Κυριακή 21 Μαΐου 2017

Στο έργο του ο Λουκιανός « Μένιππος ή Νεκυομαντεία » γίνεται αναφορά για το Τροφώνιο Μαντείο



Το Λουκιανό το βασάνιζε πάντα η αγωνία «Ποια είναι καλύτερη ζωή που πρέπει κάθε μυαλωμένος άνθρωπος να εκλέγει»; Γι’ αυτό ζητούσε συμβουλή από τους σοφούς και χρησμό από τους θεούς. Αυτή ήταν και η ερώτηση που βασάνιζε το Λουκιανό στις σελίδες του έργου του « Μένιππος ή Νεκυομαντεία»

 Κάποια νύχτα που δεν με έπαιρνε ο ύπνος κάνοντας αυτές τις σκέψεις, πήρα την απόφαση να πάω στη Βαβυλώνα και να παρακαλέσω κάποιον από τους μάγους εκείνους, που είναι μαθητές και διάδοχοι του Ζωροάστρη , για τους οποίους είχα ακούσει ότι με κάποιες τελετές μπορούσαν να ανοίξουν και τις κρυφές πόρτες του Άδη και να κατεβάσουν σ’ αυτόν στα σίγουρα όποιον θέλουν κα να τον ανεβάσουν πάλι επάνω, να με βοηθήσουν αυτοί να βρω την αλήθεια.

Νόμιζα, λοιπόν ότι το καλύτερο που είχα να κάνω ήταν με τη βοήθεια από αυτούς τους μάγους. να κατέβω στον Άδη και να πάω να βρω τον Τειρεσία τον Βοιωτό για να μάθω από αυτόν, που ήταν μάγος και σοφός, ποια είναι η καλύτερη ζωή που πρέπει να εκλέγει κάθε μυαλωμένος άνθρωπος. Πετάχτηκα αμέσως από το κρεβάτι μου και πήγα στη Βαβυλώνα. Όταν έφτασα εκεί, βρήκα έναν Χαλδαίο, που ήταν σοφός και θαυμάσιος στη δουλειά του, με κάτασπρα μαλλιά και σεβάσμια γενειάδα, που τον έλεγαν Μυθροβαρζάνη και ύστερα από χίλιες ικεσίες και όρκους , τον κατάφερα να μου δείξει το δρόμο για τον  Άδη.

Με παρέλαβε, λοιπόν ο άνθρωπος και πρώτα –πρώτα, για είκοσι εννέα μέρες, αρχίζοντας με τη νέα σελήνη, με έλουζε καταβάζοντάς με, πρωί –πρωί με την ανατολή του ήλιου στον Ευφράτη ποταμό και προφέροντας επί πλέον για αρκετή ώρα λόγια που δεν καταλάβαινα καλά, μιλούσε γρήγορα και ακαταλαβίστικα, σαν τους ακατάλληλους κήρυκες στους αγώνες. Ωστόσο, ήταν φανερό πως επικαλούνταν κάποιους δαίμονες. Μετά την απαγγελία των μαγικών στίχων μ’ έφτυνε τρεις φορές στο πρόσωπο και γύρισε πίσω, χωρίς να κοιτάξει κανέναν απ’ όσους συναντούσε. Στο διάστημα αυτό έτρωγα καρύδια, έπινα γάλα, μελίκρατο, νερό από τον Χοάσπη ποταμό κι αναπαυόμουν στην ύπαιθρο πάνω στο χορτάρι. 

Όταν έκρινε πως η προετοιμασία τούτη ήταν αρκετή, οδηγώντας με κατά τα μεσάνυχτα στον Τίγρη ποταμό με καθάρισε, με σκούπισε, με εξάγνισε με δαδί, σκιλλοκρέμμυδο και διάφορα άλλα, ψιθυρίζοντας συγχρόνως μαγικά κι έφερε μία στροφή ολόγυρά μου, για να μην μπορούν να με βλάψουν τα φαντάσματα, με ξανάφερνε στο σπίτι του, όπως ήμουν, βάζοντάς με να περπατώ ανάποδα. Κατόπιν ετοιμαστήκαμε για το ταξίδι…

….Είχε ήδη αρχίσει να ξημερώνει όταν κατεβήκαμε στον ποταμό κι αρχίσαμε να κάνουμε προετοιμασίες για την αναχώρηση. Ο μάγος είχε φροντίσει να ετοιμαστούν σκάφος, σφάγια για θυσία, μελίκρατο και ό,τι άλλο χρειαζόταν για την τελετή. Αφού βάλαμε μέσα στο σκάφος όλα όσα είχαν ετοιμαστεί και    μπήκαμε κι εμείς, αναχωρήσαμε θλιμμένοι, χύνοντας πολλά δάκρυα.

Μέχρι ενός σημείο παρασυρόμαστε από το ρεύμα του ποταμού, έπειτα πλεύσαμε μέσα στο έλος και τη λίμνη όπου χάνεται ο Ευφράτης. Μόλις περάσαμε και τούτη, φθάσαμε σε τόπο έρημο, δασώδη, ανήλιαγο, εκεί αποβιβαστήκαμε- μπροστά πήγαινε ο Μιθροβαρζάνης- και σκάψαμε λάκκο, σφάξαμε τα πρόβατα και γύρω από αυτόν κάναμε σπονδές με το αίμα τους. Στο μεταξύ ο μάγος με αναμμένη δάδα και με φωνή όχι πια ψιθυριστή, αλλά κράζοντας όσο πιο δυνατά μπορούσε επικαλούνταν όλες τις θεότητες του κάτω κόσμου, τις ποινές, τις Ερινύες τη θεά της νύχτας Εκάτη και τη φοβερή Περσεφόνη αναμειγνύοντας στο λόγο του μερικές βαρβαρικές ακατανόητες πολυσύλλαβες λέξεις.

Αμέσως όλος ο τόπος άρχισε να τρέμει από τα μαγικά λόγια, το έδαφος σχίστηκε, από μακράν ακουγόταν το γάβγισμα του Κέρβερου και όσα συνέβαιναν ήταν πραγματικά θλιβερά.

Φοβήθηκε εκεί κάτω ο βασιλιάς των νεκρών Αϊδωνέας, γιατί φαινόνταν καθαρά τα περισσότερα, η λίμνη, ο Πυριφλεγέθων και το ανάκτορο του Πλούτωνα. Κατεβήκαμε από το χάσμα και βρήκαμε τον Ραδάμανθυ να κοντεύει να πεθάνει από το φόβο του….

 .....Και εγώ – επειδή ήταν αργά- είπα: « Εμπρός, Μιθροβαρζάνη, γιατί καθυστερούμε και δε γυρίζουμε πάλι στον επάνω κόσμο; Εκείνος τότε μου αποκρίθηκε: Μη φοβάσαι Μέννιπε, θα σου δείξω σύντομο και εύκολο δρόμο. Αμέσως με οδήγησε σε τόπο πιο σκοτεινό από τον προηγούμενο και μου έδειξε με το χέρι μακριά φως λιγοστό και αμυδρό σαν να μπαινε από κλειδαρότρυπα. Εκείνο, μου είπε, είναι το ιερό του Τροφωνίου, και από εκεί κατεβαίνουν οι Βοιωτοί. Πάρε λοιπόν, τούτο το μονοπάτι και θα βγεις στην Ελλάδα. Τα λόγια του αυτά με χαροποίησαν έπειτα, αφού αποχαιρέτησα το μάγο, σύρθηκα με μεγάλη δυσκολία προς τα πάνω μέσα από το πέρασμα και, χωρίς να καταλάβω πως, βρέθηκα στη Λιβαδειά


 Ο Λουκιανός ο Σαμοσατεύς (125 - 180 μ.Χ.) ήταν ρήτορας και σατιρικός συγγραφέας που έγραφε στην ελληνική γλώσσα. Ήταν ο δημιουργός του σατιρικού διαλόγου. Ο Λουκιανός ήταν Σύρος στην καταγωγή. Γεννήθηκε στα Σαμόσατα, πρωτεύουσα της Κομμαγηνής, στον άνω Ευφράτη της Συρίας, γύρω στο 125 μ.Χ.
 Ο Χάρωνος και Μενίππου διάλογος ανήκει στους Νεκρικούς διαλόγους με έντονο το κυνικό χρώμα της σάτιρας θανάτου και του Κάτω Κόσμου.

Έρκυνα, το ποτάμι της Λιβαδειάς

 Ο επισκέπτης της Λιβαδειάς αν δεν ανέβει ως το ρέμα  και αν δεν επισκεφτεί τις πηγές του ποταμού της, της Έρκυνας δεν θα αισθανθεί ότι από εδώ ξεκινά το ιδιαίτερο χρώμα της πόλης και η γοητεία της. Σήμερα βέβαια δεν υπάρχει το ιερό άλσος του Τροφωνίου, οι ναοί και τα μνημεία του, όπως μας τα περιγράφει ο Παυσανίας. Οι αιώνες που κύλησαν, τα εξαφάνισαν όλα και ελάχιστα λείψανα σώζονται. Όμως η φύση διατηρεί τον παλιό της χαρακτήρα και τη φυσιογνωμία της. Συνεχίζει να προκαλεί δέος το φαράγγι του Ξηριά με τις απρόσιτες πλευρές των γκριζοπράσινων βράχων και με τα αγριοπούλια να βγάζουν παράξενους κρωγμούς. Στο τέλος του Ξηριά αναβλύζουν, από τα στήθια του βράχου, οι πηγές της Έρκυνας με τα σμαραγδένια νερά τους.

Η φαντασία των αρχαίων προγόνων μας έπλασε ένα ποιητικό μύθο για τη γέννηση του ποταμού της Έρκυνας. Λέει ότι η Έρκυνα ήταν μια όμορφη νύμφη ή κατά άλλους ήταν  η κόρη, του αρχιτέκτονα και ιδρυτή του μαντείου Τροφώνιου. Έπαιζε κοντά στην πατρική της κατοικία με την Κόρη, κόρη της θεάς Δήμητρας, θεά της γεωργίας, και κρατούσε στα χέρια της μια χήνα. Καθώς έτρεχαν χαρούμενες με γέλια και ξεφωνητά η χήνα ξέφυγε από τα χέρια της Έρκυνας και πέταξε σε μια γειτονική σπηλιά. Έτρεξε τότε η Κόρη, μπήκε στη σπηλιά και μετακίνησε μια πέτρα, για να πιάσει τη χήνα, μα ευθύς ανάβλυσαν τα νερά  ενός ολόκληρου ποταμού.  Στο ποτάμι η Κόρη της Δήμητρας, η Περσεφόνη, έδωσε το όνομα της φίλης της και το ονόμασε Έρκυνα.

Τα νερά από τότε τρέχουν ασταμάτητα πάνω στις βελουδοπράσινες πέτρες της κοίτης τους, κατρακυλούν σε μικροκαταρράχτες, περνώντας κάτω από τις καμάρες πέτρινων γεφυριών.

Ποια μπορεί να είναι η ερμηνεία του μύθου της Έρκυνας;

 Η Έρκυνα, της οποίας το όνομα ετυμολογείται από το ρήμα "είργνυμι" (εμποδίζω την έξοδο), αρχικά ήταν η τοπική θεότητα που ήλεγχε τα υπόγεια ύδατα, που εμπόδιζε την άνοδό τους στην επιφάνεια της γης και καθιστούσε αδύνατη την άρδευση του άνυνδρου τόπου. Αυτή η Δύναμη κρατούσε στα χέρια μια χήνα, ένα πτηνό, όπως και οι θεοί π.χ. ο Δίας είχε τον αετό, ο Απόλλωνας τον κύκνο, η Αθηνά τη γλαύκα…

Η χήνα έφυγε από τα χέρια της Έρκυνας, μπήκε στο σπήλαιο, περιήλθε στη δικαιοδοσία της Περσεφόνης, της θεάς του Άδη, δηλαδή χάθηκε για πάντα στο υποχθόνιο σκότος. Όμως η απώλεια αυτή είχε ως συνέπεια να αναβλύσει το νερό, που είναι εξ ίσου θεϊκό.
Οι άνθρωποι αφιέρωσαν το ποτάμι στην τοπική θεότητα, για να την εξευμενίσουν και για να εξασφαλίσουν την αδιάκοπη ροή των υδάτων, που είναι πηγή ζωής.  Από τότε η Έρκυνα, η φοβερή Δύναμη, η « εμποδίζουσα» την εμφάνιση των υδάτων, η θεοποίηση της ανομβρίας, μετατρέπεται σε θεότητα της γονιμότητας, που αργότερα να ταυτίζεται με τη θεά Δήμητρα.  Ο Ησύχιος λέει, ότι η λεβαδειακή γιορτή των Ερκυνίων, φαίνεται ότι ήταν γιορτή προς τιμή της θεάς Δήμητρας.
Η εορτή των Ερκυνίων ήταν μια τελετή κατά της ανομβρίας. 
 
Έργο Θ. Λαζαρή

 
Ο Λειβαδίτης Θεόδωρος Λαζαρής αποθανάτισε με το πινέλο του το ποτάμι και ο Κωστής Παλαμάς στη " Φλογέρα του Βασιλιά"με λυρικούς τόνους τραγούδησε τις πηγές της Έρκυνας: 
 

"Μπήκανε στον καλόστρωτο στης Λιβαδιάς τον κάμπο,
στη Λιβαδιά, στην πολιτεία την πιθωμένη απάνου
στο έμπα μιας γκρεμόρραχης λαγκάδας, και περνώντας
τήνε ποτίζει η Έρκυνα, παιδούλα του Ελικώνα,
μικρούλα ξεροποταμιά, και γίνεται μεγάλη
σαν παίρνη κάθε χειμωνιά, με το νερό της Κρύας
πηγής που την πρωτόβγαλε, κι άλλα νερά φερμένα
κι απο λογής νεροσυρμές ανάμεσα στα βράχια.

Ω νερομάννες, ω πηγές, ω ανάβρες, ω βρυσούλες,
είσαστ' εσείς οι ξωτικές κ' εσείς οι αμαδρυάδες....
δαιμονικά και μαγικά, θέϊσσες, ξωθιές , 
μα πάντα ωραίες, όμοια πασίχαρες 
και δροσοδότρες πάντα...

Το λιβαδίτικο βουνό, να το Λαφύστι!                                                                Νέοι δεσπότες δεν το πάτησαν  ακόμα,                                                               με καινούρια γραφτά να το μοιράνουνε,                                                             και τα πατήματά τους ν' αφήσουνε στις πέτρες του...

Και πάει και του Τροφωνικού                                                                             πανάρχαια κ' η μαντεύτρα λαλιά,                                                                        στερνόλαλο πουλί στο σώπασμα των άλλων..."                                            




 
 
 

Ναός Διός Βασιλέως Λιβαδειάς

Ο ναός ιδρύθηκε στο β' μισό του 3ου αι. π.Χ. στα νοτιοδυτικά της σύγχρονης πόλης της Λιβαδειά. Την εποχή που επισκέφτηκε τη Λιβαδειά ο Παυσανίας ήταν ορατό το κρηπίδωμα του ναού και μέρος του δαπέδου που ήταν στρωμένος με ογκώδους πωρόλιθους. Αναφορές για το ναό έχουν γίνει από τους περιηγητές Κυριακό της Αγκώνας (1436) τον 15ο αι. και τους Ross (1834), Stephani (1837), Urlich (1837-38), Welcker (1842), Lolling (1867 - 1877) και  Fabricius (1885) του 19ου αι..
 Πιθανό η ανέγερση του ναού να ξεκίνησε από τους κατοίκους της Λιβαδειάς  και να συνεχίστηκε από το Βοιωτικό Κοινό, του οποίου τα μέλη όρισαν ένα συμβούλιο ναοποιών για να επιβλέπουν τις εργασίες. Από το 245 π.Χ. έως το 235 π.Χ. οι εργασίες για το κτίσιμο του ναού διακόπηκαν και άρχισαν ξανά το 220 π.Χ., για να σταματήσουν οριστικά στο πρώτο τέταρτο του δεύτερου αιώνα π.Χ. Πιθανώς, η εγκατάλειψη της προσπάθειας για την οικοδόμηση του ναού οφειλόταν στη σταδιακή μείωση της δύναμης και της σημασίας του Κοινού των Βοιωτών, στην έλλειψη χρημάτων για την κατασκευή ενός τόσου μεγάλου οικοδομήματος, αλλά και στη ρευστότητα των πολιτικών πραγμάτων και τις αλλεπάλληλες πολεμικές συγκρούσεις που σημάδεψαν την εποχή.  
 
Μεγάλη οικοδομική επιγραφή του ναού που φυλάσσεται σήμερα στο Μουσείο της Χαιρώνειας η οποία αναφέρεται στη μεταξύ του εργολάβου και του Δήμου  Λεβαδέων συμφωνία κατασκευής του.

 Η καταστροφή της πόλης από το Σύλλα  το 86 π.Χ. κατέστρεψε και το ναό. Επίσης σημαντικές ήταν οι φθορές στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Ενώ στα σύγχρονα χρόνια πλήθος αρχιτεκτονικών μελών μεταφέρθηκαν από το ναό  για να χρησιμοποιηθούν στην ανοικοδόμηση οικιών και ναών. 
 Το 1969 η Αρχαιολογική Υπηρεσία με τους Ν. Φαράκλα και Στ. Βαλλά πραγματοποίησε ανασκαφική έρευνα που αποκάλυψε τμήμα του νότιου τοίχου του κρηπιδώματος του ναού. Από το σωρό των αχρησιμοποίητων ογκόλιθων και της αρχαίας λατύπης, που προήλθε από την επιτόπου λάξευση των λίθων του ναού, ανασύρθηκαν και διάφορα δωρικά αρχιτεκτονικά μέλη που ανήκαν σε άλλο ναό, ίσως παλιότερο του μεγάλου, ο οποίος ήταν πιθανώς αφιερωμένος στον Κρονίδη Δία και την Ήρα, σύμφωνα με την αναφορά του Παυσανία και ο οποίος  έχει ταυτιστεί από τον Αλπέρ Τούρνερ, αρχαιολόγο υπεύθυνο των ανασκαφών των Δελφών, της αναπαράστασης του αρχαιολογικού χώρου και πρώτο διευθυντή του Μουσείου. 
 

Το 1997  με πρωτοβουλία και χρηματοδότηση του Δήμου Λεβαδέων, επί δημάρχου Χ. Παλαιολόγου,   υπό την εποπτεία της Θ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, ξεκίνησαν εργασίες καθαρισμού και συλλογής των αρχιτεκτονικών μελών του ναού, που είχαν ως αποτέλεσμα την πλήρη αποκάλυψη της κάτοψης του ναού για πρώτη φορά από την εποχή της κατασκευής του. 

Στη βόρεια πλευρά του αποκαλύφθηκε τμήμα των θεμελίων του ναού, καθώς και το μεγαλύτερο τμήμα της κρηπίδας του. Στο πλαίσιο των παραπάνω εργασιών ανασύρθηκαν, κατεγράφησαν και φωτογραφήθηκαν 502 αρχιτεκτονικά μέλη. Τα 464 αρχιτεκτονικά μέλη ήταν κατασκευασμένα από ντόπιο γρανίτη, είτε από φαράγγι του Ξηριά  είτε από τη Σούρπη - τη σημερινή Ανάληψη. Τα  υπόλοιπα 37 αρχιτεκτονικά μέλη ήταν από πωρόλιθο από τον οποίο είχε εξολοκλήρου  κατασκευαστεί η θεμελίωση του δαπέδου. Επρόκειτο για δομικούς λίθους διαστάσεων 2,43 - 2,45 μ. Χ 0,42μ. που φέρουν χαρακτηριστικούς αγκώνες ανάρτησης. Βρέθηκε και ένα τμήμα σπονδύλου κίονα διαμέτρου 1,90 μ.  Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσίασε η περισυλλογή κομματιών από μολύβι και σίδερο που χρησιμοποιούσαν για τη σύνδεση των δομικών λίθων.  Μετά τον καθαρισμό αποκαλύφθηκε η κάτοψη του ναού και διαπιστώθηκαν για πρώτη φορά με ακρίβεια οι διαστάσεις του. Πρόκειται για ένα  οικοδόμημα  διαστάσεων 60Χ 23 μ. Ο ναός ήταν κολοσσικού μεγέθους, από τους μεγαλύτερους που θα κτίζονταν ποτέ στον ελλαδικό χώρο. Ήταν στον τύπο του περίπτερου με 6 κίονες στις στενές και 12 στις μακρές του πλευρές

     Ένα μέρος της κορυφής του Άι Λια είχε ισοπεδωθεί στην αρχαιότητα για το ναό του Δία. Ανατολικώτερα της σημερινής εκκλησίας υπάρχει και άλλος ισοπεδωμένος χώρος, ίσως για άλλα ιερά. 

Στα ναό του Διός Βασιλέως ετελούντο γιορτές προς τιμήν του Διός,  τα Βασίλεια, τον μήνα Παμβοιώτιο που αντιστοιχεί στον δικό μας Οκτώβρη. Στη γιορτή μετά τη νίκη στα Λεύκτρα των Θηβαίων εναντίων των Σπαρτιατών το  371 π.Χ. προστέθηκαν αγώνες, ιππικοί, γυμνικοί και μουσικής.  
ο Διόδωρος Σικελιώτης αναφέρει ότι πριν τη μάχη οι Θηβαίοι  στρατηγοί Πελοπίδας και  Επαμεινώνδας ζήτησαν τη βοήθεια του Τροφώνιου Μαντείου, το οποίο τους έδωσε  προφητεία νίκης που εμψύχωσε το στρατό. Σε ανάμνηση αυτού το γεγονότος καθιερώθηκαν οι αγώνες στα Βασίλεια. Ο αγωνοθέτης των Βασιλείων ήταν ένας κάτοικος της Λιβαδειάς, τον οποίο επέλεγε κάθε φορά το Κοινό των Βοιωτών
Ανάμεσα  στους αγώνες της γιορτής περιλαμβάνονταν διαγωνισμοί σαλπιγκτών και κηρύκων, που κρίνονταν με βάση τη δύναμη του σαλπίσματος ή τη δύναμη και τη μελωδικότητα της φωνής και διαγωνισμοί ραψωδών.  
Κάποιοι από τους γυμνικούς αγώνες ήταν δόλιχος παίδων και ανδρών, δηλ. αγώνες δρόμου αντοχής, κατά τους οποίους οι δολιχοδρόμοι για να εξοικονομήσουν δυνάμεις δεν κουνούσαν τα χέρια τους, αλλά κρατούσαν τους βραχίονες κολλημένους στον κορμό. Η απόσταση αυτών των δρόμων κυμαινόταν από 1300 περίπου μέτρα μέχρι 4500 μέτρα. 
 Διεξαγόταν το παγκράτιο παίδων, δηλ. αγώνες πυγμαχίας  και πάλης, και το πένταθλο ανδρών, που περιλάμβανε άλμα, δίσκο, στάδιο, ακόντιο και πάλη. 
 Οι ιππικοί αγώνες μεταξύ άλλων περιείχαν τον αποβάτη αγώνα, κατά τον οποίο ο πλήρως οπλισμένος αθλητής πηδούσε από κινούμενο άρμα και συνέχιζε πεζός με αγώνα δρόμου, τη συνωρίδα πώλων, και τη συνωρίδα τελεία, δηλαδή αγώνα άρματος που το έσερναν δυο ίπποι, πώλοι στην πρώτη περίπτωση και αγώνες ταχύτητος  με άλογο ή πουλάρι.
     Για τη λατρεία του Διός Βασιλέως υπάρχουν επιγραφικές μαρτυρίες του 4ου αιώνα π.Χ., οι οποίες αναφέρονται σε νίκες αγώνων που πραγματοποιήθηκαν στα  Βασίλεια, καθώς και σε απελευθερώσεις δούλων που αφιερώνονταν στον Δία Βασιλέα και στον Τροφώνιο
 

Στη διάρκεια της γιορτής σχηματιζόταν πομπή  από παρθένες κανηφόρες. Αυτές ήταν νέες που είχαν το τιμητικό αξίωμα να μεταφέρουν πάνω στο κεφάλι τους τα ιερά κάνιστρα, που είχαν  μέσα τα ιερά αντικείμενα για το τελετουργικό. Οι νέες πριν την πομπή έπρεπε να εξαγνιστούν στις πηγές της Έρκυνας.  Όπως  μας λέει  ο Πλούταρχος η παρθένος Αριστόκλεια, από την Αλίαρτο, είχε λουστεί στις πηγές της Έρκυνας προκειμένου να «κανηφορήσει τω Διί τω Βασιλέα».

 
 
 
 
 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Σύμφωνα με το συγγραφέα και ερευνητή κ. Στάθη Βαλλά στο ανατολικό τμήμα του γήλοφου,του Προφήτη Ηλία   υπάρχει μια έκταση με ιδιαίτερη σημασία. Υπάρχει ένα ήδη διαμορφωμένο αρχαίο τέμενος.  Εκεί διασώζεται ένας αρχέγονος βωμός, και ένα ιερό δέντρο. "Αρχέγονος πυριτολιθικός Βωμός, σε δυώνυμη ζεύξη, με ένα αείζωο Ιερό Δέντρο. Έναν Ερινεό. Μια Αγριοσυκιά.

Ο Ερινεός είναι το Ιερό Δέντρο των Θρησκευτικών Επιφανειών. Έχει σταθερή και αναπόσπαστη παρουσία σε όλα τα Θρησκευτικά Συστήματα. Από την αρχαία Ελλάδα, την Αμερική, την Πολυνησία, μέχρι τον Βουδδισμό, και τον Χριστιανισμό. Αυτό λοιπόν το εκπληκτικό και μοναδικό Ιερό Δέντρο, που έφτασε ζωντανό από την αρχαιότητα, ως την σημερινή εποχή, οι αρχαίοι ιερείς, το είχαν σε χρήση κατά το Δρώμενο, που συνέβαινε κάποτε στο Μαντείο του Τροφωνίου. 
Πάνω στον αρχέγονο Βωμ, και κάτω από το είζωο ερ Δέντρο, τον Ερινεό, σήμερα, διακρίνεται σκαλισμένη μία γνωστ π τον μηρο ‘’βώμειος δρη.’’ Δηλ. μια βάση μικρού ξόανου πάνω σε βωμό. Προτάθηκε τι σ’ αυτήν κριβς την συγκεκριμένη έδρη – βάση, ταν τοποθετημένο τ ξόανο του Τροφώνιο, το οποίο φερόταν ως έργο του μυθικού Δαίδαλου, και το οποίο αναφέρεται από τον Παυσανία".  
 
Βιβλιογραφία: 
 
  • Παυσανίου Ελλάδος Περιηγήσεις - Εκδοτική Αθηνών 
  • Αναστασία Γκαδόλου: Εισήγηση της αρχαιολόγου στο Συνέδριο της Εταιρείας Βοιωτικών Μελετών το 2000  με θέμα "Ο ναός του Διός Βασιλέως   
  • Βαλλάς Στάθης: "Το άντρο του Τροφωνίου"
  •  Νικολάου Άννα: Οι γιορτές της αρχαίας Βοιωτίας