Ο Διογένης, ο διασημότερος και μεγαλύτερος Κυνικός Φιλόσοφος γεννήθηκε στη Σινώπη του Πόντου περίπου το 400 π.Χ., αλλά κάποιοι θρύλοι αναφέρουν πως ήρθε στο φως τη μέρα που πέθανε ο Σωκράτης το 399 π.Χ. Ο πατέρας του, Ικεσίας, ήταν κατασκευαστής νομισμάτων και ο Διογένης έμαθε την τέχνη δίπλα του. Κάποια στιγμή, τον συνέλαβαν για παραχάραξη νομισμάτων και τον εξόρισαν. Τότε, ο Διογένης έφυγε για την Αθήνα, το πολιτισμικό κέντρο της περιόδου. Τον συνόδευε ο δούλος του, Μάνης, που τον εγκατέλειψε λίγο καιρό μετά την άφιξή τους στην πόλη.
Ο Διογένης δεν σκοτίστηκε καθόλου με τη φυγή του συντρόφου του. Λέγεται πως σχολίασε ότι, αν μπορεί να ζήσει ο Μάνης χωρίς τον Διογένη, γιατί όχι κι ο Διογένης χωρίς τον Μάνη; Ένα τέτοιο σχόλιο θα άρμοζε απόλυτα στον φιλόσοφο, που κήρυττε ότι η μεγαλύτερη αξία του ανθρώπου είναι η αυτάρκεια και κορόιδευε τους «κυρίους», που δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα χωρίς τους δούλους τους.
Στην Αθήνα, σχετίστηκε με τον κυνικό Αντισθένη, αισθάνθηκε έλξη για τον τρόπο ζωής του και ακολούθησε την κυνική φιλοσοφία αδιαφορώντας για την μεγάλη του περιουσία». Σούδα, “Διογένης” n. 1143). Όταν οι Αθηναίοι τον κορόιδευαν πως οι Σινωπείς τον είχαν εξορίσει, αυτός με αστεϊσμό απαντούσε: «Εγώ τους καταδίκασα να μείνουν εκεί».
Ο Αντισθένης έδιωχνε συνέχεια τον Διογένη από κοντά του, μέχρι που κάποια στιγμή τον χτύπησε και με ένα ραβδί. Τότε ο Διογένης του απάντησε: «Χτύπα, γιατί δε θα βρεις ξύλο τόσο σκληρό, ώστε να με κρατήσει μακριά σου, όσο πιστεύω ότι έχεις κάτι να πεις». Ο Διογένης δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να υποστηρίζει ότι ο Αντισθένης ήταν ο πραγματικός διάδοχος του Σωκράτη κι όχι ο Πλάτωνας, τον οποίο κορόιδευε συχνά. Όταν ο Πλάτωνας όρισε τον άνθρωπο ως ένα «ζώον με δύο πόδια και χωρίς φτερά», ο Διογένης μάδησε ένα κόκορα και του τον παρουσίασε, λέγοντας: «Ορίστε! Σου έφερα έναν άνθρωπο». Τότε, προστέθηκε στον ορισμό του ανθρώπου άλλη μία ιδιότητα: «με πλατιά νύχια».
Διακήρυσσε ότι «η στάση απέναντι στην εξουσία πρέπει να είναι ίδια με τη στάση απέναντι στη φωτιά: να μη στέκεσαι ούτε πολύ κοντά για να μην καείς, ούτε πολύ μακριά για να μην ξεπαγιάσεις».
Κυκλοφορούσε στην πόλη κουβαλώντας ένα φανάρι, ακόμα και τη μέρα. Έλεγε ότι έψαχνε να βρει ένα τίμιο άνθρωπο, άλλα έβρισκε μόνο κατεργάρηδες και αχρείους.
Συμμετείχε σε σεξουαλικές πράξεις σε δημόσιους χώρους, «έκανε την ανάγκη» του μπροστά στον κόσμο και φρόντιζε να ισοπεδώνει τους «καθωσπρεπισμούς» του κόσμου, όποτε του δινόταν η ευκαιρία.
Όταν τον ρώτησαν τι θέλει να κάνουν το σώμα του αφού πεθάνει, απάντησε ότι ήθελε να τον αφήσουν να τον φάνε τα άγρια θηρία. Έκπληκτοι, οι παρευρισκόμενοι αναρωτήθηκαν αν τον ένοιαζε που θα είχε ένα τόσο άδοξο τέλος. «Καθόλου», τους απάντησε, «Αρκεί να έχω ένα ξύλο για να διώχνω τα θηρία». «Πώς θα τα διώχνεις, αφού θα είσαι νεκρός;» ρώτησαν εκείνοι. «Αν είμαι νεκρός, γιατί να με νοιάζει τι θα συμβεί στο σώμα μου;» ήταν η αποστομωτική απάντηση του φιλοσόφου.
Εξίσου ανατρεπτική ήταν και η απάντηση του στην ερώτηση για την καταγωγή του. «Είμαι πολίτης του κόσμου», είχε πει. Την εποχή που το πιο σημαντικό γνώρισμα του ανθρώπου ήταν η πατρίδα και οι πρόγονοί του, ο Διογένης έλεγε περήφανα ότι δεν ανήκε πουθενά, ότι ήταν ένας «κοσμοπολίτης».
Σύμφωνα με μια εξιστόρηση, ο Διογένης είχε συλληφθεί αιχμάλωτος όταν ταξίδευε για την Αίγινα και κατέληξε στα δουλοπάζαρα της Κορίνθου. Ο Ξενιάδης, πλούσιος, αριστοκράτης της εποχής, είδε τον Διογένη και θέλησε να τον αγοράσει. Συζήτησε με τον δουλέμπορο και ο δουλέμπορος πλησίασε τον Διογένη και του είπε: «Αυτός ενδιαφέρεται να σε αγοράσει, τι δουλειά ξέρεις να κάνεις να του πω;». Ο Διογένης με λογοπαίγνιο απάντησε «Ανθρώπων άρχειν». Το λογοπαίγνιο αυτό, ενός δούλου, άρεσε στον Ξενιάδη που χαμογέλασε και τον αγόρασε, αφού αντιλήφθηκε τις δύο έννοιες που με οξυδέρκεια έθεσε ο Διογένης: «Διοικώ τους ανθρώπους και διδάσκω στους ανθρώπους αρχές». Ο Ξενιάδης ανάθεσε στον Διογένη τη διδασκαλία των παιδιών του και έτσι ο Διογένης έμεινε στο Κράθειον, προάστιο της Κορίνθου.
Μέγας Αλέξανδρος και Διογένης |
Ο Διογένης έθιξε αποκλειστικά κοινωνικά και ηθικά προβλήματα. Η διδασκαλία του ήταν ουσιαστικά επαναστατική και ανατρεπτική για την τάξη που επικρατούσε τότε. Προσπάθησε με τα επιχειρήματά του να αλλάξει την ανθρώπινη κοινωνία που είχε διαφθαρεί. Αυτό κατά τη γνώμη του θα γινόταν δυνατό αν ο άνθρωπος επέστρεφε στη φύση. Πίστευε, δηλαδή, πως η ευτυχία του ανθρώπου βρίσκεται στη φυσική ζωή και πως μόνο με την αυτάρκεια, τη λιτότητα, την αυτογνωσία και την άσκηση μπορεί να την εξασφαλίσει. Περιγελούσε ο Διογένης τους ρήτορες όταν μιλούσαν για δικαιοσύνη ενώ ζούσαν μέσα στην αδικία. Έλεγε ότι όλοι συναγωνίζονται ως προς τα υλικά αγαθά αλλά κανείς δεν αγωνιζόταν να γίνει καλύτερος και αληθινός.
Σύμφωνα με τον Διογένη τον Λαέρτιο, πέθανε το 323 π.Χ., την ημέρα που ο Αλέξανδρος ο Μέγας πέθανε στη Βαβυλώνα. Εξαιτίας της απόστασης, και εξαιτίας του γεγονότος ότι η ημερομηνία θανάτου του Διογένη δεν είναι ακριβώς γνωστή, ο Λαέρτιος πιθανώς παραθέτει κάποιον θρύλο.
Διάφορες ιστορίες με τον Διογένη
Διογένης και Λαΐς Διογένης, του Τζον Γουίλιαμ Γουότερχαουζ |
*Στην Αθήνα ο Διογένης έδωσε πολύ μεγάλη ώθηση στον αστεϊσμό. Χρησιμοποιούσε το λογοπαίγνιο ως «κύων» (σκυλί), «δαγκώνοντας τους φίλους για να τους διορθώσει», κατά την κυνική φιλοσοφία.
*Ο Διδύμων, οφθαλμίατρος της εποχής εξετάζει το μάτι μιας κοπέλας. Ο Διογένης τον βλέπει και γνωρίζει ότι ο Διδύμων ήταν τύπος ερωτύλος. Του λέει: "Πρόσεξε Διδύμωνα, μήπως εξετάζοντας τον οφθαλμό, φθείρεις την κόρην".
*Ο Διογένης είναι καλεσμένος σε ένα γεύμα και πηγαίνει στο λουτρό για να πλυθεί πριν φάει. Αλλά το λουτρό είναι πολύ βρόμικο. Δεν παραπονιέται, ώστε να μην προσβάλει τον οικοδεσπότη αλλά με αστεϊσμό ρωτά "Οι εδώ λουόμενοι, πού πλένονται κατόπι;" ("όσοι πλυθούν εδώ μετά που πλένονται;")
*Θέλησε κάποτε να πειράξει ένα μοχθηρό τύπο αφού έβλεπε τις πράξεις του και είχε ακούσει γι' αυτόν. Οι αρχαίοι Έλληνες συνήθιζαν να βάζουν πάνω από την είσοδο του σπιτιού τους ένα θυρεό. Αυτό ήταν ένα σύμβολο, σήμα ή ρητό που διάλεγαν για την οικία τους. Ο μοχθηρός αυτός άνδρας είχε βάλει πάνω από την πόρτα της οικίας του το εξής ρητό: “ΜΗΔΕΝ ΕΙΣΕΙΤΩ ΚΑΚΟΝ” (Να μην μπει κανένα κακό). Έτσι, ο Διογένης κτύπησε την πόρτα και ρώτησε: "Ο οικοδεσπότης από πού μπαίνει;"
*Ο Διογένης Λαέρτιος περιγράφει ότι ο Διογένης ο Κυνικός κάθεται στο δρόμο, όταν ένας όμορφος και στολισμένος νέος περνάει από μπροστά του. Ο Διογένης τον ρωτάει πού πάει και ο νέος του απαντά σε ένα συμπόσιο. Να μην πας στο συμπόσιο, του λέει ο Διογένης, γιατί αν πας θα γυρίσεις "χείρων", δηλαδή χειρότερος στα αρχαία ελληνικά (ενώ ταυτόχρονα είναι και το όνομα Κενταύρου). Ο νέος πήγε και γυρνώντας από το συμπόσιο, βλέπει πάλι τον Διογένη στη θέση του. Πήγα στο συμπόσιο του λέει και δεν γύρισα "χείρων". Ναι, απαντά ο Διογένης, αλλά γύρισες "Ευρυτίων". (όνομα άλλου Κενταύρου που σύμφωνα με τη μυθολογία είχε φερθεί ντροπιαστικά μετά από μεθύσι).
*Κάποτε ο Διογένης είδε τον υιό μιας εταίρας (πόρνης) να ρίχνει πέτρες προς έναν όχλο και του είπε "πρόσεχε μην πετύχεις τον πατέρα σου".
*Κάποτε όταν τον ειρωνεύτηκαν πως μπαίνει σε ακάθαρτους χώρους, ο Διογένης, σε απάντηση, τους είπε: «Αλλά και ήλιος και ου μιαίνεται», δηλαδή: «Κι ο ήλιος μπαίνει σε ακάθαρτους τόπους, αλλά δεν μολύνεται από αυτούς».
Κυνική Φιλοσοφία
Η κυνική φιλοσοφία αποκαλείται έτσι γιατί είχε ως έμβλημά της τον «κύνα»(σκύλος στα αρχαία ελληνικά). Δήλωναν πως «εμείς διαφέρουμε από τους άλλους σκύλους διότι εμείς δεν δαγκάνουμε τους εχθρούς αλλά τους φίλους, για να τους διορθώσουμε».
Μ.Αλέξανδρος και Διογένης, έργο του Αχιλλέα Βασιλείου στην κεντρική πλατεία Καλαμιών Κορίνθου. |
Άγαλμα του Διογένη στη Σινώπη του Πόντου |
- el.wikipedia.org
- ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
- https://terrapapers.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου