Απόκριες, τρεις βδομάδες γεμάτες έθιμα, αγροτικής κυρίως
προελεύσεως που τελούνται αυτή την εποχή, λίγο πριν από τον ερχομό της
άνοιξης, από τα πανάρχαια χρόνια, για να καλωσορίσουν και να πανηγυρίσουν την
ετήσια κυκλική αναγέννηση – αναζωογόνηση της φύσης.
Τρεις βδομάδες
ουσιαστικής αποχής από το κρέας- Απόκρεως. Carna vale, δηλ. κρέας ( έχε) γεια, όπως
έλεγαν οι Λατίνοι, από όπου προέρχεται η λέξη Καρναβάλι. Το Καρναβάλι κατάλοιπο των αρχαίων διονυσιακών
γιορτών, είναι ουσιαστικά ένα κόσμος ουτοπικός, και γι’ αυτό το λόγο κατ’ ανάγκη εφήμερος.
Οι μάσκες και οι κατάλληλες
μεταμφιέσεις προσφέρουν στον «καταπιεσμένο» άνθρωπο νέες δυνατότητες
έκφρασης, κίνησης και ελευθεριότητας, αφού η «προκάλυψη» αυτή του
επιτρέπει τα ανεπίτρεπτο. Η μάσκα είναι
το κύριο «άλλοθι» για να εκφράσει – πιθανότατα για μια και μόνη φορά την πραγματική διάσταση του εαυτού του και όχι αυτή της
καθημερινότητάς του.
Τα αθυρόστομα
αποκριάτικα τραγούδια αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της πανάρχαιας
ιεροτελεστίας που αναφέρεται στην άνοιξη και την καλοτυχία, ενώ ταυτόχρονο
γεφυρώνουν τις αρχαίες διονυσιακές οργιαστικές τελετές με το σύγχρονο
αποκριάτικο πανηγύρι. Η αιώνια πάλη των
φύλων, η ζωή, ο θάνατος, η χαρά, η θλίψη, η επιστροφή στις ρίζες του ανθρώπου
στη φύση, ο ερωτισμός και η γονιμότητα, όλα ζωντανεύουν μέσα από παρωδίες,
παραδοσιακά τραγούδια ενίοτε με άσεμνο περιεχόμενο και καυστικό χαρακτήρα. Η Αποκριά γιορτάζεται συνήθως το Φεβρουάριο. Η
περίοδος αυτή συμπίπτει με τα Ανθεστήρια της ελληνικής αρχαιότητας.
Τα Ανθεστήρια, ήταν μία από τις
αρχαιότερες ελληνικές γιορτές για το Διόνυσο, που ξεκίνησε από την Αττική και μεταφέρθηκε στις Ιωνικές αποικίες της Μικράς Ασίας.
Τα Ανθεστήρια τελούνταν
στο μεγάλο ιερό «Εν Λίμναις» του Διονύσου, στη Γαργαρέττα (Κουκάκι) πίσω από του Λόφο του Φιλοπάππου, ίσως κοντά στον Ιλισσό, ο οποίος άνοιγε μόνο
μια φορά τον χρόνο,
στις 12 του Ανθεστηριώνα.
Κάτω από την επίβλεψη
του άρχοντος Βασιλέως τελούνταν τα τριήμερα ανθεστήρια, 11,12
και 13 του μηνός Ανθεστηριώνα, μια περίοδο που αντιστοιχεί
στο τέλος Φεβρουαρίου - αρχές Μαρτίου του δικού μας ημερολογίου, προς τιμή του « Εν Λίμναις» Διονύσου και του θεού Ερμή « Χθονίου».
Τα Ανθεστήρια σύμφωνα με την παράδοση
ιδρύθηκαν σε πανάρχαιους χρόνους από τον Αμφικτύωνα, γιο του Δευκαλίωνα και της Πύρρας, υπήρξαν μια από κοινού εορτή των λουλουδιών και των «τεθνεώτων» , μία εορτή που
ξαναέφερνε τα άνθη στον προαιώνιο συμβολισμό της κυκλικώς αναγεννώμενης ζωής.
Σε αντίθεση με τις άλλες μεγάλες επίσημες γιορτές του Αττικού εορτολογίου, τα Ανθεστήρια ήταν περισσότερο μια λαϊκή γιορτή όπου τηρούνταν παλιά παραδοσιακά έθιμα σε οικιακό επίπεδο και δεν υπήρχαν οι μεγάλης κλίμακας προετοιμασίες και η σημαντική δημόσια μέριμνα που παρατηρούνται σε άλλες περιστάσεις, όπως στα Μεγάλα Διονύσια και τα Παναθήναια.
Οι γραπτές πηγές και η εικονογραφία αποκαλύπτουν τις
ποικίλες όψεις του εορτασμού των Ανθεστηρίων που κινούνταν, όπως και στο Πάσχα
των ορθόδοξων Χριστιανών, ανάμεσα σε δύο άκρα: την άκρατη χαρά για τη ζωή και την βαθιά θλίψη για το θάνατο. Ήταν
μια γιορτή αφιερωμένη στην αναγέννηση
της φύσης, τα λουλούδια και το κρασί, μια ευκαιρία να κάνουν δώρα στα
μικρά παιδιά και να γλεντήσουν. Συγχρόνως οι αρχαίοι Αθηναίοι πίστευαν ότι τις
τρεις μέρες που διαρκούσαν τα Ανθεστήρια τα πνεύματα των νεκρών επέστρεφαν και κυκλοφορούσαν μέσα στην πόλη και με
το τέλος των εορτασμών έπρεπε να τα απωθήσουν πάλι στον Κάτω Κόσμο.
Στην πρώτη μέρα, τα Πιθοίγια, άνοιγαν πανηγυρικά τα πιθάρια του κρασιού, απ’ όπου και
το όνομα της γιορτής, για τη μετάληψη του νέου κρασιού. Πρόσφεραν από αυτό πρώτα στο θεό Διόνυσο,
στο εν Λίμναις ιερό του στην Αθήνα. Κάνανε σπονδές έξω από το κλειστό ιερό του θεού προς
τιμή του, ευχόμενοι να
καταναλώσουν αίσια την καινούρια παραγωγή. Δοκίμαζαν οι ίδιοι το
κρασί και χόρευαν και τραγουδούσαν ευχαριστώντας το Διόνυσο.
H μέρα αυτή, όπως και η επόμενη, ήταν απόλυτη αργία από
κάθε άλλη δραστηριότητα για όλους τους Αθηναίους, ακόμη και τους δούλους, και
σε κάθε αθηναϊκό σπίτι οργανωνόταν ένα μεγάλο συμπόσιο.
Η δεύτερη μέρα ήταν η κύρια μέρα της
γιορτής κι ονομαζόταν Χόες. Αυτή
τη μέρα οι Αθηναίοι χρησιμοποιούσαν στο εορταστικό οικογενειακό συμπόσιο ένα
πολύ χαρακτηριστικό μικρό αγγείο,
μια μικρή οινοχοή, που
ονομαζόταν χους. Κάθε ένας είχε
τον δικό του χου, ίδιο σε μέγεθος για όλους. Επάνω στα αγγεία αυτά, στους χόες, σώζονται
παραστάσεις που προσφέρουν πολυτιμότατες πληροφορίες τόσο για τον εορτασμό των
Ανθεστηρίων, όσο κυρίως
για τη ζωή των μικρών παιδιών.
Tη δεύτερη μέρα των Ανθεστηρίων, κατά το έθιμο, στο οικογενειακό συμπόσιο λάμβαναν μέρος για πρώτη φορά τα νέα μέλη κάθε οικογένειας, τα τρίχρονα παιδιά, που οι μεγάλοι τους έκαναν δώρα και τους χάριζαν το δικό τους μικρό κανατάκι. και τα στεφάνωναν με λουλούδια.
Είναι χαρακτηριστικό, όσο και συγκινητικό, ότι όταν ένα παιδάκι πέθαινε πριν γιορτάσει τα πρώτα του επίσημα Ανθεστήρια, οι δικοί του έβαζαν συνήθως μαζί του στον τάφο τον χου που δεν πρόλαβε να χρησιμοποιήσει.
Tη δεύτερη μέρα των Ανθεστηρίων, κατά το έθιμο, στο οικογενειακό συμπόσιο λάμβαναν μέρος για πρώτη φορά τα νέα μέλη κάθε οικογένειας, τα τρίχρονα παιδιά, που οι μεγάλοι τους έκαναν δώρα και τους χάριζαν το δικό τους μικρό κανατάκι. και τα στεφάνωναν με λουλούδια.
Είναι χαρακτηριστικό, όσο και συγκινητικό, ότι όταν ένα παιδάκι πέθαινε πριν γιορτάσει τα πρώτα του επίσημα Ανθεστήρια, οι δικοί του έβαζαν συνήθως μαζί του στον τάφο τον χου που δεν πρόλαβε να χρησιμοποιήσει.
Το στεφάνωμα συμβολίζει την επαφή με τη βλάστηση, που ενσωματώνει τη
δύναμης της ανανεώμενης ζωής αλλά και είναι προοίμιο για την
καταγραφή των παιδιών στους καταλόγους των «φρατόρων» που γινόταν το φθινόπωρο, δηλ είναι μια μυητική πράξη που συμβολίζει το
πέρασμα των παιδιών από το ένα στάδιο της ζωής τους σε ένα άλλο. Τα παιδιά που συμπλήρωναν τα τρία χρόνια ζωής τους μετά τη γιορτή των Ανθεστηρίων δε γράφονταν στους καταλόγους το φθινόπωρο αλλά θα περίμεναν να γιορτάσουν τα πρώτα τους Ανθεστήρια και μετά να εγγραφούν.
Την ίδια μέρα είχαν το συνήθειο να
στέλνουν δώρα, καθώς και τους μισθούς στους δασκάλους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου