Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2019

Τάφος του Μινύα στον Ορχομενό


Στο δυτικό άκρο του σημερινού Ορχομενού, στους πρόποδες του Υφάντειου λόφου,  βρίσκεται ένα. από τα πιο έξοχα και εντυπωσιακά μνημεία των Μινυών  ο περίφημος «Θησαυρός» ή τάφος του Μινύα . Σε αυτόν πρέπει να είχαν ταφεί μέλη της βασιλικής οικογένειας των Μινυών Υπολογίζεται ότι χτίστηκε κατά τη 2η χιλιετηρίδα π.Χ.
 Βρίσκεται κοντά στα ερείπια του προϊστορικού οικισμού που αναπτύχθηκε στον Ορχομενό και κοντά στο μεταγενέστερο θέατρο της πόλης.
Ο Παυσανίας χαρακτηρίζει το μνημείο «θησαυρό» αλλά κατά τον Χρήστο Τσούντα είναι τάφος. Όμως δεν αποκλείεται να κτίστηκε αρχικά  για τάφος. Κι ύστερα χάρη στην ιερότητά του και το κύρος του, να χρησιμοποιήθηκε  και για τη φύλαξη θησαυρών, μας λέει ο Παπαρηγόπουλος.   Ωστόσο ανεξάρτητα από το σκοπό για τον οποίο είχε κατασκευαστεί το μνημείο, πρόκειται για ένα σπουδαίο έργο. Δίκαια ο περιηγητής ο Παυσανίας γράφει: "ο θησαυρός του Μινύα, σωστό θαύμα, δεν υστερεί από κανένα άλλο πράγμα απ'  όσα είναι μέσα ή έξω από την Ελλάδα".
Το μνημείο ήταν ορατό και φημισμένο για πολλούς αιώνες μετά την αρχική του χρήση και φαίνεται ότι χρησιμοποιήθηκε ως τόπος λατρείας κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Ο τάφος ήταν άθικτος και πρέπει να αποτελούσε αξιοθέατο της περιοχής τουλάχιστον μέχρι και το 2ο αιώνα μ.Χ., όταν επισκέφθηκε τον Ορχομενό ο περιηγητής Παυσανίας και με θαυμασμό περιέγραψε την κατασκευή της θόλου.
O Παυσανίας όταν επισκέφθηκε, το 160 μ.Χ. το «Θησαυρό του Μινύου», θαύμασε τον τρόπο κατασκευής του, αντιπαραβάλλοντάς τον με τα κυκλώπεια τείχη της Τίρυνθας και τις πυραμίδες της Αιγύπτου (Παυσανίου, Βοιωτικά ΙΧ, 38), καθώς ο τάφος ακόμη και τότε, 15 αιώνες μετά την κατασκευή του, διατηρούσε άθικτη τη θόλο και το δρόμο του.
Στους αιώνες που ακολούθησαν, το μνημείο σταδιακά καλύφθηκε με επιχώσεις, αλλά εξακολουθούσε να είναι ορατό. Στις αρχές του 19ου αιώνα οι περιηγητές που επισκέπτονταν τον Ορχομενό αναφέρουν τη θόλο του κατεστραμμένη.
Ο επισκέπτης ακόμα και σήμερα μένει κατάπληκτος από τη μεγαλοπρέπειά του. Είναι από τους πιο εύγλωτους μάρτυρες της περασμένης δόξας και του μεγαλείου των Μινύων. Ο  καθηγητής της αρχαίας ελληνικής τέχνης  Χρ. Τσούντας αναφέρει «Είναι από τα μνημειακώτερα και μεγαλοπρεπέστερα οικοδομήματα όλης της Κρητομυκηναϊκής αρχιτεκτονικής». 
Το μνημείο έφεραν στο φως οι ανασκαφές του Ερρίκου Σλήμαν στα 1881-1885, αν και πρώτος επιχείρησε το 1803, χωρίς επιτυχία, ο γνωστός άγγλος Έλγιν. Ο τάφος όταν ανασκάφηκε από τον Σλήμαν δεν είχε γλυτώσει από τους τυμβωρύχους και γι' αυτό δεν βρέθηκαν αντικείμενα χάλκινα ή ασημένια ή χρυσά όπως σε άλλους θολωτούς Μινυακούς τάφους.
 Μετά τον Σλήμαν έκαναν ανασκαφές το 1893 η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή και στη συνέχεια Γερμανοί αρχαιολόγοι, με επικεφαλείς τους H. Bulle και A. Furtwaengler, στα 1903 και 1905. Το 1914 έγινε η αναστήλωση του μνημείου από τον Αναστάσιο Ορλάνδο.
Οι ανασκαφές αυτές έφεραν στο φως νεολιθικούς συνοικισμούς με κυκλικά και τετράγωνα θεμέλια σπιτιών, τάφους 3.000 χρόνων π.Χ., ανάκτορα, Ασκληπιείο  μυκηναϊκής εποχής  και άλλα που είναι δείγματα ότι ο τόπος κατοικήθηκε χωρίς χρονικά κενά από τη νεολιθική εποχή.
Για τους αρχαιολόγους ο τάφος του Μινύα , τόσο για την τεχνική του τελειότητα, όσο και για την εσωτερική του διακόσμηση, θεωρείται ανώτερος του τάφου του Ατρέως των Μυκηνών κι ένα από τα πιο έξοχα μνημεία της παγκόσμιας αρχιτεκτονικής.

Ο τάφος ήταν υπέργειος,  μαρμάρινος και αποτελείται από τέσσερα μέρη, το δρόμο (μία τάφρο), το στόμιο (είσοδος), τη θόλο (πελώριο κυκλικό οικοδόμημα με κωνική στέγη), και το θάλαμο (ορθογώνιο πλευρικό μικρό δωμάτιο).
Η θόλος, που είναι το σημαντικότερο από τα τέσσερα μέρη, είναι μια τεράστια κυκλική αίθουσα και έχει διάμετρο δαπέδου 14 μέτρα και τοιχώματα από πελεκημένα μάρμαρα ισοδομικά τοποθετημένα έτσι ώστε να σχηματίζουν δακτυλίδια. Τα δακτυλίδια αυτά όσο ανεβαίνουν γίνονται διαρκώς μικρότερα, ώσπου κλείνουν την κορυφή και σχηματίζουν έτσι μια θολωτή κυψέλη.

Η είσοδος είναι μεγαλοπρεπής και επιβλητική. Αρχικά είχε μήκος 30 μ. και είναι κατασκευασμένη από ασβεστόλιθο. Η πόρτα της μεγάλης αίθουσας, πλάτους 2,76 μέτρων και ύψους 5,60 μέτρων, σκεπάζεται με ένα τεράστιο υπέρθυρο ογκόλιθο 6 μέτρα μήκος και βάρους άνω των 120 τόνων.
Οι τοίχοι της εισόδου  του  τάφου και ο θάλαμος – το κυρίως νεκρικό δωμάτιο  είχαν διακομιστεί  με χάλκινους  ίσως και με χρυσούς ρόδακες. Το δάπεδο του θαλάμου ήταν χαλκοστρωμένο, όπως το χαλκόστρωτο παλάτι του Δία  πάνω στον Όλυμπο, που περιγράφει ο Όμηρος, όπως ο ναός της χαλκηοίκου Αθηνάς  στη Σπάρτη.
Οι διακοσμήσεις στο εσωτερικό του τάφου βεβαιώνονται από τις υποδοχές τους τοίχους κι από το μικρό απομεινάρι πλάκες χαλκού σφηνωμένου ανάμεσα στο δάπεδο και τον τοίχο αριστερά της εισόδου.   
Το εσωτερικό του τάφου πρέπει να είχε διακόσμηση με χάλκινα και χρυσά κοσμήματα και χαλκοστρωμένο το δάπεδό του, πράγμα που βεβαιώνεται από τις υποδοχές στους τοίχους κι από ένα απομεινάρι πλάκας χαλκού σφηνωμένο ανάμεσα στο δάπεδο και τον τοίχο αριστερά της εισόδου. Στη θόλο γίνονταν οι θυσίες και οι νεκρικές τελετές.
Στο κέντρο της θόλου σώζεται μαρμάρινο βάθρο μήκους 5,73 μ., που προστέθηκε κατά την ελληνιστική εποχή και επάνω του ήταν στημένα αγάλματα των θεών.
Στα βορειοανατολικά της θόλου υπάρχει μικρή πόρτα ύψους 2,12 μέτρων και πλάτους 1,44 μέτρων που συγκοινωνεί με το θάλαμο (μικρό ορθογώνιο τετράπλευρο δωμάτιο)
 Παρόμοιο πλευρικό δωμάτιο υπάρχει σε δύο ακόμη περιπτώσεις βασιλικών τάφων: στο θολωτό τάφο του Ατρέα στις Μυκήνες, που ήταν σύγχρονος με τον τάφο του Μινύα, και στο θολωτό τάφο Α στις Αρχάνες της Κρήτης.
Η οροφή του θαλάμου είναι καλυμμένη με πρασινωπές λεπτές λίθινες τετράγωνες πλάκες, σκαλισμένες με σπείρες, ρόδακες και άνθη παπύρου. Με παρόμοιες πλάκες, που έφεραν περίτεχνη πλούσια διακόσμηση κι αυτές,  φαίνεται –από απομεινάρια, που βρέθηκαν- ότι ήταν καλυμμένοι και οι τέσσερις κάθετοι τοίχοι του.
Δεν είναι γνωστό σε τι χρησίμευε το πλευρικό δωμάτιο. Ίσως ήταν οστεοφυλάκιο.

Ο τάφος είναι βασιλικός, γιατί μόνο οι βασιλικοί τάφοι ήταν θολωτοί ενώ των λαϊκών ήταν θαλαμωτοί.

Έθιμα ταφής στα Μυκηναϊκά χρόνια
 
Ο νεκρός μεταφερόταν μέσα στον τάφο πάνω σε ξύλινο φορείο, καλυμμένο με ύφασμα ή δέρμα. Τον τοποθετούσαν στο δάπεδο του ταφικού θαλάμου ή σε λάκκο, σε ύπτια στάση και σπανιότερα στη συνεσταλμένη εμβρυακή στάση . Στο μυκηναϊκό νεκροταφείο της Τανάγρας συνήθιζαν να τοποθετούν τους νεκρούς μέσα σε πήλινα κιβώτια, τις λάρνακες.
Οι συγγενείς και οι φίλοι άφηναν γύρω από το νεκρό τα κτερίσματα, δηλ. δώρα και ορισμένα προσωπικά αντικείμενα. Τα κτερίσματα ήταν αγγεία, ειδώλια, κοσμήματα, σφραγίδες, όπλα και εργαλεία, λύχνοι, θυμιατήρια. Επίσης πρόσφεραν καρπούς και λουλούδια.  
Τα είδη των κτερισμάτων που βρίσκουμε στους τάφους μας δίνουν πολύτιμες πληροφορίες για το φύλο – άνδρα, γυναίκα- την ηλικία, την κοινωνική θέση, την εργασία και τον πλούτο των νεκρών, καθώς και τις σχέσεις της κοινωνίας με τους άλλους λαούς.
Μερικές φορές χρησιμοποιούσαν ένα λίθο κάτω από το κεφάλι του νεκρού αντί για μαξιλάρι. Τα χέρια του τα τοποθετούσαν στα πλευρά του ή τα σταύρωναν πάνω στην κοιλιά του.
Χάρη στις εικονιστικές παραστάσεις των ταναγραίων λαρνάκων γνωρίζουμε μερικές από τις νεκρικές τελετές.
Γινόταν η εκφορά του νεκρού  στον τάφο, όπου τον νεκρό τον συνόδευαν συγγενείς και φίλοι προσφέροντας δώρα. Συγκεντρώνονταν γύρω από τον νεκρό και οι γυναίκες θρηνούσαν τραβώντας τα μαλλιά τους, όπως γίνεται ακόμα και σήμερα σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, είχαν και τελετουργικούς χορούς.  Κατά τη διάρκεια των νεκρικών τελετών γίνονταν αθλητικοί αγώνες προς τιμήν των νεκρών.
Αφού είχε ολοκληρωθεί η διαδικασία της ταφής , οι συγγενείς έκλειναν την είσοδο με λίθους και γέμιζαν το δρόμο με χώμα.