Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2019

Αρχαιολογικός Χώρος Ισθμίας


1. Ο Ναός του Ποσειδώνα


Αναπαράσταση αρχικού ναού
Ο πρώτος ναός του Ποσειδώνος οικοδομήθηκε από τους Κορίνθιους στο α΄ μισό του 7ου αι. Αυτός ο ναός μαζί με έναν άλλο ναό στην Κόρινθο αποτελούν τα παλαιότερα δείγματα μνημειακής ναοδομίας, τεκμηριώνοντας έτσι τη μεγάλη συμβολή της Κορίνθου στη δημιουργία του δωρικού ρυθμού στον ελλαδικό χώρο.


Τα κατάλοιπα από τον πρώτο ναό της Ισθμίας είναι ελάχιστα, αλλά επιτρέπουν στους ειδικούς να του δώσουν την μορφή του. Ήταν περίπτερος με 7 κίονες στις στενές πλευρές και 18 στις μακρές πλευρές. Οι κίονες ήταν ξύλινοι. Είχε μήκος 40 μ. περίπου και πλάτος 14 μ. Στο διαμήκη άξονά του είχε εσωτερική κιονοστοιχία από 7 ξύλινους κίονες εκ των οποίων οι δυο βρίσκονταν στον πρόναο και οι άλλοι 5 στη σηκό, στον οποίο υπήρχαν δυο είσοδοι, μια για κάθε κλίτος.


Ο σηκός του ναού είχε μήκος 100 ποδιών – εκατόμπεδος - δηλ. 32,38μ. και πλάτος 7,90 μ. και είχε πρόσβαση από τον πρόναο στα ανατολικά. Οι τοίχοι του σηκού έφεραν κονίαμα και πιθανότατα γραπτή ζωφόρο με γεωμετρικά σχέδια και παραστάσεις ανθρώπινων μορφών και ζώων. Στο δυτικό πέρας κάθε κλίτους ήταν στημένο από ένα λατρευτικό άγαλμα  του Ποσειδώνα και της Αμφιτρίτης.  

Κάτοψη αρχικού ναού στο εσωτερικό και του νεότερου εξωτερικά

Ο ναός παρουσιάζει δυο μεγάλες καινοτομίες

α. οι τοίχοι του σηκού ήταν κτισμένοι με μονή σειρά δόμων από ορθογωνισμένους λαξευτούς λίθους μέχρι την κορφή και στολίζονταν  εξωτερικά με ζωγραφική διακόσμηση  

β. η στέγη ήταν καλυμμένη με μεγάλα διπλά πήλινα κεραμίδια που τότε κατασκευάστηκαν για πρώτη φορά. 

ο κλασσικός ναό του Ποσειδώνα σήμερα
Μέσα στον πρόναο ήταν στημένος ένας χάλκινος τρίποδας των Γεωμετρικών χρόνων και δίπλα του ένα μαρμάρινο περιρραντήριο, δηλ. μια τελετουργική λεκάνη που στηριζόταν σε 4 γυναικεία αγάλματα, τα οποία πατούσαν πάνω σε λιοντάρια (Το περιρραντήριο (περί + αίνειν) ήταν αρχαίο ελληνικό αγγείο που χρησίμευε στις λατρείες ως δεξαμενή αγιασμένου νερού. Ήταν κατασκευασμένο από λαξευτή πέτρα, μάρμαρο και σπανιότερα από ψημένο πηλό. Εξωτερικά ήταν διακοσμημένο με τρεις ή τέσσερις γυναικείες μορφές που το κρατούσαν).

Φαίνεται ότι το περιρραντήριο ήταν ένα προσφιλές ανάθημα στο ιερό, αφού τον 7ο και 6ο αι. ήταν στημένα γύρω από το ιερό περισσότερα από 75 αφιερώματα αυτού του είδους αλλά πήλινα. Την ίδια περίοδο υπήρχαν πολλά αναθήματα όπως τρίποδες, όπλα, ιπποσκευές, κοσμήματα και ειδώλια, καθώς και πολλά πήλινα σκεύη και αγγεία. Την ίδια εποχή που κατασκευάστηκε ο ναός πρέπει να κατασκευάστηκε μπροστά του και ο πρώτος βωμός.

Ένας μεγάλος πέτρινος βωμός που βρισκόταν σε μικρή απόσταση, στα ανατολικά του ναού,  είχε μήκος αρχικά 100 ποδιών, περίπου 40 μ. και πλάτος περίπου 2μέτρων.

Στον ναό αυτό ανήκουν οι κεραμίδες στέγης που βρέθηκαν και το περιρραντήριο ( 7ος αι. π.Χ.) που βρίσκονται στο μουσείο.

Ο νέος ναός του Ποσειδώνα στα κλασικά χρόνια 5ος και 4ος αι.


 Τη δεκαετία του 470-460 μια μεγάλη πυρκαγιά κατέστρεψε ολοκληρωτικά το ιερό. Ο νέος ναός κατασκευάστηκε ταχύτατα στον ίδιο χώρο με τον προηγούμενο ναό αλλά αρκετά μεγαλύτερος, έτσι ώστε να αναδειχθεί στο δεύτερο ναό της Πελοποννήσου μετά το ναό του Διός στην Ολυμπία. Και ο Βωμός επιμηκύνθηκε ακόμη περισσότερο εναρμονιζόμενος με τις διαστάσεις του νέου ναού, ο οποίος είχε 6 κίονες στις στενές πλευρές και 13 στις μακριές, ήταν από τοπικό πωρόλιθο, ενώ μάρμαρο χρησιμοποιήθηκε μόνο στη σίμη, που έφερε λεοντοκεφαλές –κρουνούς για την απορροή των όμβριων υδάτων αλλά και στα κεραμίδια της στέγης.

Στο εσωτερικό υπήρχε μια κιονοστοιχία από 6 κίονες καθώς και οι δυο είσοδοι που οδηγούσαν στα δυο κλίτη του σηκού, λόγω της ύπαρξης δυο λατρευτικών αγαλμάτων, του Ποσειδώνα και της Αμφιτρίτης. Οι διαστάσεις του ήταν 54Χ23 μέτρων. Ήταν ο δεύτερος ναός της Πελοποννήσου μετά τον ναό του Διός στην Ολυμπία.   

Ναός Ποσειδώνα και Παλαιμόνιο επί Ανδριανού
Ο κλασικός ναός καταστράφηκε το 390 π.Χ. από πυρκαγιά, στη διάρκεια του Κορινθιακού πολέμου, κατά τις εχθροπραξίες του βασιλιά της Σπάρτης Αγησιλάου και των συνασπισμένων Κορινθίων, Αργείων και Αθηναίων υπό τον Ιφικράτη ( Ξενοφ. Ελληνικά 4,5,4). Η επισκευή λόγω του πολέμου καθυστέρησε. Οι αλλαγές που έγιναν στον καινούριο ναό ήταν η διπλή κιονοστοιχία στο εσωτερικό του, δηλ 2 Χ6  κίονες.

Το ιερό ακμάζει μέχρι το 146 οπότε ο Μόμμος κατέστρεψε την Κόρινθο. Στην εκατονταετία 146- 44 π.Χ. η Κόρινθος παρέμεινε έρημη, φαίνεται πως είχε τελείως παρακμάσει και το ιερό της Ισθμίας, το οποίο είχαν επίσης συλήσει και ερημώσει ταυτόχρονα με την Κόρινθο οι Ρωμαίοι του Μόμμιου. Το διάστημα αυτό τα ίσθμια ετελούντο από του Σικυώνιους. Την εποχή του Τιβέριου γίνεται επανοικισμός της Κορίνθου και τότε το ιερό ανοικοδομήθηκε, ο ναός επισκευάστηκε, κτίστηκε ο πρώτος του περίβολος και νέος βωμός κατασκευάστηκε και αχρήστεψε τον παλιό που ήταν μακρύς και στενός.

Ο ναός, κατά τον 2ο αι. μ.Χ. απέκτησε έναν περίβολο που είχε ιωνική κιονοστοιχία και πρόπυλο στη βορειοανατολική του πλευρά. Στο εσωτερικό του
Αναπαράσταση του ναού κατά τον 2ο αι. μ.Χ.
ο κλασσικός ναός του Ποσειδώνα στον αρχ, χώρο
προστέθηκε μαρμάρινο σύμπλεγμα αποτελούμενο από όρθιο Ποσειδώνα και καθήμενη Αμφιτρίτη. Σώθηκε ο κορμός της τελευταίας καθώς και πλάκες από την ανάγλυφη διακόσμηση  της βάσης, με το κυνήγι του καλυδωνίου κάπρου και το φόνο των Νιοβιδών, που αλληγορικά εκφράζει μια προειδοποίηση προς τους διαγωνιζόμενους αθλητές για την τιμωρία της αλαζονείας και του μη δίκαιου αγώνα.  Το λατρευτικό σύμπλεγμα πιθανότατα αντικαταστάθηκε από χρυσελεφάντινο, ανάθημα του Ηρώδη του Αττικού
Πιστεύεται ότι ο ναός αυτός διατηρήθηκε με αυτήν την μορφή  επί 900 ή 1000 χρόνια οπότε διαλύθηκε για να χρησιμοποιηθεί το υλικό του στο διίσθμιο  τείχος. Το πιθανότερο είναι ότι μετά την κατάργηση των αγώνων από τον Μέγα Θεοδόσιο και τα αυστηρά διατάγματα του Θεοδοσίου του Β΄ για την καταστροφή των ειδωλολατρικών ναών ο ναός του Ίσθμιου Ποσειδώνα  άρχισε να παραμελείται ή και να καταρρέει και ως ερείπιο έδωσε το υλικό του αργότερα για το τείχος του Ιουστινιανού. 



Ο Παυσανίας όταν επισκέφτηκε την περιοχή είδε μέσα στο ιερό αφενός μεν ανδριάντες αθλητών που νίκησαν στα Ίσθμια και αφετέρου δε πεύκα φυτεμένα σε μια σειρά, τα περισσότερα υψώνονταν ίσια προς τα πάνω. Πάνω στο ναό υπήρχαν χάλκινοι Τρίτωνες. Είδε και αγάλματα στον πρόναο δυο του Ποσειδώνα και ένα της Αμφιτρίτης καθώς και ένα χάλκινο άγαλμα της Θάλασσας
Μέσα στο ναό υπήρχαν τα αναθήματα του Ηρώδη του Αθηναίου, ένα τέθριππο δηλ. τέσσερα άλογα επίχρυσα πλην των οπλών, οι οποίες ήταν ελεφάντινες, κοντά στα άλογα ήσαν δυο τρίτωνες χρυσοί και ελεφάντινοι από τη μέση και κάτω, στο άρμα στεκόταν η Αμφιτρίτη και ο Ποσειδώνας καθώς και ένα παιδί όρθιο πάνω σε ένα δελφίνι, ο Παλαίμων, κι αυτοί όλοι είναι καμωμένοι από ελέφαντα και χρυσάφι. Στο βάθρο πάνω στο οποίο ήταν το άρμα , υπήρχε μια ανάγλυφη παράσταση με τη Θάλασσα στη μέση, να σηκώνει τη νεαρή σε ηλικία Αφροδίτη. Από τη μια μεριά και την άλλη παριστάνονταν οι λεγόμενες Νηρηίδες. Ανάμεσα στα αναθήματα υπήρχε και ένα άγαλμα της Γαλήνης και ένα της θάλασσας, το άγαλμα ενός αλόγου που είχε μετά το στήθος τη μορφή κήτους, της Ινούς, του Βελλεροφόντη και του ίππου Πήγασου.          

2. Το στάδιο του 6ου αι. 

Στάδιο 6ου αι. και 3ου αι.
Το φρέαρ που έμπαινε ο αφέτης


Με τη θέσπιση των αγώνων τον 6ο. αι. δημιουργήθηκε η ανάγκη κατασκευής και των απαραίτητων χώρων για τις νέες δραστηριότητες. Έτσι δημιουργήθηκε το πρώτο στάδιο, με την αφετηρία του κοντά στο ναό και στο βωμό του Ποσειδώνος. Από το στάδιο αυτό βρέθηκαν πολλά κατάλοιπα που μας βοηθούν να έχουμε μια εικόνα του πως ήταν.
 Ο στίβος είχε μήκος 600 πόδια – 192 μ. Επειδή κατασκευάστηκε σε ανώμαλο έδαφος χρειάστηκε τεχνητή   επίχωση με χώμα άνω των 5.000 κυβικών μέτρων στο ανατολικό άκρο του. Το έργο αυτό για το οποίο απαιτήθηκε τεράστιος κόπος και δαπάνες καταδεικνύει ότι οι Κορίνθιοι έδιναν μεγάλη σημασία στη διεξαγωγή των αγώνων κατά τη γιορτή των Ισθμίων. Κατά τις ανασκαφές βρέθηκαν κατάλοιπα των πρανών για τους θεατές, που είναι οι αρχαιότερες σωζόμενες παρόμοιες εγκαταστάσεις από όλα τα στάδια της ελληνικής αρχαιότητας.

Λίγο πριν τα μισά του  5ου αι. στο στάδιο προστέθηκαν νέα αναλήμματα που αύξησαν τη χωρητικότητά του σε θεατές, ενώ στην αφετηρία δημιουργήθηκε ένα καινοτόμο σύστημα άφεσης για τους αγώνες δρόμου, η ύσπληξ, όπως την ονόμαζαν οι αρχαίοι, που εμπόδιζε τις πρόωρες εκκινήσεις. Το  σύστημα αυτό αποτελούνταν από ένα τριγωνικό λίθινο κατώφλι, στη μακρά πλευρά του οποίου υπήρχαν ξύλινοι πάσσαλοι που όριζαν τις θέσεις 16 δρομέων
Αναπαράσταση της ύσπληγος στον αρχ. χώρο
Στην κορυφή κάθε πασσάλου υπήρχε οριζόντιο ξύλινο στέλεχος που εμπόδιζε την εκκίνηση κάθε δρομέα.  Αυτή επιτρεπόταν όταν ο αφέτης, που βρισκόταν σε φρέαρ βάθους 1μ. στην κορυφή του τριγώνου, άφηνε ελεύθερα τα σχοινιά που κρατούσε και τα οποία στην άλλη άκρη τους συγκρατούσαν στην οριζόντια θέση το εμπόδιο. Η τριγωνική αυτή βαλβίδα, καθώς και το σύστημα της ύσπληγος  εγκαταλείφτηκαν λίγες δεκαετίες αργότερα και αντικαταστάθηκαν από μια απλή λίθινη επιμήκη βαλβίδα, η οποία όμως τοποθετήθηκε 11 μέτρα πιο μπροστά, με αποτέλεσμα τη μείωση του μήκους της διαδρομής.   

Πάσσαλοι και οριζόντια στελέχη της ύσπληγος
Τα αρχαιότερα αναθήματα  στην Ισθμία που έχουν σχέση με τους αγώνες είναι 8 αλτήρες, εκ των οποίων ένας είναι ενεπίγραφος και φέρει το όνομα του πενταθλητή Κρατίππου, που είχε νικήσει τρεις φορές στο άλμα τον 6ο αι.

Βρέθηκαν επίσης λείψανα τροχού άρματος καθώς και τα μεταλλικά μέρη από χαλινάρια, όλα αυτά φανερώνουν νίκη σε αρματοδρομία. Φαίνεται ότι υπήρχε συνήθεια οι νικητές να αφιερώνουν το νικητήριο άρμα τους μαζί με τα την ιπποσκευή των αλόγων στο ιερό.  
Άποψη του μεγάλου λάκκου για τα ολοκαυτώματα - ο μικρός λάκκος για την ύδρευση του σατδίου


Ελληνιστικοί χρόνοι  3ος  -2ος αι. - Το νέο στάδιο


Η σημαντικότερη αλλαγή που έγινε στο ιερό της Ισθμίας στα Ελληνιστικά χρόνια ήταν η εγκατάλειψη του παλιού σταδίου και η δημιουργία ενός καινούριο μέσα σε μια φυσική κοιλότητα περίπου 250 μ. νοτιοανατολικά του ναού του Ποσειδώνος.

Επειδή το νέο στάδιο είχε ανάγκη επιχώσεων μεταφέρθηκε εκεί χώμα από τα πρανή του παλιού σταδίου. Με αποτέλεσμα να απελευθερωθεί αρκετός χώρος κοντά στο ναό, ο οποίος χρησιμοποιήθηκε για λατρευτικές εκδηλώσεις, οι οποίες γίνονταν εκεί κοντά. 

Η κατασκευή του νέου σταδίου ήταν ενταγμένη στο οικοδομικό πρόγραμμα του Φιλίππου και του Μ. Αλεξάνδρου. Το παλιό στάδιο μέχρι το 300 π.Χ. λειτουργούσε ακόμη ,μέχρι να ολοκληρωθεί η κατασκευή του καινούριου. 

 Ο χώρος δεν έχει ανασκαφεί. Ο στίβος είχε μήκος 181 μ. και στις πλευρές του υπήρχαν εξωτερικοί αγωγοί με λεκάνες, για την παροχή νερού στους αθλητές και θεατές. Στα δυο άκρα υπήρχαν οι επιμήκεις πλάκες των λίθινων βαλβίδων, στις οποίες μπορούσαν να παραταχθούν 16 αθλητές. Στα άκρα των βαλβίδων έχουν σωθεί και οι βάσεις των μηχανισμών της ύσπληγος, που υποδηλώνουν ένα καινούριο και περισσότερο εξελιγμένο σύστημα σε σχέση με εκείνο του παλιού σταδίου. Εδώ τα εμπόδια δεν ήταν ατομικά αλλά μπροστά στους αθλητές τεντωνόταν ένα οριζόντιο σχοινί  στο ύψος της μέσης και του στήθους των δρομέων. Το σχοινί αυτό κρατιόταν στα άκρα από δυο κατακόρυφους  πασσάλους  που σφηνώνονταν μέσα σε  μηχανισμό, το οποίο χειριζόταν ο αφέτης πίσω από τους δρομείς. Έτσι οι δρομείς μπορούσαν να ξεκινήσουν το δρόμο μόνο όταν το εμπόδιο     έπεφτε απότομα μπροστά τους και απελευθέρωνε τη διαδρομή.

Τα πρανή του σταδίου ήταν σκαλισμένα στο φυσικό έδαφος, κατά διαστήματα έφεραν κλίμακες, ενώ σε κάποια  σημεία , όπως στη σφενδόνη και κοντά στο τερματισμό βρέθηκαν λίθινοι πάγκοι, ίσος καθίσματα για τους κριτές.

 Δυο χιλ. Δυτικά του ναού βρέθηκε λάκκος, στον οποίο υπήρχαν στάχτες, χρυσό στεφάνι ελιάς, στλεγγίδες, όπλα και αγγεία. Δίπλα βρέθηκαν υπολείμματα τροχών άμαξας ή άρματος και τρία περιρραντήρια.    Το σύνολο ήταν καλυμμένο με χωμάτινο τα τύμβο, που αργότερα προστέθηκε περίβολος στις τρεις πλευρές του. Ήταν ένα ηρώο αγνώστου αθλητή. Η θέση του αλλά και τα ευρήματα  αποτελούν ενδεικτικά στοιχεία για την τοποθέτηση εκεί του γνωστού  μας από τις γραπτές πηγές του ιπποδρόμου της Ισθμίας. 

Το ιερό εγκαταλείφτηκε στους ύστερους Ελληνιστικούς χρόνους , μάλλον ως αποτέλεσμα της λεηλασίας του από τους Ρωμαίους του Μομμίου το 146 π.Χ. μετά την νίκη τους ισοπέδωσαν την Κόρινθο.

Ο Παυσανίας αναφέρει ότι δεν σταμάτησαν ποτέ οι αγώνες, αλλά συνεχίστηκαν υπό των Σικυωνίων, αλλά δεν μας αναφέρει τον τόπο διεξαγωγή η τους.
  
Αρχαιολογικός χώρος Αρχαίας Ισθμίας
3. Το Θέατρο

Γύρω στο 400 π.Χ. και σε απόσταση 50 μ. περίπου βορειοανατολικά του ναού και στο βάθος μιας φυσικής κοιλότητας κατασκευάστηκε θέατρο για μουσικούς και ποιητικούς αγώνες. Η πρώτη φάση του θεάτρου χρονολογείται στο β΄ μισό του 5ου αι. π.Χ. και είναι σύγχρονη με την κατασκευή του Κλασικού Ναού του Ποσειδώνα και του Κλασικού Σταδίου. Την περίοδο αυτή το θέατρο είχε τρίπλευρο κοίλο 500 περίπου θεατών, τα μέρη του (εδώλια, σκηνή) ήταν κατασκευασμένα από ξύλο και η  ορχήστρα του ήταν ορθογώνια.
 Έναν περίπου αιώνα μετά, το θέατρο ανακατασκευάστηκε. Το κοίλο διευρύνθηκε και απέκτησε καμπύλο σχήμα. Η σκηνή αναμορφώθηκε και κατασκευάστηκε προσκήνιο, του οποίου τα 11 ανοίγματα που δημιουργούνταν ανάμεσα στους πεσσούς στήριξης έκλειναν με περιστρεφόμενες θύρες. Η όλη κατασκευή ήταν από ξύλο και μπορούσε να αποσυναρμολογείται στα μεσοδιαστήματα των εορταστικών περιόδων.

Στην συνέχεια υπέστη πολλές μετατροπές, όπως η εγκατάσταση ξύλινου προσκηνίου με υποστυλώματα, ανάμεσα στα οποία τοποθετούνταν ζωγραφισμένοι πίνακες εν είδη σκηνικού.  Στα μεσοδιαστήματα των εορταστικών εκδηλώσεων το  αποσυναρμολογούσαν.

Στα ρωμαϊκά χρόνια, όταν οι αγώνες επέστρεψαν στο ιερό, το κοίλο του θεάτρου διευρύνθηκε κι άλλο, δημιουργώντας μια καμπύλη 214 μοιρών. Η σκηνή ανακατασκευάστηκε, για την συμμετοχή του αυτοκράτορα Νέρωνα στους αγώνες του 68/69 μ.Χ.

Το Θέατρο διατηρείται σε κακή κατάσταση. Δε σώζονται τα εδώλια του, ενώ τμηματικά σώζεται η σκηνή. Επίσης σε τμήμα της σκηνής δεν έχει ολοκληρωθεί η ανασκαφή.



4. Τα δυο σπήλαια.  

Κάτοψη του ΒΑ σπηλαίου
Στο ιερό χώρο υπήρχαν και δυο σπήλαια, το ένα ΒΑ του ναού του Ποσειδώνος και το άλλο 60μ. ανατολικά από το πρώτο στο ανώτερο τμήμα του κοίλου του θεάτρου,  τα οποία χρονολογούνται στους κλασσικούς χρόνους, διαμορφωμένα στο μαλακό πέτρωμα της περιοχής.

Αποτελούνται από μια αυλή και δυο διαμερίσματα, μέσα στα οποία βρίσκονταν 11 ανάκλιντρα λαξευμένα στα τοιχώματά τους, 5 στον ένα θάλαμο και έξι στον άλλο, καθώς και ορύγματα που λειτουργούσαν ως βωμοί ή εστίες. Πιθανότατα να εξυπηρετούνταν στο εσωτερικό και των δυο σπηλαίων γύρω στα 22 άτομα. Στην μικρή τους  αυλή υπήρχε ένα μικρό κλιμακοστάσιο οδηγούσε στους δυο θαλάμους.  Το φαγητό ετοιμαζόταν έξω από το σπήλαιο. Ειδικά στο σπήλαιο του θεάτρου βρέθηκαν δυο κουζίνες με θρανία περιμετρικά. Στη μια από αυτές τις κουζίνες, σε μια από τις κόγχες που είχαν μείνει ανέπαφες μέχρι το 1959 που έγιναν οι ανασκαφές,  βρέθηκαν 17  μαγειρικά σκεύη

Τα σπήλαια αυτά κατασκευάστηκαν τον ύστερο 5ο αι. π.Χ. και συνέχισαν να χρησιμοποιούνται για έναν αιώνα περίπου. Η ταυτότητα αυτών των ανθρώπων που δειπνούσαν σε αυτά παραμένει μυστήριο, αλλά το πιθανότερο είναι ότι ανήκαν σε μια ομάδα που τιμούσαν κάποια θεότητα της οποίας η λατρεία γινόταν σε υπόγειους χώρους.

Στο ΒΑ Σπήλαιο
  Από τα ευρήματα που ήρθαν στο φως μάλλον πρόκειται για χώρους λατρείας ενός τοπικού ήρωα χθόνιου  χαρακτήρα, μάλλον του Μελικέρτη – Παλαίμονα. Ο μεγάλος αριθμός των αγγείων που βρέθηκαν στο χώρο φανερώνει ότι οι τελετές συνοδεύονταν από κοινά γεύματα των συμμετεχόντων.  Τα γεύματα αυτά θεωρούνται επιβίωση των παμπάλαιων κοινών δείπνων όλων των πιστών γύρω από το βωμό, από τις αρχές της λατρείας.



Στο Βορειοανατολικό σπήλαιο υπήρχε βωμός, κλειστός με ισοδομικά  χτισμένο τοίχο από τις τρεις πλευρές και ανοιχτός από βορά. Ο βωμός αυτός δεν φαίνεται να χει πρόσβαση στο σπήλαιο και πιθανόν να μην συνδέεται με αυτό. Αντίστοιχος βωμός δεν φαίνεται να υπήρχες το σπήλαιο του θεάτρου.
Λίθινος αρωγός νερού. φωτ. Φοίβη


5. Το ιερό  του Παλαίμονα

Λάκκος Α= 1- Λάκκος Β =2 ΛάκκοςΓ= 4.
Σύμφωνα με τον Παυσανία ο τάφος του Παλαίμονα βρισκόταν  στον Ισθμό εκεί όπου βρέθηκε νεκρός από τον Σίσυφο, βασιλιά της Κορίνθου. Δίπλα στον τάφο του υπήρχε βωμός και η ιερά πίτυς - πεύκο
Η πρώτη βεβαιωμένη αρχαιολογική μαρτυρία για τη λατρεία του Παλαίμονα στο χώρο προέρχεται από την Ρωμαϊκή περίοδο – μέσα 1ου μ.Χ. αι.  Τότε δημιουργείται στα βόρεια του αρχαίου σταδίου μικρός ορθογώνιος λάκκος θυσιών –Λάκκος Α . Στο λάκκο αυτό θυσιάζονταν νεαροί ταύροι. Τα ζώα καίγονταν ολόκληρα (ολοκαυτώματα) και τα’ απομεινάρια ρίχνονταν στο λάκκο. Οι συμμετέχοντες πιθανότατα γευμάτιζαν κοντά στο ιερό και κατόπιν έριχναν στην πυρά τα κύπελλα και τις φιάλες τους. Μεγάλα λυχνάρια τοποθετούνταν στο έδαφος και έκαιγαν καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας. Οι Ρωμαίοι, ταύτισαν τον Παλαίμονα, τον θαλάσσιο ήρωα, με τον δικό τους τον Πορτούνους.

Παλαιμόνιο - Λάκκος Α
Στα χρόνια του Αδριανού (138 μ.Χ.) κτίζεται στα ανατολικά του ιερού του Ποσειδώνα κυκλικός ναός (3 στο σχ.) στο σημείο όπου σήμερα είναι ορατή η τετράγωνη θεμελίωσή του κατασκευασμένη με ασβεστοκονίαμα ως συνδετικό υλικό. Την ίδια περίπου εποχή ένας καινούριος λάκκος θυσιών -Λάκκος Β -δημιουργείται λίγα μέτρα νοτιοανατολικά του παλιού, που πλέον έχει γεμίσει από στάχτη και οστά.

Στα μέσα του 2ου αι. μ.Χ. το Παλαιμόνιο (5 στο σχ.)  μεταφέρεται νότια και εξωτερικά του κεντρικού τεμένους και δυτικά απέναντι από τον τρίτο λάκκο θυσιών -Λάκκος Γ . Στο ογκώδες κρηπίδωμα το ναΐσκου βρισκόταν άδυτο, ίσως για μυστική λατρεία, ίσως αποτελούσε το χώρο όπου είχε θαφτεί ο ΠαλαίμοναςΣτην πραγματικότητα πρόκειται για αρχαίο αγωγό νερού που εξυπηρετούσε το στάδιο, ο οποίος από τους μεταγενέστερους ερμηνεύτηκε ως τάφος του Παλαίμονα.
Παλαιμόνιο -ναός
Ο ναός του Παλαίμονα σήμερα
Ο ναός (5) ήταν ένα μονόπτερο κυκλικό οικοδόμημα,  που δεν είχε τοίχο αλλά διαμορφωνόταν από 11 κορινθιακούς κίονες, μέσα στον οποίο τοποθετήθηκε γλυπτό σύμπλεγμα με δελφίνι να φέρει στη ράχη του το νεκρό σώμα του παιδιού. Νομίσματα της εποχής αυτής απεικονίζουν το ναό με το πέρασμα – άδυτο κι ένα μικρό υψωμένο βωμό.

Δίπλα στον ναΐσκο υπήρχε και η ιερά πίτυς, δηλ, το δέντρο από το οποίο φτιάχνονταν τα στεφάνια των νικητών των Ισθμίων. Όλο ο χώρος του Παλαίμονα τοιχίστηκε με περίβολο, στον οποίο κατασκευάστηκε και ανάλογο πρόπυλο. Όλα αυτά δείχνουν ότι στους ρωμαϊκούς χρόνους υπήρξε μια αναζωπύρωση της παλιάς λατρείας, που συνοδεύεται από μνημειακή ανάδειξη των « μαρτυριών» του ιδρυτικού μύθου του ιερού και των αγώνων.

Ο Παυσανίας αναφέρει ότι την εποχή που επισκέφτηκε το χώρο υπήρχε η παράδοση ότι όποιος Κορίνθιος ή ξένος στο ιερό αυτό κάνει ψευδή όρκο, με κανένα τρόπο δεν μπορεί να ξεφύγει από τον όρκο του δηλ. από τα επακόλουθα της ψευδορκίας του. 


6. Ιερό των Κυκλώπων 

Σύμφωνα με τον Παυσανία υπήρχε και ένα ιερό παλιό που λεγόταν βωμός  των Κυκλώπων. Στο βωμό αυτό θυσίαζαν για τους Κύκλωπες.


7. Τα Λουτρά

Ένα εντυπωσιακό συγκρότημα λουτρών κτίστηκε βορειοανατολικά του ναού το 150 μ.Χ. Κάτω  από το δάπεδο του Ρωμαϊκού Λουτρού βρίσκονται τα ίχνη του Λουτρού της Κλασσικής περιόδου (360 π.Χ.), ένδειξη πως αυτός ο χώρος είχε την ίδια χρήση  για περίπου 1000 χρόνια. Μέχρι στιγμής η συνολική έκταση του Κλασσικού Λουτρού δεν έχει ακόμα αποκαλυφθεί, και φυσικά ένα μεγάλο μέρος του βρίσκεται κάτω από τους τοίχους και τα πατώματα του Ρωμαϊκού κτιρίου. Παρ’ όλα αυτά, πολλά από τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά του Κλασσικού Λουτρού μπορούν να  διακριθούν.

Θέρμες στα Λουτρά
Το Λουτρό της Κλασσικής περιόδου  το οποίο μέχρι τώρα δεν έχει ανασκαφεί ολοκληρωτικά, διέθετε πισίνα μήκους 30 μ. και βάθος 1,4 μ. με περιεκτικότητα νερού πάνω από 1000 κυβικά μέτρα.  Η πισίνα ήταν ανοιχτή αλλά δεν είναι σίγουρο αν ο χώρος γύρω της ήταν άνευ οροφής.

  Το Κλασσικό Λουτρό, όσο έχει αποκαλυφτεί μέχρι σήμερα, είναι το μεγαλύτερο που έχει αποκαλυφθεί σήμερα. Η πισίνα του είναι σε κλίμακα πιο μεγαλύτερη από αυτή των Κλασσικών λουτρών στη Νεμέα και στους Δελφούς, και παρόμοια, αλλά μεγαλύτερη, αυτής στην Ολυμπία.  Το Λουτρό σίγουρα χρησιμοποιήθηκε από τους αθλητές στην Κλασσική και Ρωμαϊκή περίοδο, όμως κατά πόσον ήταν ανοιχτό στο ευρύτερο κοινό είναι άγνωστο.

 Μεγάλοι αποχετευτικοί αγωγοί, οι οποίοι συνέχιζαν να χρησιμοποιούνται από τους Ρωμαίους, βρέθηκαν στην βόρεια πλευρά των Ρωμαϊκών  Λουτρών. Δεν είναι σίγουρο πως γέμιζε η πισίνα, αλλά μπορούμε να υποθέσουμε ότι το νερό ερχόταν από την μεγάλη πηγή που βρισκόταν ΝΔ του κτιρίου, η οποία προμήθευε με άφθονο νερό την περιοχή μέχρι το 1950. 

Αναπαράσταση των Ρωμαϊκών Λουτρών
Τα Ρωμαϊκά Λουτρά αποτελούνταν από  14 χώρους, οι 4 θερμαίνονταν από μεγάλους κλιβάνους, ενώ ένα συγκρότημα στη Βορειοδυτική πλευρά περιείχε δυο μεγάλες πισίνες με κρύο νερό. Διέθετε ψηλές οροφές και τεράστια παράθυρα, καθώς και πλουσιοπάροχη εσωτερική και εξωτερική διακόσμηση. Οι τοίχοι του Λουτρού ήταν καλυμμένοι με κονίαμα ή μάρμαρα και τα πατώματα με πλούσια μωσαϊκά ή πλάκες από έγχρωμο μάρμαρο.  

Ψηφιδωτό στην κεντρική αίθουσα
 Το κυριότερο τμήμα του λουτρού ήταν μια μεγάλη κεντρική ορθογώνια  αίθουσα, διαστάσεων 24,40 Χ11,70 μ., με κόγχη και βάθρα για την τοποθέτηση αγαλμάτων, το δάπεδό της στολιζόταν με ψηφιδωτό, δίχρωμο αποτελούμενο από λευκές και μαύρες ψηφίδες, που σχημάτιζαν ζατρίκια, ρόμβους, πλογχμούς  κ.ά. Τα δυο κεντρικά διάχωρα κοσμούνται με εικονιστική παράσταση Τρίτωνος που φέρει στην πλάτη του Νηρηίδα, ενώ τους περιστοιχίζουν δελφίνια, ψάρια, χταπόδια και άλλα θαλασσινά όντα. 

Τα Λουτρά  χρησιμοποιήθηκαν όχι μόνο σαν λουτρά, αλλά και για ψυχαγωγία, και σαν χώρος για   κοινωνικές συναλλαγές και ίσως για θρησκευτικές τελετές.
   
 














Ψηφιδωτό δάπεδο

Αίθουσα των Λουτρών με τις κόγχες
Τα μωσαϊκά του δαπέδου στα Ίσθμια είναι φτιαγμένα από μαύρες και άσπρες ψηφίδες. Αυτός ο τρόπος κατασκευής μωσαϊκού ήταν συνηθισμένος στην Ιταλία κατά τον 1ο αι. μ.Χ. και αποτελεί παράδειγμα επιρροής ρωμαϊκού πολιτισμού και τέχνης στην Ελλάδα στην περίοδο της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Λεπτομερή μελέτη του μωσαϊκού όμως φανερώνει ότι οι τεχνίτες που ασχολήθηκαν με την κατασκευή του πιθανόν να ήταν Έλληνες αφού εφαρμόζουν την τεχνική που ήταν συνηθισμένη στην Ελλάδα.

Το μονόχρωμο μωσαϊκό στα Ίσθμια ανακαλύφθηκε το 1976 ενώ οι εργασίες  για την ολοκληρωτική αποκάλυψή του διήρκησαν μέχρι το 1978Είναι το μεγαλύτερο μωσαϊκό της Ανατολικής Μεσογείου (22Χ8 μ.). Όταν το μωσαϊκό ανακαλύφθηκε είχε πολλές ρωγμές και μέρος του είχε βυθιστεί κάτω από το αρχικό δάπεδο. Με αποτέλεσμα οι ψηφίδες να είναι χαλαρωμένες στη θέση τους και να απειλείται το μωσαϊκό με ολοκληρωτική καταστροφή. Αρχικά καλύφθηκε το μωσαϊκό με άμμο και ελαφρόπετρα και το 1990 άρχισε η συντήρησή του.

Το μωσαϊκό διαιρέθηκε σε 148 κομμάτια, στρώματα από πανί και κόλλα τοποθετήθηκαν στην επιφάνειά τους, για να κρατηθούν οι ψηφίδες στη θέση τους, και κατόπιν τα κομμάτια αποσύρθηκαν και καθαρίστηκαν. Το 1993 ξεκίνησε η ανατοποθέτησή των κομματιών στην αρχική τους θέση. 



8. Το τέλος της Ισθμίας και του ιερού  - Εξαμίλιο τοίχος



Μέχρι του τέλους του 3ου αι. μ.Χ. συνέχιζε να λειτουργεί το ιερό και να γίνονται οι αγώνες χωρίς να αποκλείεται η επιβίωσή του και τον επόμενο αιώνα. Στη συνέχεια επήλθε η σταδιακή εγκατάλειψη που οδήγησε στη ερείπωση των περισσότερων κτιρίων. Στην περίοδο 411-420 μ.Χ. που η Πελοπόννησος απειλήθηκε από τις βαρβαρικές επιδρομές των Γότθων του Αλάριχου, οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να κτίσουν ένα μεγάλο τείχος που θα προστάτευε τον Ισθμό. Το τείχος αυτό ξεκινούσε από τον Κορινθιακό και έφτανε στον Σαρωνικό  κόλπο, ονομάστηκε Εξαμίλιο λόγω του μήκους των 6 μιλίων και περιελάμβανε 153 πύργους, ενώ κοντά στο ιερό, πάνω σε φυσικό ύψωμα, διαμορφώθηκε το κεντρικό φρούριο. Έτσι, ακόμα και μετά την εξαφάνιση του ιερού, η Ισθμία εξακολούθησε να προβάλλει ως η κύρια πύλη  προς την Πελοπόννησο.

Αρχαίος λίθινος αγωγός για το νερό στον αρχαιολογικό χώρο

Πηγές: Ιερά και αγώνες στην Αρχαία Ελλάδα- Πάνος Βαλαβάνης- εκδ. ΚΑΠΟΝ
            Αρχαία Κορινθία - Συλλογικο-  εκδόσεις Φοίνικα  
             Ελληνική Μυθολογία της Εκδοτικής Αθηνών
             Παυσανίας : Κορινθιακά - Λακωνικά  


Το Μουσείο των Ισθμίων  -Υαλοθετήματα

Το Μουσείο της Ισθμίας βρίσκεται στον οικισμό της Κυρά Βρύσης Ισθμίας και έχει κατασκευαστεί δίπλα στον Αρχαιολογικό χώρο του πανελλήνιου ιερού του Ποσειδώνα. Κτίστηκε την δεκαετία του 1970 από τον αρχιτέκτονα Παύλο Μυλωνά και άνοιξε πρώτη φορά για το κοινό το 1978. Μεταξύ των ετών 2005-2007 με χρηματοδότηση από το Γ΄ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, πραγματοποιήθηκε επανέκθεση του Μουσείου Ισθμίας από την αρμόδια εφορεία αρχαιοτήτων (τότε ΛΖ ΕΠΚΑ).

Στον προθάλαμο του Μουσείου εκτίθενται μεμονωμένα ευρήματα, γλυπτά, επινίκιες στήλες και τμήμα της σίμης του ναού του 4ου αι. π.Χ. Επίσης στον βόρειο τοίχο εκτίθενται φωτογραφίες σημαντικών αρχαιολογικών θέσεων (Ράχη Μπόσκα, Γωνιά, Κόρφος, Κρώμνα) και μνημείων (Βασιλική Κεγχρεών, Εξαμίλιο Τείχος, θαλαμοειδής τάφος Κεγχρεών) από την ευρύτερη περιοχή της Ισθμίας. Επίσης εκτίθεται εποπτικό υλικό σχετικό με την ιστορία της περιοχής της Ισθμίας και τις ανασκαφές.

Η κυρίως αίθουσα χωρίζεται σε 2 ενότητες αυτήν του ιερού και της ευρύτερης περιοχής και αυτή του λιμανιού των Κεγχρεών όπου και εκτίθενται τμήματα από τα μοναδικά υαλοθετήματα.

Τα υαλοθετήματα των Κεγχρεών είναι μία μορφή εντοίχιων γυάλινων μωσαϊκών του 4ου μ.Χ. αι. που ανακαλύφθηκαν στις Κεγχρεές, το ανατολικό λιμάνι της αρχαίας Κορίνθου, σε ανασκαφές της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών, την περίοδο 1964-1968.

Οι γυάλινοι πίνακες των Κεγχρεών, μαζί με το δομικό υπόστρωμα πάνω στο οποίο ήταν κατασκευασμένοι βρέθηκαν συσκευασμένοι, ανά δύο, πρόσωπο με πρόσωπο μέσα σε ξύλινα εσχαροκιβώτια. Τα εσχαροκιβώτια ήταν (στοιβαγμένα) προσωρινά τοποθετημένα σε εννέα συστάδες (σωρούς) στο δάπεδο ενός παραθαλάσσιου κτιρίου και στηρίζονταν στους τοίχους σε επικλινή θέση. Τα υαλοθετήματα βρέθηκαν επιχωματωμένα σε βάθος 1m κάτω από τη θάλασσα, όπου κατέληξαν ύστερα από τον σεισμό του 375 μ.Χ.

Τα υαλοθετήματα των Κεγχρεών ως είδος μνημειακής τέχνης αλλά και ως διασωζόμενη έκταση είναι μοναδικά στο είδος τους.

Σύμφωνα με εκτίμηση του ανασκαφέα R. Scranton, οι πίνακες αρχικά πρέπει να ήταν από 118 έως 126. Η συνολική επιφάνεια που επρόκειτο να επενδύσουν υπολογίστηκε σε πάνω από 150 m2 ενώ το βάρος τους σε 700 kg γυαλί. Το γυάλινο σύνολο των Κεγχρεών, περιλαμβάνει 87 πίνακες σχεδόν ακέραιους ή σε τμήματα, ποικίλων διαστάσεων, με μέγιστες διαστάσεις 1.83 Χ 0.92 m2.

Από αυτούς μόνο εξήντα έξι πίνακες είναι σήμερα ορατοί εξαιτίας της συγκόλλησης των περισσότερων ανά δύο.

Πηγές για το Μουσείο: https://www.archaiologia.gr