Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2020

Αθήναι και Ελευσίς - αρχαίες παραλίμνιες πόλεις της Κωπαΐδας

 Σύμφωνα με τον Παυσανία (9,24,2) και τον Στράβωνα ( 9,406) κοντά στην Αλίαρτο και πλησίον των εκβολών του Τρίτωνα ποταμού στην Κωπαΐδα υπήρχαν στην αρχαιότητα δυο πολίχνες, οι «Αθήναι», που όπως δείχνει το όνομά της ήταν αφιερωμένη στη Θεά Αθηνά και η «Ελευσίς». Ο ποταμός Τρίτωνας αναγνωρίζεται σ' ένα μικρό ρέμα κοντά στο χωριό Σωληνάρι, ανάμεσα Αλιάρτου και αρχαίας Κορώνειας. 

Οι Αθήναι και η Ελευσίς  κατακλύστηκαν ένα χειμώνα από τα νερά της λίμνης και αφανίστηκαν. Εικάζεται ότι οι κάτοικοι των Αθηνών με αρχηγό το Λέβαδο  εγκαταστάθηκαν στη δεξιά όχθη του ποταμού Έρκυνα, γιατί στην αριστερή όχθη ήταν το άλσος του Τροφωνίου,  και έκτισαν την νέα τους πόλη, δίνοντάς της το  όνομα του Λέβαδου, Λεβάδεια - Λιβαδειά. Όσο για το Λέβαδο το μόνο που γνωρίζουμε  είναι ότι η σύζυγός του ήταν η Λαοδίκη. 

Σύμφωνα με τον Παυσανία  αρχικά η "Λεβάδεια"  ήταν κτισμένη ψηλά και ονομαζόταν Μίδεια. Ερχόμενος ο Λέβαδος,  "Λεβάδου δε εξ Αθηνών... αφικομένου"  δεν υπονοεί οπωσδήποτε ότι ο Λέβαδος ήλθε από το "κλεινόν άστυ",εγκαταστάθηκε χαμηλά και ίδρυσε την  Λεβάδεια. Στην καινούρια πόλη εγκαταστάθηκαν κάποια στιγμή και οι κάτοικοι της Μίδειας. Η Μίδεια χρωστάει το όνομά της στην Νύμφη του Ελικώνα Μίδεια,η οποία  είχε αποκτήσει με τον Ποσειδώνα  έναν γιο τον Ασπληδόνα, οικιστής της αρχαίας Μινυακής πόλης Ασπληδόνα. Πατέρας του Ασπληδόνα ήταν ο Ποσειδώνας.

 

Ο Στράβων ( 9, 413)αναφέρει για τη Μίδεια ότι ήταν παραλίμνια πολίχνη, η οποία κατακλύστηκε από την Κωπαΐδα σε μια πλημμύρα και καταστράφηκε μαζί με την Άρνη. Ο Στράβων ίσως  θα άκουσε, μιας και δεν επισκέφτηκε ποτέ τη Λιβαδειά,  ότι αυτοί που κατοίκησαν την Λιβαδειά ήσαν πρώην κάτοικοι της Μίδειας, πράγμα που είναι αληθές και μας το δηλώνει  ο Παυσανίας. Θα άκουσε επιπλέον ότι οι κατοικήσαντες τη Λιβαδειά ήταν πλημμυροπαθείς, αλλά δεν μπορεί να ναι οι κάτοικοι της Μίδειας μιας και αυτή βρίσκεται μακριά και ψηλά από τη λίμνη και άρα δεν μπορούσε να έχει πλημμυρίσει, άρα μόνο οι κάτοικοι των Αθηνών της Κωπαΐδας είναι πλημμυροπαθείς.  Από όσα αναφέραμε βγαίνει το συμπέρασμα ότι Ο Λέβαδος και ο κόσμος που τον ακολούθησε προέρχονταν από την πολίχνη των Κωπαϊδικών Αθηνών.

  Ο γεωγράφος Στράβων  (9,2,18) αναφέρει ότι τον καιρό του Μεγάλου Αλεξάνδρου, όταν ο μηχανικός Κράτης από την Χαλκίδα άνοιγε τάφρους για την αποξήρανση της λίμνης, στέγνωσαν οι τόποι και εμφανίστηκαν ερείπια του υποτιθέμενου αρχαίου Ορχομενού και των πόλεων Ελευσίς και Αθήνα που έλεγαν ότι τις είχε κτίσει ο Κέκροπας, τον καιρό που η Βοιωτία λεγόταν Ωγυγία. Αργότερα χάθηκαν πάλι στα νερά της Κωπαϊδας.

Βιβλιογραφία: 

Παυσανίας: Βοιωτικά 

Στράβων

Σπ. Φλώρου: Λεβαδειακή τριλογία

Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2020

Σπήλαιο Φράχθι Ερμιονίδος

Το σπήλαιο Φράγχθι είναι μία από τις σημαντικότερες προϊστορικές θέσεις του Ελληνικού χώρου.

 

Πιθανόν πρωτοκατοικήθηκε από τον άνθρωπο του Νεάντερταλ, κατά την Μουστιαία περίοδο 40.000 χρόνια π.Χ., αλλά σίγουρα από τον Homo sapiens την περίοδο μετά από το 30.000 π.Χ. Μέχρι σήμερα έχουν διερευνηθεί μέσω των ανασκαφών 25.000 χρόνια και υπάρχουν ενδείξεις ότι το σπήλαιο κατοικούταν συνεχώς από το 20.000 μέχρι το 3.000 π.Χ. όπου και γκρεμίστηκε.

Την εποχή που οι πρώτοι κυνηγοί βρήκαν καταφύγιο στη σπηλιά το τοπίο ήταν διαφορετικό. Οι θάλασσες είχαν μαζευτεί αφήνοντας χώρο στην ξηρά. Η θάλασσα ήταν 6-8 χιλιόμετρα από τη σημερινή της θέση και μεγάλες πεδιάδες απλώνονταν μπροστά στην είσοδο του σπηλαίου. Σήμερα η είσοδος είναι 12,5 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και σε απόσταση 50 μέτρων. Τότε το σπήλαιο δέσποζε σε μια μεγάλη πεδιάδα που έφτανε μέχρι τις Σπέτσες και την Σπετσοπούλα. Κατά την πρώιμη περίοδο κατοίκησης του βρέθηκαν υπολείμματα από ελάφια, βίσονες, αλεπούδες, άγριους γαϊδάρους, λαγούς και εργαλεία από πυριτόλιθο και σχιστόλιθο.

Η λίμνη στο εσωτερικό του Σπηλαίου Φράγχθι

Ενώ το κλίμα βελτιωνόταν και πλούσια δάση γέμιζαν τον τόπο, οι κυνηγοί που το χρησιμοποιούν δεν ήταν περιστασιακοί κάτοικοι της σπηλιάς αλλά όλο και περισσότερο μόνιμοι. Το σπήλαιο φτάνει στην ακμή του στην Μέση Νεολιθική (5.000-4.500 π.Χ.) και την ύστερη νεολιθική που ακολουθεί για τα επόμενα 500 χρόνια. Αυτήν την περίοδο βρέθηκε οψιδιανός, ένα πέτρωμα που υπάρχει μόνο στην Μήλο 140 χμ. (80 μίλια) μακρυά και φέρνει μια αληθινή επανάσταση σχετικά με την αντίληψη για τις θαλάσσιες μεταφορές. Ο οψιδιανός εξορίζει τα προηγούμενα εργαλεία από σχιστόλιθο και δίνει την δυνατότητα να φτιαχτούν πολύ καλύτερα με μεγαλύτερη αντοχή. Μια απόπειρα που έγινε να επιβεβαιωθεί η θαλάσσια επικοινωνία Ερμιονίδας – Μήλου ήταν στις 14/06/87 όταν τετραμελές πλήρωμα πήγε από την Ερμιόνη στην Μήλο με πλοιάριο από πεύκα που είχε κατάρτι και πανί. Πήραν οψιδιανό και γύρισαν στην Ερμιόνη.

Το εσωτερικό του σπηλαίου

 

Αυτή τη περίοδο στην τροφή προστίθενται γιγάντια ψάρια, φακές που συλλέγονταν με δρεπάνι από πυριτόλιθο, θαλασσινά όστρακα και προς το τέλος της περιόδου διαπιστώθηκε καλλιέργεια της γης και οικόσιτα ζώα. Οι κάτοικοι δεν είναι πια συλλέκτες και κυνηγοί μόνο αλλά και παραγωγοί. Στην ακμή του, το 4.000 π.Χ., το σπήλαιο έφτασε τους 150 κατοίκους και ο οικισμός εξαπλώθηκε και έξω από την είσοδο. Εκεί που με το ανέβασμα της στάθμης είναι σήμερα η θάλασσα, βρέθηκαν κάποια οικήματα, άριστης ποιότητας εργαλεία οψιδιανού αλλά όχι ξύλινα σκεύη λόγω φυσικής φθοράς.

Όλα τα πήλινα θραύσματα που ανήκουν στην Νεολιθική εποχή είναι εσωτερικά μαύρα και εξωτερικά καφέ, δοχεία (κούπες) χωρίς βάσεις και χερούλια η κάποια διακοσμητικά με επίπεδα χείλη. Βρέθηκαν ακόμα γυναικεία ειδώλια (νεώτερης νεολιθικής εποχής) αγαλματίδια, χάντρες, κοσμήματα και κατεργασμένα όστρακα. Όλα τα ευρήματα είναι στο αρχαιολογικό μουσείο Ναυπλίου.

Όμως η πιο σημαντική ανακάλυψη θεωρείται ο σκελετός. Πρόκειται για τον αρχαιότερο πλήρη σκελετό στην Ελλάδα 10.000 – 8.000 χρόνια παλιό. Ήταν άντρας 25 χρονών με ύψος 1,56 που δέχτηκε ισχυρό χτύπημα στο κεφάλι. Πάνω από τον νεκρό είχαν μπει πέτρες αλλά δεν βρέθηκαν κοσμήματα η αφιερώματα. Είχε τα πόδια λυγισμένα και τα χέρια στο στήθος στην στάση του εμβρύου. Ήταν θαμμένος με το κεφάλι νότια και τα πόδια στον βορά. Βρέθηκαν ακόμα σκελετοί δυο παιδιών με αντίστροφο προσανατολισμό.

Οι ανασκαφές έχουν γίνει μόνο στον μπροστινό χώρο του σπηλαίου σε επιφάνεια 700 τ.μ. Το υπόλοιπο είναι καταπλακωμένο από την οροφή και ίσως κρύβει μοναδικές πληροφορίες. Τις ανασκαφές έχουν κάνει τα πανεπιστήμια της Ιντιάνα και της Πενσυλβάνια την περίοδο 1967-1976 με επικεφαλής καθηγητή τον Thomas Jacobsen.

  

ΠΗΓΗhttps://www.gargalianoionline.gr/ Σπήλαιο Φράχθι

 

 Περισσότερες πληροφορίες και πώς θα πάτε στη διεύθυνση :

 https://www.greekgastronomyguide.gr/item/spilaio-fragxthi-ermionida/

 

 Επίσης η μεγάλη περιήγηση εδώ:   https://www.greekgastronomyguide.gr/spilaio-fragxthi-allaxe-tin-istoria-tis-gastronomias/

Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2020

Διογένης ο Κυνικός

 Ο Διογένης, ο διασημότερος και μεγαλύτερος Κυνικός Φιλόσοφος γεννήθηκε στη Σινώπη του Πόντου περίπου το 400 π.Χ., αλλά κάποιοι θρύλοι αναφέρουν πως ήρθε στο φως τη μέρα που πέθανε ο Σωκράτης το 399 π.Χ. Ο πατέρας του, Ικεσίας, ήταν κατασκευαστής νομισμάτων και ο Διογένης έμαθε την τέχνη δίπλα του. Κάποια στιγμή, τον συνέλαβαν για παραχάραξη νομισμάτων και τον εξόρισαν. Τότε, ο Διογένης έφυγε για την Αθήνα, το πολιτισμικό κέντρο της περιόδου. Τον συνόδευε ο δούλος του, Μάνης, που τον εγκατέλειψε λίγο καιρό μετά την άφιξή τους στην πόλη.

Ο Διογένης δεν σκοτίστηκε καθόλου με τη φυγή του συντρόφου του. Λέγεται πως σχολίασε ότι, αν μπορεί να ζήσει ο Μάνης χωρίς τον Διογένη, γιατί όχι κι ο Διογένης χωρίς τον Μάνη; Ένα τέτοιο σχόλιο θα άρμοζε απόλυτα στον φιλόσοφο, που κήρυττε ότι η μεγαλύτερη αξία του ανθρώπου είναι η αυτάρκεια και κορόιδευε τους «κυρίους», που δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα χωρίς τους δούλους τους.

 Στην Αθήνα, σχετίστηκε με τον κυνικό Αντισθένη, αισθάνθηκε έλξη για τον τρόπο ζωής του και ακολούθησε την κυνική φιλοσοφία αδιαφορώντας για την μεγάλη του περιουσία». Σούδα, “Διογένης” n. 1143). Όταν οι Αθηναίοι τον κορόιδευαν πως οι Σινωπείς τον είχαν εξορίσει, αυτός με αστεϊσμό απαντούσε: «Εγώ τους καταδίκασα να μείνουν εκεί».

Ο Αντισθένης έδιωχνε συνέχεια τον Διογένη από κοντά του, μέχρι που κάποια στιγμή τον χτύπησε και με ένα ραβδί. Τότε ο Διογένης του απάντησε: «Χτύπα, γιατί δε θα βρεις ξύλο τόσο σκληρό, ώστε να με κρατήσει μακριά σου, όσο πιστεύω ότι έχεις κάτι να πεις». Ο Διογένης δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να υποστηρίζει ότι ο Αντισθένης ήταν ο πραγματικός διάδοχος του Σωκράτη κι όχι ο Πλάτωνας, τον οποίο κορόιδευε συχνά. Όταν ο Πλάτωνας όρισε τον άνθρωπο ως ένα «ζώον με δύο πόδια και χωρίς φτερά», ο Διογένης μάδησε ένα κόκορα και του τον παρουσίασε, λέγοντας: «Ορίστε! Σου έφερα έναν άνθρωπο». Τότε, προστέθηκε στον ορισμό του ανθρώπου άλλη μία ιδιότητα: «με πλατιά νύχια».

Λέγεται πως ο Διογένης είχε απαρνηθεί κάθε πολυτέλεια και ζούσε μέσα σε ένα πιθάρι, με κουρελιασμένα ρούχα. Με αυτό τον τρόπο ήθελε να δείξει, ότι οι χαρές της ζωής είναι αυτές που προσφέρει η φύση κι ότι όλες οι άλλες ανάγκες του ανθρώπου είναι τεχνητές. Το μόνο που διέθετε ήταν ένα ξύλινο κύπελλο, το οποίο και αυτό το πέταξε, όταν είδε ένα παιδί να πίνει νερό με τις χούφτες του.


«Όταν κάποτε ο Διογένης είδε ένα παιδί να πίνει νερό με τα χέρια, πέταξε από το δισάκι του το κύπελλο λέγοντας: «Ένα παιδί με έχει νικήσει στην απλότητα» (Διογένης Λαέρτιος, Φιλοσόφων βίων και δογμάτων συναγωγή VII 37.)

Διακήρυσσε ότι «η στάση απέναντι στην εξουσία πρέπει να είναι ίδια με τη στάση απέναντι στη φωτιά: να μη στέκεσαι ούτε πολύ κοντά για να μην καείς, ούτε πολύ μακριά για να μην ξεπαγιάσεις».

Κυκλοφορούσε στην πόλη κουβαλώντας ένα φανάρι, ακόμα και τη μέρα. Έλεγε ότι έψαχνε να βρει ένα τίμιο άνθρωπο, άλλα έβρισκε μόνο κατεργάρηδες και αχρείους.

Συμμετείχε σε σεξουαλικές πράξεις σε δημόσιους χώρους, «έκανε την ανάγκη» του μπροστά στον κόσμο και φρόντιζε να ισοπεδώνει τους «καθωσπρεπισμούς» του κόσμου, όποτε του δινόταν η ευκαιρία.

Όταν τον ρώτησαν τι θέλει να κάνουν το σώμα του αφού πεθάνει, απάντησε ότι ήθελε να τον αφήσουν να τον φάνε τα άγρια θηρία. Έκπληκτοι, οι παρευρισκόμενοι αναρωτήθηκαν αν τον ένοιαζε που θα είχε ένα τόσο άδοξο τέλος. «Καθόλου», τους απάντησε, «Αρκεί να έχω ένα ξύλο για να διώχνω τα θηρία». «Πώς θα τα διώχνεις, αφού θα είσαι νεκρός;» ρώτησαν εκείνοι. «Αν είμαι νεκρός, γιατί να με νοιάζει τι θα συμβεί στο σώμα μου;» ήταν η αποστομωτική απάντηση του φιλοσόφου.


Εξίσου ανατρεπτική ήταν και η απάντηση του στην ερώτηση για την καταγωγή του. «Είμαι πολίτης του κόσμου», είχε πει. Την εποχή που το πιο σημαντικό γνώρισμα του ανθρώπου ήταν η πατρίδα και οι πρόγονοί του, ο Διογένης έλεγε περήφανα ότι δεν ανήκε πουθενά, ότι ήταν ένας «κοσμοπολίτης».

Σύμφωνα με μια εξιστόρηση, ο Διογένης είχε συλληφθεί αιχμάλωτος όταν ταξίδευε για την Αίγινα και κατέληξε στα δουλοπάζαρα της Κορίνθου. Ο Ξενιάδης, πλούσιος, αριστοκράτης της εποχής, είδε τον Διογένη και θέλησε να τον αγοράσει. Συζήτησε με τον δουλέμπορο και ο δουλέμπορος πλησίασε τον Διογένη και του είπε: «Αυτός ενδιαφέρεται να σε αγοράσει, τι δουλειά ξέρεις να κάνεις να του πω;». Ο Διογένης με λογοπαίγνιο απάντησε «Ανθρώπων άρχειν». Το λογοπαίγνιο αυτό, ενός δούλου, άρεσε στον Ξενιάδη που χαμογέλασε και τον αγόρασε, αφού αντιλήφθηκε τις δύο έννοιες που με οξυδέρκεια έθεσε ο Διογένης: «Διοικώ τους ανθρώπους και διδάσκω στους ανθρώπους αρχές». Ο Ξενιάδης ανάθεσε στον Διογένη τη διδασκαλία των παιδιών του και έτσι ο Διογένης έμεινε στο Κράθειον, προάστιο της Κορίνθου.

Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, όταν ο Αλέξανδρος βρέθηκε στην Κόρινθο ως επικεφαλής του πανελληνίου συνεδρίου, το 336 π.Χ., θέλησε γνωρίσει τον Διογένη.

Μέγας Αλέξανδρος και Διογένης

Ο Αλέξανδρος είχε ένα εκπαιδευτή, τον Λεωνίδα, που ήταν μυημένος στην κυνική φιλοσοφία. Γνώστης της κυνικής φιλοσοφίας ο Αλέξανδρος γνώριζε για τον Διογένη, για τα διδάγματά του, το ύφος και το πνεύμα του. Έστειλε ένα υπασπιστή του να βρει τον Διογένη και να του τον φέρει. Αφού ο υπασπιστής τον εντόπισε, του είπε: «Σε ζητεί ο Βασιλεύς Αλέξανδρος να σε δει». Ο Διογένης απάντησε «Εγώ δεν θέλω να τον δω. Εάν θέλει αυτός ας έρθει να με δει». Πράγματι, ο Αλέξανδρος πήγε να δει τον Διογένη. Τον βρήκε να λιάζεται αδιαφορώντας για το νεαρό επίδοξο κοσμοκράτορα. Όταν ο Αλέξανδρος τον πλησίασε, τον προέτρεψε να του ζητήσει ό,τι θέλει και ο Διογένης του έδωσε την παροιμιώδη απάντηση: «μικρόν από του ηλίου μετάστηθι» (παραμέρισε λίγο γιατί μου κρύβεις τον ήλιο).

Ο Αλέξανδρος ξαφνιάστηκε, διότι είχε συνηθίσει να περιτριγυρίζεται από κόλακες, και τον ρώτησε αν τον φοβάται. Ο Διογένης ρώτησε: «Είσαι καλό πράγμα ή κακό;» Ο Αλέξανδρος απάντησε: «Καλό». Ο Διογένης για άλλη μια φορά τον άφησε άναυδο: «Τότε ποιος άνθρωπος φοβάται το καλό;» «Τότε ο Αλέξανδρος είπε σε κάποιον από τους φίλους του: «Πόσο θα’ θελα να γινόμουν Διογένης αν δεν είχα γίνει ο Αλέξανδρος.

Ο Αλέξανδρος και ο Διογένης είχαν μια μακρά συζήτηση με μεγάλη σημασία που σώθηκε από τον Δίονα τον Πλουσαραίο. Σε αυτή ο Διογένης εξηγεί στον Αλέξανδρο πότε ένας βασιλέας είναι ωφέλιμος. Ο Διογένης αποδίδει την ωφελιμότητα ενός βασιλιά στο Εάν είναι ωφέλιμος στο λαό. Για να δώσει ένταση σε αυτόν τον ισχυρισμό του λέει:

«Εάν κατακτήσεις όλη την Ευρώπη και δεν ωφελήσεις τον λαό, τότε δεν είσαι ωφέλιμος. Εάν κατακτήσεις όλη την Αφρική και την Ασία και δεν ωφελήσεις τον λαό, πάλι δεν είσαι ωφέλιμος. Ακόμα και εάν περάσεις τις στήλες του Ηρακλέους και διανύσεις όλο τον ωκεανό και κατακτήσεις αυτή την ήπειρο που είναι μεγαλύτερη της Ασίας και δεν ωφελήσεις τον λαό, πάλι δεν είσαι ωφέλιμος γιατί δεν ωφελείς το σύνολο».

Ο Διογένης έθιξε αποκλειστικά κοινωνικά και ηθικά προβλήματα. Η διδασκαλία του ήταν ουσιαστικά επαναστατική και ανατρεπτική για την τάξη που επικρατούσε τότε. Προσπάθησε με τα επιχειρήματά του να αλλάξει την ανθρώπινη κοινωνία που είχε διαφθαρεί. Αυτό κατά τη γνώμη του θα γινόταν δυνατό αν ο άνθρωπος επέστρεφε στη φύση. Πίστευε, δηλαδή, πως η ευτυχία του ανθρώπου βρίσκεται στη φυσική ζωή και πως μόνο με την αυτάρκεια, τη λιτότητα, την αυτογνωσία και την άσκηση μπορεί να την εξασφαλίσει. Περιγελούσε ο Διογένης τους ρήτορες όταν μιλούσαν για δικαιοσύνη ενώ ζούσαν μέσα στην αδικία. Έλεγε ότι όλοι συναγωνίζονται ως προς τα υλικά αγαθά αλλά κανείς δεν αγωνιζόταν να γίνει καλύτερος και αληθινός.

Για τον θάνατό του υπάρχουν διάφορες πληροφορίες. Οι ιστορικοί, όμως, δεν είναι βέβαιοι ούτε για τον χρόνο ούτε για τον τρόπο θανάτου του. Μια ισχυρή πεποίθηση μας αναφέρει πως πέθανε από βαθιά γεράματα στην Κόρινθο. Μια άλλη πως πέθανε τρώγοντας ωμό χταπόδι, επειδή ήθελε να δείξει πως την τροφή δεν χρειάζεται καν να τη μαγειρεύουμε. Όπως και να έχει όχι μόνο η ζωή του, αλλά και ο θάνατός του υπήρξε μυθιστορηματικός! Οι Κορίνθιοι έστησαν στη μνήμη του μια κολώνα πάνω στην οποία τοποθέτησαν έναν σκύλο από μάρμαρο της Πάρου. Στη συνέχεια οι συμπατριώτες του από την Σινώπη τον τίμησαν με ορειχάλκινα αγάλματα, κοντά στη γιγάντια κολώνα με τον σκύλο πάνω στα οποία χάραξαν την ακόλουθη επιγραφή:

«Ο χρόνος κάνει ακόμα και τον χαλκό να παλιώνει, αλλά τη δόξα σου, ω Διογένη, η αιωνιότητα ποτέ δεν θα καταστρέψει. Διότι εσύ μόνος δίδαξες στους θνητούς το μάθημα της αυτάρκειας και το πιο εύκολο μονοπάτι της ζωής».

Σύμφωνα με τον Διογένη τον Λαέρτιο, πέθανε το 323 π.Χ., την ημέρα που ο Αλέξανδρος ο Μέγας πέθανε στη Βαβυλώνα. Εξαιτίας της απόστασης, και εξαιτίας του γεγονότος ότι η ημερομηνία θανάτου του Διογένη δεν είναι ακριβώς γνωστή, ο Λαέρτιος πιθανώς παραθέτει κάποιον θρύλο.

Διάφορες ιστορίες με τον Διογένη

*Τον καιρό που ο Διογένης ζούσε στην Κόρινθο, μεσουρανούσε εκεί η περίφημη εταίρα Λαΐς η Κορινθία. Ήταν τόσο όμορφη που κατά τον Προπέρτιο «όλη η Ελλάδα έλιωνε από πόθο μπροστά στην πόρτα της» ενώ ο Αρισταίνετος γράφει πως «τα στήθια της ήταν σαν κυδώνια» και κατά τον Αθήναιο πολλοί ζωγράφοι την είχαν ως πρότυπο. Δεν ήταν όμως μόνο πανέμορφη. Ήταν πολύ μορφωμένη, καλλιεργημένη, και πάμπλουτη. Φυσικά είχε σχέσεις με τους επιφανέστερους και πλουσιώτερους Έλληνες, που συνέρρεαν στην Κόρινθο για να τη γνωρίσουν (με τη βιβλική σημασία του ρήματος). Ανάμεσα στους «πελάτες» της ήταν και ο μαθητής του Σωκράτη Αρίστιππος, ιδρυτής της ηδονιστικής σχολής.

Διογένης και Λαΐς
Διογένης, του Τζον Γουίλιαμ Γουότερχαουζ

Ο Αρίστιππος ήταν άνθρωπος ρεαλιστής και όταν κάποιοι του είπαν πως η Λαϊς δεν τον αγαπάει, αυτός απάντησε «Και τα ψάρια και το κρασί δε μ΄αγαπάνε αλλά εγώ τα απολαμβάνω». Ο Διογένης στην αρχή δεν έδινε καμιά σημασία στη Λαϊδα και όταν κάποιος φίλος του τον ρώτησε γιατί δεν την επισκέπτεται, αυτός απάντησε «ουκ ωνέομαι εγώ δεκακισχιλίων μίαν μεταμέλειαν», δηλαδή δεν αγοράζω με δέκα χιλιάδες δραχμές κάτι για το οποίο θα μετανοιώσω. Η Λαΐς, μαθαίνοντας το περιστατικό, πειράχτηκε και αποφάσισε να τιμωρήσει τον φιλόσοφο που καταφρονούσε τη γοητεία της. Κατάφερε να τον πλησιάσει και του υποσχέθηκε μιαν ερωτική νύχτα μαζί της, δωρεάν. Ο Διογένης, τι είχε να χάσει, συμφώνησε. Η Λαΐς όμως τον υποδέχτηκε σε ένα σκοτεινό δωμάτιο και στη θέση της βρισκόταν μια κακάσχημη υπηρέτριά της, από την οποία τελικά ο φιλόσοφος δέχτηκε τις θωπείες που του υποσχέθηκε η Λαΐς.

Το άλλο πρωί διαπίστωσε το πάθημά του, το οποίο η εταίρα φρόντισε να το μάθει όλη η Κόρινθος. Ο Διογένης όμως απτόητος της ανταπέδωσε τα ίσα, λέγοντας «Λυχνίας σβεσθείσης πάσα γυνή Λαΐς» (δηλαδή, στο σκοτάδι όλες οι γυναίκες είναι ίδιες).

*Στην Αθήνα ο Διογένης έδωσε πολύ μεγάλη ώθηση στον αστεϊσμό. Χρησιμοποιούσε το λογοπαίγνιο ως «κύων» (σκυλί), «δαγκώνοντας τους φίλους για να τους διορθώσει», κατά την κυνική φιλοσοφία.

*Ο Διδύμων, οφθαλμίατρος της εποχής εξετάζει το μάτι μιας κοπέλας. Ο Διογένης τον βλέπει και γνωρίζει ότι ο Διδύμων ήταν τύπος ερωτύλος. Του λέει: "Πρόσεξε Διδύμωνα, μήπως εξετάζοντας τον οφθαλμό, φθείρεις την κόρην".

*Ο Διογένης είναι καλεσμένος σε ένα γεύμα και πηγαίνει στο λουτρό για να πλυθεί πριν φάει. Αλλά το λουτρό είναι πολύ βρόμικο. Δεν παραπονιέται, ώστε να μην προσβάλει τον οικοδεσπότη αλλά με αστεϊσμό ρωτά "Οι εδώ λουόμενοι, πού πλένονται κατόπι;" ("όσοι πλυθούν εδώ μετά που πλένονται;")

*Θέλησε κάποτε να πειράξει ένα μοχθηρό τύπο αφού έβλεπε τις πράξεις του και είχε ακούσει γι' αυτόν. Οι αρχαίοι Έλληνες συνήθιζαν να βάζουν πάνω από την είσοδο του σπιτιού τους ένα θυρεό. Αυτό ήταν ένα σύμβολο, σήμα ή ρητό που διάλεγαν για την οικία τους. Ο μοχθηρός αυτός άνδρας είχε βάλει πάνω από την πόρτα της οικίας του το εξής ρητό: “ΜΗΔΕΝ ΕΙΣΕΙΤΩ ΚΑΚΟΝ” (Να μην μπει κανένα κακό). Έτσι, ο Διογένης κτύπησε την πόρτα και ρώτησε: "Ο οικοδεσπότης από πού μπαίνει;"

*Ο Διογένης Λαέρτιος περιγράφει ότι ο Διογένης ο Κυνικός κάθεται στο δρόμο, όταν ένας όμορφος και στολισμένος νέος περνάει από μπροστά του. Ο Διογένης τον ρωτάει πού πάει και ο νέος του απαντά σε ένα συμπόσιο. Να μην πας στο συμπόσιο, του λέει ο Διογένης, γιατί αν πας θα γυρίσεις "χείρων", δηλαδή χειρότερος στα αρχαία ελληνικά (ενώ ταυτόχρονα είναι και το όνομα Κενταύρου). Ο νέος πήγε και γυρνώντας από το συμπόσιο, βλέπει πάλι τον Διογένη στη θέση του. Πήγα στο συμπόσιο του λέει και δεν γύρισα "χείρων". Ναι, απαντά ο Διογένης, αλλά γύρισες "Ευρυτίων". (όνομα άλλου Κενταύρου που σύμφωνα με τη μυθολογία είχε φερθεί ντροπιαστικά μετά από μεθύσι).

*Κάποτε ο Διογένης είδε τον υιό μιας εταίρας (πόρνης) να ρίχνει πέτρες προς έναν όχλο και του είπε "πρόσεχε μην πετύχεις τον πατέρα σου".

*Ο Διογένης, κουβαλούσε μαζί του ό,τι είχε. Σ’ ένα σακούλι είχε συνήθως ψωμί και ελιές. Μια μέρα λοιπόν κάθεται στο μέσο της Αγοράς, ανοίγει το σακούλι του και αρχίζει να τρώει. «Καλά, τι ώρα είναι αυτή που τρως;» τον ρωτάει κάποιος. Κι ο Διογένης ετοιμόλογος του απάντησε: «Οι πλούσιοι τρώνε όταν θέλουνε, εγώ ο φτωχός, όταν πεινώ!».

*Βλέποντας μιά ημέρα τους αξιωματούχους να οδηγούν στη φυλακή κάποιο ταμία, που είχε κλέψει ένα κύπελο είπε: «Οι μεγάλοι κλέπται τον μικρόν άγουσι».

*Κάποτε όταν τον ειρωνεύτηκαν πως μπαίνει σε ακάθαρτους χώρους, ο Διογένης, σε απάντηση, τους είπε: «Αλλά και ήλιος και ου μιαίνεται», δηλαδή: «Κι ο ήλιος μπαίνει σε ακάθαρτους τόπους, αλλά δεν μολύνεται από αυτούς».

*Μια μέρα ο Διογένης πήγε στο θέατρο, όταν η παράσταση είχε τελειώσει και ο κόσμος έβγαινε έξω. Αντίθετα στο πλήθος, που έβγαινε έξω, αυτός προσπαθούσε ν’ ανοίξει δρόμο και να μπει μέσα, και σαν τον ρώτησαν, γιατί πάει αντίθετα, απάντησε: «Σε όλη μου τη ζωή αυτό εξασκούμαι να κάνω».

*Βλέποντας ο Διογένης, Μεγαρίτες να χτίζουν μεγάλα τείχη, τους είπε «Μην έχετε έγνοια πόσο μεγάλα θα είναι τα τείχη αλλά πόσο μεγάλοι θα είναι εκείνοι που θα σταθούν επάνω σε αυτά».

Κυνική Φιλοσοφία

Η κυνική φιλοσοφία αποκαλείται έτσι γιατί είχε ως έμβλημά της τον «κύνα»(σκύλος στα αρχαία ελληνικά). Δήλωναν πως «εμείς διαφέρουμε από τους άλλους σκύλους διότι εμείς δεν δαγκάνουμε τους εχθρούς αλλά τους φίλους, για να τους διορθώσουμε». 


Μ.Αλέξανδρος και Διογένης, έργο του Αχιλλέα Βασιλείου στην κεντρική πλατεία Καλαμιών Κορίνθου.


 
Άγαλμα του Διογένη στη Σινώπη του Πόντου
 
ΠΗΓΕΣ: 
  • el.wikipedia.org 
  • ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
  • https://terrapapers.com