοση ο πατέρας την κρεμάει ψηλά στην εξώθυρα, όπως την είχε πάντα στην αρχαιότητα ο φιλόσοφος Πυθαγόρας, για αποδιώχνει τη βασκανία και τα κακοποιά πνεύματα.



 

Το εσωτερικό το σπιτιού το στολίζουμε συνήθως με σχίνους και πρασινάδα δίνοντας εορταστικό τόνο και δημιουργώντας ευχάριστη ατμόσφαιρα. Η συνήθεια αυτή ήταν πανάρχαιη. Την πίστευαν και οι Βυζαντινοί και όπως μας φανερώνουν τα γραπτά τους την Πρωτοχρονιά στόλιζαν τα σπίτια τους με δάφνες, δενδρολίβανο και έφτιαχναν και στεφάνια.



Τα δώρα της Πρωτοχρονιάς: Οι Ρωμαίοι την ημέρα που γιόρταζαν τη γέννηση του «Αήτητου Ήλιου» αντάλλασσαν δώρα από τη χαρά τους που ο ήλιος είχε ξαναφανεί και η ημέρα μεγάλωνε. Τότε ένας νέος κύκλος άρχιζε, ο οποίος σχετιζόταν με την αφύπνιση των παραγωγικών δυνατοτήτων του ανθρώπου, την υγεία αλλά και την ευκαρπία της γης. Λέγεται επίσης ότι τα πρωτοχρονιάτικα δώρα έχουν την αφετηρία τους στα δώρα που έκαναν οι ρωμαίοι στις γυναίκες του κάθε πρώτη του έτους, που συνήθως ήταν αλεξήλια, ομπρέλες, για την προστασία τους από τον ήλιο και αντικείμενα από ήλεκτρον.

Βασιλόψωμο, Χριστόψωμο οι εορταστικοί άρτοι των αρχαίων

Το κόψιμο του χριστόψωμου και της βασιλόπιτας είναι κάποια από τα αρχέγονα έθιμα που επιβιώνουν στις μέρες μας.
Η αναζήτηση για τις ρίζες του εθίμου της βασιλόπιτας, μας οδηγεί πίσω, στην αρχαιότητα, στις προσφορές άρτου των αρχαίων προγόνων μας, προς τους θεούς, κατά τη διάρκεια εορτών. Οι Αρχαίοι Έλληνες προσέφεραν στους θεούς σε κάθε μεγάλη καμπή του χρόνου ή της ζωής τους «εορταστικούς άρτους». 
·         Κάθε Αθηναίος στρατιώτης, πριν ξεκινήσει για τον πόλεμο, αφιέρωνε στον Άρη, το θεό του πολέμου, τρία ψωμάκια. Ένα για να πάει καλά, ένα για να νικήσει και το τρίτο για να γυρίσει γερός και αρτιμελής.



      Οι κυνηγοί, για να έχουν πλούσιο κυνήγι αφιέρωναν παρόμοια                    ψωμάκια         στη   θεά Άρτεμη, την προστάτιδα του κυνηγιού.
·         Οι θεριστάδες της γης αφιέρωναν αρτίδια στη θεά Δήμητρα, που τα ονόμαζαν «Θαλύσια αρτίδια» στη γιορτή της συγκομιδής και απλώς «άρτους» ή «πλακούντες» στη γιορτή των Θεσμοφορίων.

Ο λαογράφος Φίλιππος Βρεττάκος στο βιβλίο του “Οι δώδεκα μήνες του έτους και αι κυριώτεραι εορταί των” αναφέρει: 
         Ο πρόγονοί μας στη γιορτή προς τιμή της  θεάς Δήμητρας, στα Θαλύσια, έφτιαχναν ένα καρβέλι που λεγόταν "Θαλύσιος άρτος" και στα Θαργήλια, γιορτή προς τιμήν του Απόλλωνα, έφτιαχναν το "Θάργηλο άρτο".
   
 
·         Επίσης υπάρχουν αναφορές ότι  παρόμοιοι άρτοι δίνονταν  και κατά την διάρκεια της Αρχαιοελληνικής εορτής των «Κρονίων» και αργότερα των ρωμαϊκών «Σατουρναλίων». Οι Ρωμαίοι υιοθέτησαν τις συνήθειες των Αρχαίων Ελλήνων.
Στα Σατουρνάλια, γιορτή των Ρωμαίων αφιερωμένη στο θεό Σατούρνου, ο οποίος αντιστοιχεί στον ελληνικό θεό Κρόνο και τον θεωρούσαν θεό της γονιμότητας, καθιέρωσαν  τυπικές θυσίες και διάφορα έθιμα, όπως την ανταλλαγή μικρών δώρων, υπαίθριες αγορές και τυχερά παιχνίδια ακόμα και για τους δούλους.
·         Ανάμεσα στα έθιμα της γιορτής ήταν  και η συνήθεια να ζυμώνουν πλακούντες, που στη συνέχεια τους έτρωγαν, για να πάρουν δύναμη.
Οι πλακούντες ήταν οι μακρινοί πρόγονοι των πιτών και των κέικ. Η ζύμη τους ήταν παρόμοια με τη ζύμη των ψωμιών, αλλά ήταν εμπλουτισμένη με γάλα, λίπος, μυρωδικά, μπαχαρικά κ.α.
·         Οι Ρωμαίοι είναι οι πρώτοι που καθιέρωσαν στους πλακούντες εκείνους το μεταλλικό νόμισμα για υγεία και καλή χρονιά. Πρόσθεταν μάλιστα και μικρό κομμάτι πάπυρο, που αν τύχαινε σε που αν τύχαινε σε δούλο του σπιτιού, του χάριζαν την ελευθερία.

     Το χριστόψωμο έχει σχέση με τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα . Σε πολλές περιοχές της πατριδας μας ήταν έθιμο την παραμονή των Χριστουγέννων να ζυμώνουν οι νοικοκυρές μικρά χριστόψωμα , που τα πρόσφεραν στους καλαντιστές. Στην Ήπειρο τα ονομάζουν κολιαντίνες και στη Νάξο αυγοκούλικα. Στην Καστοριά δίνουν στους καλαντιστές καρυδοστόλιστα κουλουράκια, που είχαν το σχήμα μικρού περιστεριούκαι λέγονται κουλάκια, από παραφθορα της λέξης πουλάκια. Στην Κρήτη επειδή έμοιαζαν με μικρή πέρδικα καλούνταν πέρδικες ή κακαρίστες.   

     Στα ορεινά χωριά, όπου ανθούσε η κτηνοτροφία,  οι νοικοκυρές στόλιζαν το χριστόψωμό τους  με σχέδια από ζυμάρι, όπως αλέτρια, δεμάτια σιτηρά ή  βοσκούς.  
     Στα νησιά τα χριστόψωμα είχαν ένα άσπρο αυγό  ή καρύδια και ήταν δώρο που έστελναν σε συγγενικά σπίτια.