Σάββατο 2 Μαρτίου 2019

Οι Απόκριες και τα έθιμά της

Οι Απόκριες μια γιορτή αναγέννησης  και ανατροπής


Στην ιδέα της ανατροπής της τάξης του κόσμου, στην αμφισβήτηση της ιεραρχίας και στην κατάργηση καθιερωμένων ορίων, εστιάζεται η φιλοσοφία των αποκριάτικων εθίμων.

Από τις λατρευτικές  εθιμικές τελετουργίες, που ξεδιπλώνονται στον κύκλο του χρόνου, πιο ανθεκτικές αποδείχτηκαν εκείνες των αγροτικών κοινωνιών, κρατώντας στο βάθος αναλλοίωτο το μαγικοθρησκευτικό τους πυρήνα.

Έθιμα, πίσω από τα οποία κρύβονται αρχέγονες δοξασίες και δεισιδαιμονίες ανεξιχνίαστες για το νου του λαϊκού ανθρώπου, αλλά βαθιά ριζωμένες στην ψυχή και τη συνήθειά του.

Σε μια κρίσιμη καμπή του χρόνου, στο πέρασμα από το χειμώνα στην άνοιξη, οι άνθρωποι με αυτές τις προεαρινές τελετουργίες και το ξέφρενο ξέσπασμα χαράς πανηγύριζαν την ετήσια αναγέννηση του κόσμου. Η Αποκριά, όπως διαμορφώθηκε στους Βυζαντινούς χρόνους, περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα παμπάλαιων εθίμων, αποτελώντας και στις μέρες μας, μια γιορτή με ψυχαγωγική, αλλά και κοινωνική διάσταση.

Κορυφαία γιορτή χαράς και ανανέωσης για τον σημερινό άνθρωπο η Αποκριά παρέμεινε η μόνη καθαρά εξωεκκλησιαστική λατρευτική ψυχαγωγική γιορτή, που τυπικοί μόνο δεσμοί τη συνδέουν με το χριστιανικό εορτολόγιο.  Το 692 μ.Χ., η εκκλησία με την 6η Οικουμενική Σύνοδο καταδίκασε και απέρριψε τις γιορτές του καρναβαλιού.  Η καταδίκη αυτή λειτούργησε αντίθετα  και χάρισε στη Αποκριά μακροζωία ανά τους αιώνες.

Η Αποκριά είναι μια αντίσταση σε κάθε εξουσία


Όπως αναφέρει η λαογράφος – εθνολόγος κ. Τερζοπούλου, «με τη συνειδητοποίηση του παραλόγου κάθε κοινωνικής διάκρισης και του αυταπόδεικτου της πανανθρώπινης ισότητας, η ανατροπή προκύπτει σαν φυσικό και εύλογο επακόλουθο.

Ανατροπή, που σε επίπεδο «εικόνας» συντελείται «μέσα από τις μεταμφιέσεις και τα δρώμενα», όπου τα άτομα δεν μπορούν να καθοριστούν ούτε από φύλο, ούτε από ηλικία, ούτε καν από το ζωικό είδος τους.

Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας οι ανάγκες έκφρασης ήταν διαφορετικές. Εκτός από μια φυσική ροπή των ανθρώπων προς τη χαρά και τη διασκέδαση ακόμα και στις πιο σκοτεινές περιόδους της ιστορίας, διακρίνουμε εδώ και την ανάγκη των υπόδουλων να τονώσουν την εθνική τους συνείδηση, μέσα από εκδηλώσεις που τους παρείχαν αυτή τη δυνατότητα, είτε γιατί το ανέχονταν οι κατακτητές είτε γιατί δεν το αντιλαμβάνονταν.

Όπως αναφέρει ο Νάσης Αλευράς στη μελέτη του « Ο φανός στην Κοζάνη» οι Φανοί,  αποτελούσαν τόπο συγκεντρώσεις για υπόδουλους Έλληνες όπου συνεννοούνταν και έπαιρναν αποφάσεις  κατά την επανάσταση του 21 και  στο κατοπινό Μακεδονικό Αγώνα. Μάλιστα, σε τούτον τον τελευταίο, κουβαλούσαν και μοίραζαν κρυφά τα όπλα και τα πολεμοφόδια.   Ο «Φανός» προέρχεται από το αρχαίο ρήμα «φαίνω»- άναμμα δηλ. φωτιάς σε βωμό στο σταυροδρόμι κάθε γειτονιάς με σατιρικά πειράγματα στο κοζανίτικο γλωσσικό ιδίωμα.


Η μεταμφίεση, το μεθύσι η αθυροστομία, οι φαλλικοί συμβολισμοί οι τελετουργικοί χοροί και όλες οι άλλες εκδηλώσεις, που έχουν τις ρίζες τους στις αρχέγονες μαγικές τελετές για το καλωσόρισμα της άνοιξης, για το «καλόπιασμα» της γης που πρέπει να είναι γόνιμη και τη νέα χρονιά για να θρέψει την ομάδα ή την κοινότητα, συνδέονται στην Αποκριά με το στοιχείο της ανατροπής της τάξης , όπου όλα επιτρέπονται. Και σε αυτό το «όλα» εμπεριέχεται η διακωμώδηση της εξουσίας». 


      Ετυμολογία των λέξεων Αποκριά και Καρναβάλι


Αποκριά = αποχή από το κρέας

   Ανάλογη με την ελληνική λέξη Αποκριά είναι και η λατινική λέξη Καρναβάλι (Carneval, Carnevale, από τις λέξεις Carne=κρέας και Vale=περνάει

Κάποιοι μελετητές θεωρούν πως η λέξη προέρχεται από την αρχαία ελληνική γιορτή των Σπαρτιατών, τα Κάρνεια, που ήταν αφιερωμένη στο Θεό Κάρνειο Απόλλωνα και εννοιολογικά σχετίζεται με τον χοροπηδηχτό χορό των Σατύρων που είναι μεταμφιεσμένοι ως τράγοι.

Κατά τον λεξικογράφο Ησύχιο το καρναβάλι προέρχεται από το Κάρνος, θεότητα της βλάστησης και το βαλλίζω, που σημαίνει χοροπηδώ, δηλ χοροπηδώ στο πανηγύρι του Κάρνου

Μια άλλη ετυμολογία πιθανόν να είναι από τις λατινικές λέξεις «carrus navalis», που σημαίνει ναυτικό αμαξίδιο, επειδή ο Θεός Διόνυσος στις γιορτές ερχόταν με τροχοφόρο καράβι.

Γενικά όταν λέμε Καρναβάλι εννοούμε κάθε εκδήλωση μεταμφιέσεων, που έχει ως κεντρικό θέμα τον περιοδικό εορτασμό της ανακύκλωσης των εποχών και της αναγέννησης του κόσμου, με το τέλος του παλιού, την αρχή του καινούργιου και την ανατροπή όλων των πραγμάτων.

Τα δρώμενα του Καρναβαλιού τελούνται όχι μόνο κατά την περίοδο των Αποκριών του χριστιανικού κόσμου, αλλά και κατά το Δωδεκαήμερο ή ακόμα και σε άλλες περιόδους του έτους.


   Μεταμφιέσεις εμφανίζονται γύρω στο 2000 π.Χ. στην Ελλάδα αλλά και στην Ασία, και συγκεκριμένα στη Μεσοποταμία τη Βαβυλώνα όπου υπήρχε το έθιμο οι υπηρέτες να ντύνονται αφέντες και οι δούλες κυράδες.

Ανάλογα έθιμα υπήρχαν στην Ινδία, κατά την ανοιξιάτικη γιορτή της αγάπης, Ηοli, όταν οι νέοι υποδύονταν τους γέρους προεστούς, οι υπηρέτες τους αφέντες και οι γυναίκες τον αυταρχικό σύζυγό τους.

Σε γιορτές της αρχαίας Κίνας, οι άντρες πάλευαν με τις γυναίκες, για την αρπαγή των ρούχων ο ένας του άλλου..

 Οι φυλές των Οτεντότων και των Μπαντού της Νότιας και  Ανατολικής Αφρικής δεν γνώριζαν το Καρναβάλι αλλά την κατάλληλη εποχή τελούσαν λατρευτικές γιορτές που θύμιζαν  «βακχικά όργια»

Καρναβαλικά δρώμενα περιλαμβάνονταν και στο Κουρμπάνι των Μουσουλμάνων της Δυτικής Θράκης, αλλά και σε ακόμα περισσότερες γιορτές.

Ανάλογα δρώμενα υπήρχαν και στον αρχαίο Ελληνικό κόσμο και συγκεκριμένα στα Μικρά και Μεγάλα Διονύσια, τα Ανθεστήρια, τα Λήναια, τα Θεσμοφόρια, τα Κρόνια, τα θεσσαλικά Πελώρια, τις γιορτές του Ερμή στην Κρήτη και διάφορες άλλες μικρότερες, με έντονο πάντα το Διονυσιακό στοιχείο, όπου οι άνθρωποι διατηρούσαν μια πίστη σε μαγικές γονιμικές πράξεις.

Το 1/3 των γιορτών της αρχαιότητας ήταν προς τιμήν του Διονύσου. Οι γιορτές τους χειμωνιάτικους μήνες ήταν αφιερωμένες στο Διόνυσο.

Οι παγανιστικές γιορτές με τον ερχομό του χριστιανισμού  δεν εξαλείφθηκαν αλλά περιορίστηκαν και συγκεντρώθηκαν κατά τον 4ο αι. μ.Χ. σε μια χρονική περίοδο 3 βδομάδων


Τρεις βδομάδες γεμάτες παγανιστικά έθιμα, αγροτικής κυρίως προελεύσεως που τελούνται αυτή την εποχή, λίγο πριν από τον ερχομό της άνοιξης, από τα πανάρχαια χρόνια, για να καλωσορίσουν και να πανηγυρίσουν την ετήσια κυκλική αναγέννηση – αναζωογόνηση της φύσης. 
Οι Απόκριες γιορτάζονται τον μήνα Φεβρουάριο τότε που στην αρχαία Αθήνα και σε άλλες ιωνικές πόλεις γιορτάζονταν τα Ανθεστήρια προς τιμή του θεού Διονύσου.
  Δες Ανθεστήρια στην διέυθυνση: http://ligeas.blogspot.com/2017/02/blog-post.html


Σατουρνάλια


Τον δεύτερο αιώνα μ.χ οι Βάκχικες γιορτές εισήχθησαν στην Ρώμη, ονομάστηκαν "Σατουρνάλια", προς τιμήν του Σατούρνου (του Κρόνου δηλαδή) και άρχιζαν στις 17 Δεκεμβρίου. Αρχικά τελούνταν θυσίες στον ναό του Θεού, ακολουθούσε γεύμα και διάφορες λαϊκές εκδηλώσεις και διασκεδάσεις. Κατά την διάρκεια των γιορτών αυτών υπήρχε πλήρη κατάλυση των κοινωνικών κανόνων, οι δούλοι ελευθερώνονταν, μπορούσαν και διακωμωδούσαν τους αφέντες τους, φόραγαν τα ρούχα τους, κ.λ.π 


ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΒΔΟΜΑΔΕΣ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΙΑΣ

Η πρώτη εβδομάδα των Αποκριών λέγεται και προφωνή ή προφωνέσιμη επειδή παλιά προφωνούσαν, δηλαδή διαλαλούσαν ότι άρχιζαν οι Απόκριες.

Λέγεται αμολητή ή απολυτή, επειδή  τότε απολύονται οι ψυχές των αποθαμένων και βγαίνουν στον απάνω κόσμο.

Μια βυζαντινή παροιμία λέει: «προφωνούμαι σοι, πτωχέ, το σακκίν σου πώλησον, την εορτήν διάβασον», δηλ. παραγγέλλει στον φτωχό να εξοικονομήσει τ’ απαιτούμενα χρήματα πουλώντας στην ανάγκη το σακάκι του, για να περάσει κι αυτός τη γιορτή.

 Μια νεότερη ναξιακή παροιμία λέει: «προφωνεύγω σε, φτωχέ, κι αν δεν έχεις ν’ αγοράσεις, κλέψε», δηλαδή  οπωσδήποτε και ο πιο φτωχός πρέπει να κάνει αποκριά, να φάει κρέας.

Συνηθίζεται την πρώτη βδομάδα να σφάζουν και τους χοίρους, που έχουν θρέψει γι’ αυτό το σκοπό. 

Η δεύτερη εβδομάδα λέγεται Κρεατινή ή της Κρεοφάγου, επειδή έτρωγαν κρέας και δεν νήστευαν ούτε την Τετάρτη ή ούτε την Παρασκευή.

Λέγεται και άρτσι βούρτσι, γιατί τρώνε ό,τι να ναι.

Η εβδομάδα αυτή γιορτάζεται με γλέντια και φαγοπότια χωρίς κανένα θρησκευτικό περιορισμό.

Η Τσικνοπέμπτη  είναι η μέρα που ο καθένας «θα τσικνίσει τη γωνιά του».

Συνηθίζεται να συγκεντρώνονται φίλοι, συγγενείς σε ένα σπίτι και να διασκεδάζουν, μεταμφιέζονται, χορεύουν και τραγουδούν. 

Η Κυριακή της εβδομάδας αυτής, η Κυριακή της Απόκρεω ονομάστηκε έτσι, επειδή συνηθίζεται να μην τρώνε κρέας οι Χριστιανοί και συνεκδοχικά ολόκληρη η περίοδος από την είσοδο του Τριωδίου μέχρι την Καθαρά Δευτέρα πήρε το όνομά της από αυτή την Κυριακή.

Η τρίτη εβδομάδα λέγεται Τυρινή ή της Τυροφάγου, επειδή έτρωγαν γαλακτοκομικά προϊόντα σαν ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ κρεοφαγίας και νηστείας, για να προετοιμαστούν σιγά - σιγά για τη νηστεία της Σαρακοστής.

Η Κυριακή της Τυροφάγου λέγεται «Τρανή αποκριά».

Τη μέρα αυτή το κέφι, η χαρά οι μεταμφιέσεις, οι αθυροστομίες, οι χοροί, ο θόρυβος με κροτίδες, ρουκέτες φτάνουν στο έπακρο. 

Αυτή η μέρα σε πολλά μέρη της πατρίδας μας κλείνει  με το άναμμα της  φωτιάς, συνήθεια που ανήκει στα λεγόμενα διαβατήρια και καθαρτήρια έθιμα, με τα οποία ο άνθρωπος του λαού στην αρχή της νέας χρονικής περιόδου, και εδώ είναι η άνοιξη,  θέλει να εξασφαλίσει την ευτυχία



Έθιμα των Απόκρεων σήμερα 

 Το γαϊτανάκι 

Το γαϊτανάκι είναι ένα από τα λίγα έθιμα που διατηρούνται αυτούσια στις μέρες μας. Ήρθε στην Ελλάδα από τον Πόντο και την Μικρά Ασία. Η λέξη γαϊτανάκι είναι υποκοριστικό της μεσαιωνικής λέξης γαϊτάνιν που σημαίνει το μεταξωτό κορδόνι και προέρχεται από την ελληνιστική λέξη γαϊτάνη.

Το γαϊτανάκι χρειάζεται δεκατρείς χορευτές. Ό ένας κρατάει τον μεσαίο στύλο και οι άλλη κρατούν δώδεκα κορδέλες, κάθε μια σε διαφορετικό χρωματισμό.

Τι συμβολίζει όμως το γαϊτανάκι;

 Σε πολλές κοινωνίες, κυρίως αγροτικές, συμβολίζει την ομόνοια και την συναδέλφωση. Ο κυκλικός χορός κατά περίπτωση, υποδηλώνει τον κύκλο της ζωής, από την ζωή στον θάνατο, από την λύπη στην χαρά και από τον χειμώνα στην άνοιξη.


Βλάχικος γάμος, ο καραγκούνικος γάμος – η  Ιερογαμία στα Ανθεστήρια των Αθηναίων


Στη περιοχή της Θήβας αλλά και σε άλλες πόλεις, την Καθαρά Δευτέρα, γίνεται η αναπαράσταση του «Βλάχικου γάμου». Η πολύχρωμη γαμήλια πομπή και τα παραδοσιακά όργανα που τη συνοδεύουν, αποτελούν το προπομπό της μεγάλης γιορτής που θα στηθεί το βράδυ της τελευταίας Κυριακής των Αποκριών, στην κεντρική πλατεία. Το έθιμο έχει τις ρίζες του στο 1830, τότε που οι τσοπάνηδες (Βλάχοι) από τη Μακεδονία, την Ήπειρο, τη Θεσσαλία και τη Ρούμελη, εγκατέλειψαν την άγονη γη τους και αναζήτησαν γονιμότερο έδαφος κάπου νοτιότερα.

Στα Μεγάλα Καλύβια, του νομού Τρικάλων, κάθε χρόνο την Καθαρά Δευτέρα και για παραπάνω από έναν αιώνα, γίνεται αναπαράσταση του παραδοσιακού καραγκούνικου γάμου. Παρουσιάζεται όλη η ιεροτελεστία του γάμου ενός καραγκούνικου ζευγαριού, όπως αυτός γινόταν μέχρι και τη δεκαετία του 1960-70 στα Μεγάλα Καλύβια και σε όλα τα καραγκουνοχώρια της Δυτικής Θεσσαλίας.

Το έθιμο αυτό του  μας πάει πιο πίσω, στην αρχαία Αθήνα, όταν γιόρταζαν τα Ανθεστήρια, όπου  τη δεύτερα ελάμβανε χώρα ο ιερός γάμος, η «Ιερογαμία», του Θεού Διονύσου, τον οποίος υποδυόταν ο βασιλιάς μεταμφιεσμένος και φορώντας μάσκα, με τη βασίλισσα, Ή «Ιερογαμία»  αποτελούσε μια μαγική πράξη επίκλησης της γονιμικής δύναμης για την καρποφορία, αλλά και την εξασφάλιση της καλής χρονιάς στην ευρύτερή της έννοια, που θα πρόσφεραν οι θεοί.

Όμως, πέρα από αυτά ο γάμος συμβολίζει την ενότητα και την υπέρβαση των χωριστικών τάσεων του ανθρώπου και της κοινωνίας. Και κάθε Καρναβάλι γιορτάζει την κρυμμένη ενότητα του παλιού και του καινούργιου, του γήρατος και της νεότητας, της άνοιξης και του χειμώνα, της ζωής και του θανάτου, είναι μια γιορτή που ανατρέπει, αλλά και συνταιριάζει.



Οι κουδουναραίοι του Διστόμου

Οι τραγόμορφοι Κουδουναραίοι του Διστόμου είναι ένα παλιό έθιμο (30 αιώνων) της περιοχής του μαρτυρικού χωριού της Βοιωτίας που έχει διονυσιακές ρίζες και συνίσταται στην περιφορά ανθρώπων - νέοι και τελευταία και νέες! Ντυμένων με προβιές ζώων και ζωσμένοι με μεγάλες κουδούνες στη μέση τους,  προσπαθούν, συμβολικά, με τον εκκωφαντικό κτύπο των κουδουνιών να ξυπνήσουν τη φύση, μόλις τελειώνει ο χειμώνας και αρχίζει η άνοιξη. Την επερχόμενη άνοιξη συμβολίζουν και τα κλαδιά  ελιάς που έχουν στην κορυφή των μαγκούρων τους.

Η εντυπωσιακή παρουσία τους  σημαδεύεται  με τα καθιερωμένα "τολμηρά" τραγούδια τους, μπροστά στους θεατές τους!

Τα κουδούνια που ζώνουν οι κουδουναραίοι γύρω από τη μέση είναι διαφόρων ειδών και σχημάτων (κόμπορες, κουδούνες, κύπρια, πάφλα), και πέφτουν πάνω από τις προβιές ζώων (κατσικιών η κριαριών).

Οι κουδουναραίοι εμφανίζονται αρχικά στο νεκροταφείο του χωριού για να σημάνουν με τα κουδουνίσματά τους πρώτα εκεί το χαρμόσυνο μήνυμα της ανάστασης της φύσης. Μετά, κι ενώ τα κουδούνια βροντούν ακατάπαυστα αντηχώντας την  ελπίδα του ανθοφόρου οργασμού σωμάτων, πνευμάτων και ψυχών, εξορμούν σε όλο το χωριό τραγουδώντας “Καλώς τη την Σαρακοστή με σκόρδα με μαρούλια, Καλώς τα και τα ξώλαμπρα με γέλια και τραγούδια”, πειράζοντας τους περαστικούς και κάνοντας στάσεις σε σπίτια, όπου οι κάτοικοι τους κερνούν και τραγουδούν μαζί τους- το ίδιο γίνεται και σε καφενεία κλπ… Αυτό γίνεται κάθε μέρα ως και την Καθαρά Δευτέρα.


Το Μπουρανί 


Είναι ένα λαϊκό πανηγύρι, μια αναβίωση ενός αρχαίου διονυσιακού τελετουργικού, στην ουσία η γιορτή του φαλλού, που συμβολίζει την αναπαραγωγή και την ευτεκνία.
Οι φαλλοί είναι τα συνέθεστερα αφιερώματα στο Διόνυσο.

Κύριο στοιχείο της λατρείας του Διονύσου ήταν  και οι φαλληφορίες, πομπικές μεταφορές φαλλών μεγάλων διαστάσεων καμωμένων από δέρμα ή ξύλο και μάλιστα από συκιά.

 Οι φαλληφορίες ήταν ένα δρώμενο στα Μικρά και στα Μεγάλα Διονύσια των αρχαίων. Η πομπή είχε τον χαρακτήρα ευχαριστίας προορισμένης να προκαλέσει την ευφορία των αγρών, των κήπων και την γονιμότητα των σπιτικών.

Κατάλοιπο της φαλληφορίας των αρχαίων είναι το  μπουρανί, έθιμο της Καθαρά Δευτέρας στον Τύρναβο.

Οι κάτοικοι της πόλης πηγαίνουν στο εξωκλήσι του Προφήτη Ηλία στα βόρεια της πόλης σ’ έναν ελεύθερο ευρύ χώρο. Η πορεία γίνεται σε πομπή, της οποίας προηγούνται διάφορες ομάδες (θίασοι) μεταμφιεσμένων ή μη (μόνον ανδρών), οι οποίοι κουβαλούσαν όλα τα απαραίτητα για τη λειτουργία. Όταν η πόλη έφθανε στο χώρο του Προφήτη Ηλία εκεί κάθε ομάδα έστρωνε στο έδαφος διάφορα φαγητά και μια μεγάλη φιάλη σε σχήμα «φαλλού» γεμάτη με κρασί ή με κράμα ούζου ή τσίπουρου με νερό. Παράλληλα άναβαν φωτιά πάνω στην οποία παρασκευάζονταν το «Μπουρανί», μια χορτόσουπα από σπανάκι και ξύδι για να νοστιμίζει.

Αφού γινόταν το Μπουρανί που είχε την μορφή σούπας σερβιριζόταν στους «μυουμένους» ως μέθεξη -συμμετοχή στα δρώμενα- και έτσι άρχιζε ο χορός και τα τραγούδια, οι αστεϊσμοί και τα πειράγματα με άσεμνες βασικά εκφράσεις. Πολλοί από τους άντρες που συμμετείχαν σ’ αυτό το τελετουργικό κρατούσαν στα χέρια τους φαλλούς σαν σκήπτρα και ήταν κατασκευασμένα από ξύλο ή πηλό ή ακόμα και από ψωμί και που αποτελούσαν το κυριότερο τελετουργικό σύμβολο. Στο έθιμο αυτό συμμετείχαν αυστηρά μόνο άντρες ενώ οι γυναίκες απείχαν, ίσως για λόγους σεμνοτυφίας λόγω των φερόμενων φαλλικών συμβόλων. Γυναικόπαιδα όμως παρακολουθούσαν τα δρώμενα καθώς επίσης και πλήθη επισκεπτών από διάφορα μέρη της Ελλάδας.

 Τα «μουζώματα», « μουτζουρώματα» και «αλευροπόλεμος»

Το έθιμο με τα «μουζώματα» στον Αρχάγγελο Ρόδου έχει τις ρίζες του αρκετές δεκαετίες πίσω και σύμφωνα με κάποιους λαογράφους είναι κατάλοιπο των Διονυσιακών γιορτών. Τα παλαιότερα χρόνια την ημέρα της Καθαρής Δευτέρας ντύνονταν με προβιές από πρόβατα και κατσίκια, που ετοίμαζαν το προηγούμενο χρονικό διάστημα και κάλυπταν τα πρόσωπα τους με πίτουρα και σπασμένο κάρβουνο στο οποίο έριχναν λίγο λάδι. Τώρα, το βάψιμο των προσώπων γίνεται με σύγχρονα μέσα.


Στα μουτζουρώματα, έθιμο για να ξορκιστεί το κακό και το ανεπιθύμητο, η διασκέδαση είναι μεγάλη και η φασαρία από τις φωνές μεγαλύτερη. Μουτζούρωμα όχι βρωμιά, μέσα και κάτω από το οποίο πάντα κρύβεται η ανθρώπινη πλευρά, το φως, η καθαρότητα.

Θεσμός πλέον, το έθιμο του «αλευροπόλεμου» αναβιώνει στο Γαλαξίδι εδώ και τρείς αιώνες. Τον πρώτο λόγο έχει φυσικά το αλεύρι! Γενναιόδωρες ποσότητες αλευριού εκτοξεύονται μεταξύ των καρναβαλιστών, οι οποίοι όπως ορίζει το έθιμο, πρέπει να είναι μουτζουρωμένοι με κάρβουνο στο πρόσωπο. Βέβαια τα τελευταία χρόνια, τα πρόσωπα κυριολεκτικά σκεπάζονται από ένα σωρό πρωτότυπα μάλλον υλικά, όπως το λουλάκι, το βερνίκι παπουτσιών κ.ά. Το έθιμο έχει τις ρίζες του στην τουρκοκρατία



Ο  Καλόγερος
 

Στη Μακεδονία, ιδιαίτερα στα χωριά των Σερρών και της Δράμας που εγκαταστάθηκαν οι πρόσφυγες της Ανατολικής Ρωμυλίας, «εγκαταστάθηκε» μαζί τους και ο Καλόγερος, το αποκριάτικο έθιμό τους.

 Σε αυτό συμμετέχουν μόνο άνδρες και υποδύονται διάφορους ρόλους (Βασιλέας, Βασίλισσα, Βασιλόπουλο, Κορίτσα, Ζευγολάτης, Σιδεράς, Ψωμάς, Μπαρμπέρης, Δαμαλάκια, τα παλικάρια που σέρνουν το άροτρο για την ιερή γονιμοποίηση της γης κ.ά.). Παλιά, ο ρόλος του Καλόγερου ήταν κληρονομικό δικαίωμα μιας οικογένειας, το οποίο όμως σήμερα έχει ατονήσει. Επικεφαλής του δρώμενου, ο Καλόγερος, με τη συνοδεία μουσικής, ξεκινά την τελετουργική επίσκεψη στα σπίτια του χωριού. Όποιον προλάβει στο διάβα του τον λασπώνει με ένα σφουγγάρι που κρατά. Στα σπίτια οι νοικοκυρές ραίνουν τον Καλόγερο με στάρι, κριθάρι και άλλους σπόρους και ανταλλάσσουν μαζί του ευχές για καλή παραγωγή. Το Βασιλόπουλο βάζει κρασί σε ένα ποτήρι, το δίνει στον Βασιλέα κι αυτός στον νοικοκύρη. Το έθιμο περιλαμβάνει και αναπαράσταση οργώματος.

Σκύρος: ο «Γέρος», η «Κορέλα» και ο «Φράγκος»



Ο «Γέρος», η «Κορέλα» και ο «Φράγκος» είναι τα κεντρικά πρόσωπα στη σκυριανή Αποκριά. Ο «Γέρος» είναι ντυμένος με ολόσωμη, τραγίσια προβιά, φοράει δεκάδες κουδούνια προβάτων και μια μάσκα επίσης από προβιά μικρού γιδιού. Η «Κορέλα» είναι ένας νέος ντυμένος με γυναικεία παραδοσιακή φορεσιά και με μάσκα ίδια με του «Γέρου». Ο «Φράγκος» φορά παντελόνι, μια οποιαδήποτε μάσκα, ένα μεγάλο κουδούνι πίσω στη μέση και κρατά ένα μεγάλο κοχύλι το οποίο φυσά συνέχεια. Η ετερόκλητη αυτή παρέα γυρνάει στους δρόμους σκορπίζοντας το κέφι και τη χαρά στους περαστικούς και στους νοικοκυραίους. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι θεατρικές παραστάσεις και οι απαγγελίες από ερασιτέχνες ηθοποιούς, στις οποίες σατιρίζονται θέματα της επικαιρότητας


Οι “τράγοι” του Σοχού”


 
Το καρναβάλι του Σοχού διατηρεί πάρα πολλά στοιχεία από την αρχαιοελληνική λατρεία.

 «Κουδουνοφόροι Τράγοι» που αιώνες πριν, μέχρι σήμερα, την περίοδο της Αποκριάς γεμίζουν τους δρόμους του Σοχού, αναστατώνουν γη και ουρανό. Ομάδες μεταμφιεσμένων με μαύρες γιδοπροβιές ζωσμένοι με τη ντουζίνα, τα τέσσερα ογκώδη σιδερένια κουδούνια κ.α. παρουσιάζονται από παντού, χοροπηδούν και σείουν τα κουδούνια τους, μαζεύονται και τραγουδούν. Επίσης συμβολικές πράξεις συνδυάζονται με ιστορικά γεγονότα ή μύθους.


Oι «αράπηδες» όπως ονομάζονται εδώ οι μασκοφόροι, τις τρεις τελευταίες μέρες της Aποκριάς τριγυρνάνε στο χωριό από σπίτι σε σπίτι, προσφέροντας ούζο σε φίλους και συγγενείς. Ιδιαίτερα εντυπωσιακή είναι η προσωπίδα τους, μια μάσκα που καλύπτει όλο το πρόσωπο και καταλήγει σ' ένα ψηλό λοφίο από κορδέλες. Είναι φτιαγμένη από μαύρο ύφασμα, πάνω στο οποίο κεντιούνται σε γεωμετρικούς σχεδιασμούς πολύχρωμα κομμάτια υφάσματος. Στη θέση του στόματος κρέμονται μουστάκια από ουρά αλόγου.

Στη μέση οι "αράπηδες" φοράνε κουδούνια, μέσα αποτρεπτικά εναντίον των δαιμόνων. Παρόλο που οι ρίζες αυτών των εθίμων ανάγονται στην παγανιστική λατρεία, η τελευταία ημέρα στο Σοχό είναι επηρεασμένη από τη χριστιανική θρησκεία. Eίναι η μέρα της μετάνοιας ή "προσταβάνι", όπως το αποκαλούν οι ντόπιοι. Oι νεότεροι επισκέπτονται τους ηλικιωμένους συγγενείς και τους ζητούν συγχώρεση, τους φιλούν το χέρι και τους προσφέρουν ένα πορτοκάλι.



Η σχέση των κουδουνοφόρων με το θεό Πάνα


Η ένδυση με στολές από δέρματα ζωών υποδηλώνει τον τραγόμορφο θεό Πάνα που ήταν γιος του Ερμή και μίας νύμφης. Είχε ανθρώπινο σώμα τριχωτό, πόδια και αυτιά τράγου, κέρατα και ουρά κατσίκας. Του άρεσε να δημιουργεί πανικό και να τρομάζει τους περαστικούς, ακριβώς όπως τρόμαξαν και οι εχθροί στη θέα των τραγόμορφων στρατιωτών.

Με το χριστιανισμό ο Πάνας αντικαταστάθηκε με τον άγιο Χριστόφορο που τιμάται στο Σοχό ιδιαίτερα. Στην κεντρική εκκλησία του Σοχού, στο ναό του Αγίου Γεωργίου, υπήρχε η τραγόμορφη εικόνα του Αγίου Χριστοφόρου, όπου σύμφωνα με την παράδοση, κλείστηκε γυμνός σε ένα κελί με μια γυναίκα, και για να μην αμαρτήσει πήρε μορφή τράγου.

Επίσης ο Άγιος Χριστόφορος είναι γνωστός ως «Κυνοκέφαλος», που σ' αυτή τη περίπτωση υπάρχει συσχέτιση με τον αρχαίο θεό Απόλλωνα που παρουσιάζεται σε παραστάσεις και ως λύκος και η μητέρα του η Λητώ όταν τον γεννά είναι μεταμορφωμένη σε λύκαινα.


ΕΒΡΟΣ -Ελαία, Το έθιμο του  '' Μπέη ''


Ο Μπέης είναι ένα καθαρά λαογραφικό έθιμο της Θράκης και ειδικότερα του βόρειου Έβρου. Εκτός από την Ελαία, αναβιώνει σε πολλά χωριά του Έβρου, όπως Μαράσια, Κόμαρα, στο Παλιούρι, αλλά και ως «Βασιλιάς» στα Πετρωτά.

Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας ονομαζόταν έτσι ο Τούρκος αξιωματούχος που εξουσίαζε απόλυτα μια ορισμένη γεωγραφική περιοχή. Σύμφωνα πάντα με την παράδοση, οι υπόδουλοι Θρακιώτες για μια μόνο μέρα μπορούσαν να κάνουν ό,τι ήθελαν τους Τούρκους, δηλαδή να τους πειράξουν, να τους βρίσουν και άλλα διάφορα.


Ο Μπέης συνοδευόμενος από την ακολουθία του, που αποτελείται από: δύο γκάιντες, μερικά χανουμάκια, δύο σωματοφύλακες προσωπική φρουρά ή κουρουτζήδες (σημαίνει: αγροφύλακες), τον έφορο, τον γιατρό, τη νοσοκόμα, το γύφτο και τη γύφτισσα με το μωρά της, όλα τα παιδιά του χωριού καθώς και όσους θέλουν περιοδεύει μέσα στο χωριό, από σοκάκι σε σοκάκι και μαζεύει τον υποτιθέμενο “Φόρο εισοδήματος” που πλήρωναν παλιότερα οι Έλληνες υπόδουλοι. Σε κάθε αυλή η νοικοκυρά κερνάει όλη τη συνοδεία με κρασί (ή ούζο), μεζέδες και γλυκά, και ο νοικοκύρης προσφέρει το Φόρο.

Ο “φόρος” αυτός μεταφράζεται σε χρήμα και στάρι. Αφού δοθεί στον Μπέη το δοχείο με το στάρι εύχεται “καλή σοδειά και καλή προκοπή” και συνεχίζει το γύρισμα του χωριού.

Στη διάρκεια της περιφοράς, όποιος πειράξει το μωρό της γύφτισσας, πιάνεται από τους κουρουτζήδες και “καλυβώνεται” (πεταλώνεται) συμβολικά του καρφώνουν το πόδι, τον πεταλώνουν και είναι υποχρεωμένος να πληρώσει φόρο, σαν αποζημίωση.

Κατά το μεσημέρι αφού τελειώσει η περιοδεία, το άρμα του Μπέη έρχεται στην πλατεία που είναι κατάμεστη από κόσμο που μαζεύεται από τη γύρω περιοχή. Το έθιμο αυτό έχει χαρακτήρα λαϊκού πανηγυριού. Στην κεντρική πλατεία του χωριού, που είναι αμφιθεατρική, υπάρχει ειδικός χώρος για να γίνουν τα απαραίτητα έθιμα. Οι κοπέλες ντυμένες παραδοσιακά σχηματίζουν κύκλο γύρω από τον χώρο αυτό.

Ο Μπέης με τους επιτελείς του μετρά το χωράφι για να “κόψει καπάκι”, όπως λένε. Μετά βάζει στο ζυγό του ξύλινου αλετριού, το γύφτο και την γύφτισσα. Το όργωμα έχει αρχίσει. Ο γύφτος και η γύφτισσα κάνουν “νούμερα”, λιποθυμούν, ξεφεύγουν και τρέχουν ν’ αποφύγουν το μαρτύριο, αγκαλιάζονται τρυφερά αλλά τους το απαγορεύουν οι φύλακες και έτσι συνεχίζουν.

Ακολουθεί η σπορά. Ο Μπέης σπέρνει με το χέρι, με τη συνοδεία των Φρουρών του και του έφορα. Το έθιμο ορίζει πως κάποιος πρέπει να προσπαθήσει να κλέψει το δοχείο που έχει το σιτάρι και να το πετάξει ψηλά. Αν το δοχείο αναποδογυριστεί κατά την πτώση του, η χρονιά θα ‘ναι ανάποδη, αν όμως πέσει κανονικά η σοδειά θα πάει καλά.

Μετά τη σπορά σειρά έχει ο θέρος. Το θέρισμα γίνεται με δρεπάνια, από τους κουρουτζήδες, στο τέλος ξαπλώνονται ο ένας πάνω στον άλλο και σχηματίζουν την θημωνιά (στίβα από δεμάτια). Αφού θεριστεί το στάρι ακολουθεί το αλώνισμα με τον παραδοσιακό πάντα τρόπο. Το αλώνισμα γίνεται με τη “ντουκάνα” (ξύλινο εργαλείο που έχει πάνω του καρφωμένες χιλιάδες πετρούλες και όταν σέρνεται στ’ αλώνι ξεχωρίζει το στάρι από τα στάχυα). Η “ντουκάνα” σέρνεται από ζώα, στο έθιμο όμως απ’ το γύφτο και τη γύφτισσα, για να γίνει εμφανής η εκμετάλλευση του ανθρώπου ειδικά του υπόδουλου Έλληνα (κι ας μας λένε ακόμα και τώρα Τούρκους).

Έτσι κλείνει ο κύκλος των γεωργικών εργασιών.

Άναμμα φωτιάς  

Φανός Κοζάνης


 
Μπουμπούνες Καστοριάς




Το στοιχειό της Χάρμαινας


Λαϊκό δρώμενο που γίνεται κάθε χρόνο στην Άμφισσα, το τελευταίο Σαββατοκύριακο της Αποκριάς.

Οι θρύλοι για τα «στοιχειά» είχαν μεγάλη διάδοση στην περιοχή. Λέγεται πως τα «στοιχειά» αποτελούν ψυχές σκοτωμένων ανθρώπων ή ζώων που τριγύριζαν στα σοκάκια της πόλης. Το σπουδαιότερο στοιχειό, που είναι συνδεδεμένο με την παράδοση, είναι το στοιχειό της «Χάρμαινας».



Αυτό αγαπούσε και προστάτευε τους ταμπάκηδες (βυρσοδέψες), που η δουλειά τούς ανάγκαζε να βρίσκονται στη Βρύση νύχτα – μέρα. Πολλοί ορκίστηκαν πως είδαν το στοιχειό να τριγυρίζει τη νύχτα σ' όλη τη συνοικία, να καταλήγει στην πηγή του νερού και να χάνεται. Ακόμη, διηγούνται οι πιο παλαιοί πως το στοιχειό της Χάρμαινας έβγαινε κάθε Σάββατο βράδυ, κατέβαινε από της «Κολοκυθούς το Ρέμα» και γύριζε στους δρόμους, μουγκρίζοντας και σέρνοντας αλυσίδες.

Το τελευταίο Σαββατοκύριακο της Αποκριάς, αναβιώνει στην Άμφισσα ο θρύλος του «Στοιχειού». Από τη συνοικία Χάρμαινα, όπου βρίσκονται τα παλιά Ταμπάκικα και τα σκαλιά του Αϊ Νικόλα κατεβαίνει το «στοιχειό» και μαζί ακολουθούν εκατοντάδες μεταμφιεσμένοι. Στο ιστορικό μεγάλο καφενείο της πόλης γίνονται συζητήσεις σατιρικού περιεχομένου για τους θρύλους και τα στοιχειά.

 Το έθιμο Γενίτσαροι και Μπούλες την αποκριά



Το έθιμο Γενίτσαροι και Μπούλες (συναντάται και ως "Γιανίτσαροι και Μπούλες", σε πιο βαριά Ναουσαίικα) είναι ένα παραδοσιακό δρώμενο στη Νάουσα την περίοδο της αποκριάς. Ο χαρακτηριστικός ήχος του ζουρνά και το νταούλι, τους συνοδεύει σε κάθε τους βήμα, καθώς χορεύουν στους δρόμους της Νάουσας κατά ομάδες (μπουλούκια). 

Το πρόγραμμά τους την Κυριακή της Αποκριάς, έχει συνήθως κάπως έτσι:

Το πρωί γίνεται το ντύσιμο του Γενίτσαρου και το μάζεμα του μπουλουκιού. Πριν το μεσημέρι, μαζεύονται στο δημαρχείο για να χορέψουν και να πάρουν την άδεια του δημάρχου για να χορέψουν στην πόλη. Συνεχίζουν με χορό στους δρόμους. Το απόγευμα γίνεται το βγάλσιμο του προσώπου (μάσκας)

Το ιδιαίτερο αυτό έθιμο της αποκριάς, που δίνει έντονο παραδοσιακό χρώμα στο καρναβάλι της Νάουσας, χρονολογείται στον 18ο αιώνα, ενώ οι ρίζες του ανιχνεύονται σε γιορτές στην αρχαία Ελλάδα, σχετικές με τον θεό Διόνυσο.

Οι χορευτές φοράνε δύο ειδών στολές, οι περισσότεροι φοράνε την στολή με την φουστανέλα η οποία είναι η αντρική στολή και υπάρχει ανάμεσά τους και κάποιος ντυμένος με μία γυναικεία στολή.

Έχει καθιερωθεί τα άτομα με τις αντρικές στολές να αποκαλούνται Γενίτσαροι και το άτομο με την γυναικεία στολή να αποκαλείται Μπούλα. Όμως παρόλα αυτά υπάρχει και μία διαφορετική άποψη, με αρκετούς υποστηρικτές, γύρω από την ονομασία σύμφωνα με την οποία όλοι οι χορευτές ονομάζονται Μπούλες και η γυναικεία μορφή ανάμεσα τους είναι η Νύφη.


Το καρναβάλι της Πάτρας.


Το Πατρινό καρναβάλι αποτελεί τόσο τη μεγαλύτερη όσο και την παλιότερη αποκριάτικη εκδήλωση στην Ελλάδα. Μετρά 180 χρόνια ιστορίας. Το καρναβάλι της Πάτρας δεν είναι ένα μεμονωμένο γεγονός αλλά ένα σύνολο εκδηλώσεων που περιλαμβάνουν χορούς, παρελάσεις, κυνήγι κρυμμένου θησαυρού, καρναβάλι των μικρών κ.ά. Οι εκδηλώσεις αρχίζουν στις 17 Ιανουαρίου και διαρκούν μέχρι την Καθαρά Δευτέρα. Κορυφώνεται το τελευταίο Σαββατοκύριακο της Αποκριάς με την νυχτερινή ποδαράτη παρέλαση των πληρωμάτων του Σαββάτου, τη φαντασμαγορική μεγάλη παρέλαση αρμάτων και πληρωμάτων της Κυριακής και τέλος το τελετουργικό κάψιμο του βασιλιά καρνάβαλου στο μόλο της Αγίου Νικολάου στο λιμάνι της Πάτρας.
 
Το καρναβάλι της Ξάνθης

Ο θεσμός με τη μεγαλύτερη διάρκεια ζωής στην πόλη της Ξάνθης είναι αυτός του Ξανθιώτικου Καρναβαλιού - Θρακικών Λαογραφικών Εορτών, που ξεκίνησε το 1966.



Η Ξάνθη διοργανώνει το μεγαλύτερο Καρναβάλι της Βόρειας Ελλάδας και το δεύτερο μεγαλύτερο σε όλη την Ελλάδα. Κάθε χρόνο στην περίοδο του τριωδίου διοργανώνονται δεκάδες εκδηλώσεις για μικρούς και μεγάλους.