Σάββατο 2 Μαΐου 2020

Ογχηστός, το ιερό του Ογχηστίου Ποσειδώνα


Η Ογχηστός ήταν αρχαία βοιωτική πόλη, κτισμένη στις νοτιοανατολικές όχθες της λίμνης της Κωπαΐδας και φαίνεται να είχε κατοικηθεί από τους προϊστορικούς χρόνους. Ο Ογχηστός που ήταν γιος του θεού Ποσειδώνα έδωσε το όνομά του στην πόλη, η οποία βρίσκεται στη στενή διάβαση ενός λόφου που χωρίζει την κωπαϊδική λεκάνη απ’ το λεκανοπέδιο της Θήβας. Στο Τηνέριο πεδίο βρίσκονται τα κατάλοιπα της αρχαίας Ογχηστού και το περίφημο ιερό της, ένας μεγάλος ναός  αφιερωμένος στον Ποσειδώνα  που αποτέλεσε κέντρο της Βοιωτικής  Αμφικτυονίας. Στην Αμφικτιονία  της Ογχηστού συμμετείχαν όλες οι βοιωτικές πόλεις.
Ο Πίνδαρος στους ύμνους που μνημονεύει δυο Θηβαίους Ισθμιονίκες αναφέρει την Ογχηστό : 
"Εγώ δε  το θεό Ποσειδώνα και τον αγιασμένο Ισθμό, και της Ογχηστού τις οχτιές στο τραγούδι στολίζω..."  Επίσης για τον παγκρατιστή Θηβαίο Μέλισσο λέει ανάμεσα στα άλλα: " Ο Ποσειδώνας είναι εκείνος, που σαλεύει τη γη κι έχει τον Ογχηστό κατοικία ... 
Ο Όμηρος αποκαλεί  στην Ιλιάδα (Β 506) το δασάκι που στόλιζε την πόλη " ιερόν Ποσειδήιον αγλαόν άλσος." μέσα στο οποίο υπήρχε ναός του θεού.

Ο Ποσειδώνας με το άρμα του
 Το ιερό οφείλει την ίδρυσή του επίσης στον Ογχηστό.  Η θεϊκή προέλευση του  ιερού και η σύνδεσή του με τον γιο του Ποσειδώνα, αποτέλεσε  βάση για τη δημιουργία ενός  μυθικού γενεαλογικού δένδρου και ο όρος «Ογχήστιος» τέθηκε ως προσωνυμία του  Ποσειδώνα. 

Απ’ τον  Ογχηστό  καταγόταν ο Μεγαρεύς, ο βασιλιάς των Μεγάρων, η Αβρώτη, σύζυγος του βασιλιά των Μεγάρων Νίσου και ο Ιππομένης που κατά τη βοιωτική παράδοση συμμετείχε σε αγώνα δρόμου με αντίπαλο την Αταλάντη, τη φημισμένη δρομέα και εγγονή του βασιλιά του Ορχομενού Αθάμαντα. Επίσης γιος του Ογχηστού φέρεται να ήταν και ο Κωπεύς, που ίδρυσε τις αρχαίες Κώπες, που βρισκόταν στη θέση περίπου του σημερινού χωριού Κάστρου.

Ο Παυσανίας και ο Οβίδιος αναφέρουν ότι ο Μεγαρεύς νυμφεύτηκε την Ιφινόη, κόρη του βασιλιά Νίσου, βασιλιά των Μεγάρων που ονομαζόταν αρχικά Νίσαια. Ο γεωγράφος Σκύμνος ο Χίος – 2ος αι. π.Χ. και ο ιστορικός Ελλάνικος – 5ος αι. π.Χ. αναφέρουν ότι ο Μεγαρεύς, ιδρυτής των Μεγάρων κατάγεται από την Ογχηστό της Βοιωτίας.  

Όταν ο Μίνωας  έμαθε για το θάνατο του γιου του Ανδρόγεω εκστράτευσε εναντίον της Αθήνας προκειμένου να εκδικηθεί τον άδικο θάνατό του γιου του. Ο γιος του Μίνωα  Ανδρόγεως είχε μεταβεί στην Αθήνα προκειμένου να λάβει μέρος στα Παναθήναια. Κατόρθωσε μάλιστα να νικήσει σε όλα τα αθλήματα, προκαλώντας έτσι τον φθόνο των Αθηναίων. Προκειμένου να απαλλαγούν από αυτόν, τον έστειλαν να εξοντώσει τον γνωστό ταύρο της Κρήτης, ο οποίος είχε πλέον καταλήξει στο Μαραθώνα. Ο νεαρός απέτυχε και ο ταύρος τον θανάτωσε. Με βάση άλλη εκδοχή, οι Αθηναίοι έστειλαν τον νέο σε θανάσιμη ενέδρα. Ο  Μίνωας περνώντας από τα Μέγαρα την πολιόρκησε, τότε ο Μεγαρεύς έσπευσε να βοηθήσει το βασιλιά των Μεγάρων και πεθερό του Νίσο. Γι’ αυτές του τις υπηρεσίες ανακηρύχτηκε βασιλιάς της Νίσαιας, η οποία μετονομάστηκε έκτοτε σε Μέγαρα.

Η Αβρώτη ήταν κόρη του Ογχηστού, αδελφή του Μεγαρέα και σύζυγος του Νίσου, βασιλιά των Μεγάρων. Ήταν ενάρετη σύζυγος, πάρα πολύ έξυπνη και καλή βασίλισσα, και όλοι θρήνησαν τον θάνατό της. Ο βασιλιάς Νίσος, για να την τιμήσει, καθιέρωσε ως επίσημη  τοπική ενδυμασία των γυναικών των Μεγάρων  ένα ιδιαίτερο ένδυμα που συνήθιζε να φορά η Αβρώτη,  το αφάβρωμα. Σύμφωνα με την παράδοση όσες φορές οι Μεγαρίτισσες επιχείρησαν να αλλάξουν την ενδυμασία του εμποδίστηκαν από  χρησμό.

Η Αταλάντη σύμφωνα με τον Ησίοδο και άλλους αρχαίους συγγραφείς  ήταν κόρη του Σχοινέα, γιου του βασιλιά του Ορχομενού Αθάμαντα, ή του Ιάσου και της Κλυμένης, κόρης του Μινύου ( Απολλόδωρος). Σύμφωνα με το μύθο, κάποιος χρησμός απαγόρευε στην Αταλάντη το γάμο και γι΄ αυτό είχε παρακαλέσει τον πατέρα της Σχοινέα να μην την παντρέψει. Εκείνος είχε δεχθεί την παράκληση της κόρης του, με τον όρο όμως ότι αν κάποιος τη νικούσε σε αγώνα δρόμου, εκείνος θα την έπαιρνε γυναίκα του.

Μεγάλος ήταν ο αριθμός των μνηστήρων που υπέστησαν αυτή τη δοκιμασία. Η Αταλάντη αγωνιζόταν γυμνή, όπως και οι έφηβοι αθλητές, ο αγώνας διεξαγόταν μέσα στο δάσος και αυτοί που αποτύχαιναν φονεύονταν από την Αταλάντη. Όπως αναφέρει ο Πλούταρχος στα Ηθικά ο μόνος ο οποίος την νίκησε ήταν ο Ιππομένης, ο οποίος πέτυχε να την νικήσει με ένα τέχνασμα που του υπέδειξε η θεά Αφροδίτη. Του χάρισε η θεά τρία χρυσά μήλα, που προέρχονταν από τον Κήπο των Εσπερίδων. Κατά τη διάρκεια του αγώνα, καθώς ο Ιππομένης προηγούνταν, έριχνε πίσω του από ένα χρυσό μήλο, κάθε φορά που η Αταλάντη επρόκειτο να τον προσπεράσει. Αυτό αποσπούσε την προσοχή της και την έκανε να καθυστερεί, ώσπου ο Ιππομένης κέρδισε τον αγώνα δρόμου. Οι δύο νέοι, παρασυρμένοι πια από τον έρωτά τους, περιπλανιόνταν μέσα στα δάση και συνευρέθηκαν ερωτικά μέσα σ΄ ένα ναό αφιερωμένο στη θεά Ρέα-Κυβέλη, πράγμα που θεωρούνταν ανόσιο να γίνει μέσα στο ναό. Για το λόγο αυτό και τιμωρήθηκαν με τη μεταμόρφωσή τους σε ζευγάρι λιονταριών, που θα τραβούσαν το άρμα της θεάς και δεν θα μπορούσαν να συνευρεθούν – απλώς θα στέκονταν ο ένας δίπλα στον άλλο στην αιωνιότητα. Το βοιωτικό μύθο του Ιππομένη και της Αταλάντης μαρτυρεί ο Διογεννιανός, ο Λιβάνιος και ο Θεόκριτος στο Ειδύλλιο ΙΙΙ.





Γκουίντο Ρένι: "Αταλάντη και Ιππομένης" (1622-25). Εθνικό Μουσείο Καποντιμόντε, Νάπολη Ιταλίας


Η λατρεία του Ποσειδώνα στη Βοιωτία εισήχθη από του Μινύες του Ορχομενού, που κατέβηκαν από βορρά κατά το δεύτερο μισό της 3ης χιλιετίας π.Χ., από τη Θεσσαλία, και είχαν σαν προστάτη τους τον Ποσειδώνα ή κατ’ άλλους, από τους Ίωνες την 2η χιλιετία π.Χ. Στις εορταστικές εκδηλώσεις της Ογχηστού που τελούνταν προς τιμή του θεού, ήδη κατά την περίοδο πριν από τον Τρωικό πόλεμο, συμμετείχαν και οι Μινύες και οι Θηβαίοι. Ο Ποσειδώνας στην Ογχηστό δεν λατρεύτηκε ως θεός της θάλασσας αλλά ως προστάτης των αλόγων με εορταστικές και τελετουργικές εκδηλώσεις γνωστές από την προ-ομηρική εποχή.

Στην Ιλιάδα ο Ποσειδώνας αποκαλείται Ελικώνιος άναξ ( Υ 404) και στον ομηρικό ύμνο «Εις Ποσειδώνα» είναι ο μέγας θεός και άρχοντας που εξουσιάζει τον Ελικώνα. Ο Αρίσταρχος στα Σχόλια στον ιλιαδικό χαρακτηρισμό του Ποσειδώνα «Ελικώνιος» όπου συνδέει το θεό με το βουνό Ελικώνα, χαρακτηρίζει και τη Βοιωτία ως περιοχή στο σύνολό της αφιερωμένη στον Ποσειδώνα.

Η ιδιαίτερη βαρύτητα του ιερού απορρέει από την πανάρχαια λειτουργία του, τη σημαντική γεωγραφική του θέση στη στενή δίοδο που επέτρεπε τον έλεγχο της κύριας οδού προς τους Δελφούς, και ιδιαίτερα από ένα ασύνηθες τελετουργικό λατρείας με νεαρά άλογα που έμπαιναν σε ζυγό άρματος για πρώτη φορά.



Λέγεται ότι κάποια φορά στο Ογχήστιο ιερό συνέβη ένα θανατηφόρο γεγονός,  κατά τη διάρκεια των αγώνων. Ο ηνίοχος του θηβαίου Μενοικέα, Περιήρη, σκότωσε το βασιλιά του Ορχομενού Κλύμενο. Το γεγονός αυτό υπήρξε η αφορμή   του πολέμου μεταξύ Ορχομένιων και Θηβαίων. 
Αξίζει να αναφέρουμε ότι  ιππικοί αγώνες γίνονταν μετά από τις συνεδριάσεις του Κοινού των και ήταν ιδιόρρυθμοι και περίεργοι. Όπως περιγράφονται στον Ομηρικό Ύμνο για τον Πύθιο  Απόλλωνα, ζεμένα  στα άρματα τα άλογα αφήνονταν ελεύθερα από τους ηνιόχους του να τρέξουν, κι εκείνοι τα ακολουθούσαν από μακριά και τα παρότρυναν με κραυγές. Όσα από τα άλογα έστριβαν κι έμπαιναν στο άλσος του Ποσειδώνα , θεωρούνταν, ότι νικούσαν και το άρμα τους, που έσερνα, το αφιέρωναν οι αγωνιστές στο ναό κι έμενε στην προστασία του Ποσειδώνα. 


Το ιερό, έδρα της ομώνυμης Αμφικτυονίας για μεγάλες χρονικές περιόδους και του Κοινού των Βοιωτών κατά την ελληνιστική περίοδο, απέκτησε πολιτική δύναμη που στηρίχτηκε όχι σε στρατιωτικά – πολεμικά, αλλά πολιτιστικά στοιχεία και αναδείχθηκε το σύμβολο των Βοιωτών στον έξω κόσμο.   
  

Μελετητές της αρχαίας Βοιωτίας υπογραμμίζουν ότι οι λατρευτικές εκδηλώσεις στο Ογχήστιο ιερό είχαν ξεκινήσει από πολύ παλιά, πριν ακόμα η Θήβα αναδειχθεί σε σημαντική βοιωτική πόλη, και σ’ αυτό το θρησκευτικό κέντρο τελούνταν εορταστικές εκδηλώσεις που δεν είχαν πολεμικό χαρακτήρα. Θεωρείται ότι η λατρεία του Ποσειδώνα στην Ογχηστό υπήρχε ήδη πριν από την ίδρυση της Αμφικτιονίας και ότι στη μυκηναϊκή εποχή θα πρέπει να λειτουργούσε  εκεί υπαίθριο ιερό που είχε εκτός από καθαρά θρησκευτικό, και πολιτικό  χαρακτήρα συνδεόμενο με ζωτικά συμφέροντα των δυνάμεων της περιοχής λόγω της στρατηγικής θέσης του στο στενό πέρασμα μεταξύ λίμνης Κωπαΐδας και Ελικώνα. 

Το ιερό του Ογχηστίου Ποσειδώνα λειτούργησε και ως μαντείο σύμφωνα με  αναφορές,  πριν από την ίδρυση της Θήβας και πριν ακόμα από αυτή του  Μαντείου των Δελφών. Στους ομηρικούς στίχους αναφέρεται ότι ο Απόλλωνας, κατά την αναζήτηση ιδανικού τόπου για το μαντείο του, πέρασε από την «ακατοίκητη και δασώδη Θήβα», στη συνέχεια πάνω από το ιερό  του Ποσειδώνα στην Ογχηστό, για να φθάσει τελικά στην περιοχή των Δελφών. Η ίδρυση του ιερού του Ποσειδώνα στην Ογχηστό τοποθετείται χρονολογικά στο τέλος του 6ου αι. π.Χ.

Η θρησκεία στην αρχαιότητα ήταν στενά συνδεδεμένη με τις τοπικές κοινωνίες και συνέβαλε αποφασιστικά στη θεμελίωση της πολιτισμικής τους ταυτότητας. Όπως αναφέρει ο Στράβων στα Γεωγραφικά του « Η ίδρυση των πόλεων και ο σεβασμός των κοινών ιερών οφείλονται στις ίδιες προθέσεις. Οι άνθρωποι δηλαδή συγκεντρώθηκαν κατά πόλεις και κατά έθνη, επειδή εκ φύσεως τους αρέσει  η συναναστροφή μεταξύ τους, αλλά και λόγω της αμοιβαίας συνδρομής. Για τους ίδιους λόγους συναντιόντουσαν στα κοινά ιερά, συμμετέχοντας σε εορτές και πανηγύρια. Γιατί φιλία είναι όλα αυτά που αρχίζουν από ομοτράπεζους και συγκατοίκους και όσους συμμετέχουν σε κοινές σπονδές και θυσίες. Φυσικά όσο μεγαλύτερος  αριθμός ατόμων  προσέρχονταν και μάλιστα από περισσότερα μέρη, τόσο μεγαλύτερο υπολογιζόταν το όφελος». 
Άνθρωποι «ομοτράπεζοι κι συγκάτοικοι» κατά τον Στράβωνα και «αμφικτιονίες» κατά τον Πίνδαρο συναθροίζονταν, για να τιμήσουν τον Ογχήστιο Ποσειδώνα.  Στην Ογχηστό είχε την έδρα της μια από τις αρχαιότερες αμφικτιονίες, η οποία αρχικά δεν είχε βοιωτικό χαρακτήρα. Οι Βοιωτοί ετάχθησαν σε αυτήν αργότερα.

Οι αρχαίοι συγγραφείς κατατάσσουν το ιερό στην Ογχηστό ανάμεσα στα πιο σημαντικά της αρχαιότητας. Ο Δίων ο Χρυσόστομος το αναφέρει μαζί με εκείνα της Αθηνάς στην Αθήνα, της Ήρας στο Άργος, του Ήλιου στη Ρόδο και του Ποσειδώνα στην Κόρινθο
Ογχηστός - αρχαιολογικός χώρος

Στο βιβλίο  "Ογχήστιος Ποσειδώνας", του Πάρη Βαρβαρούση και  της Παναγιώτας Παπαευαγγέλου διαβάζουμε: «Νεότεροι μελετητές αναφέρουν ότι στην Αμφικτιονία της Ογχηστού διαμορφώθηκαν για πρώτη φορά συνθήκες πολιτικής συνεργασίας μέσω συλλογικών διαδικασιών λήψης αποφάσεων.  Οι συνελεύσεις στον χώρο του ιερού αποκτούσαν ιδιαίτερη αξία και οι αποφάσεις είχαν ηθική και πολιτική βαρύτητα.  Εκεί συναθροίζονταν οι εκπρόσωποι των τοπικών κοινοτήτων και εκτίθεντο τα ψηφίσματα. Πρόκειται για μια πρώτη έκφραση κοινού πολιτικού βίου που οδήγησε στη σταδιακή ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης  σε περιφερειακό επίπεδο  Οι εξωτερικές απειλείς και η ανάγκη επιβίωσης ισχυροποίησαν αυτή την «κοινή πολιτεία» και διασφάλισαν τα κοινά συνδετικά στοιχεία των Βοιωτών (ήθη, λατρεία, γλώσσα), όπως διαπιστώνεται από τα ευρήματα των ανασκαφών. Η Αμφικτιονία είχε χαρακτήρα ιερής συμμαχίας με αρχές δεσμευτικές για όλα τα μέλη της που κάλυπταν θέματα θρησκείας, πολιτικής συνεργασίας και συλλογικής ασφάλειας και θεμελιώδη αρχή  της τη διασφάλιση των κοινών συμφερόντων, τα οποία προσδιορίζονταν βάσει της εθνοτικής συγγένειας  και της γεωγραφικής εγγύτητας. Όλα αυτά σε συνδυασμό και με τη συνεκτική δύναμη της κοινής λατρείας συνέβαλαν στη δημιουργία σχέσεων καλής γειτονίας μεταξύ των Βοιωτών  για μεγάλες χρονικές περιόδους.»

 Οι ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι τον 6ο αι. π.Χ. η Αμφικτυονία της Ογχηστού βρισκόταν υπό τον έλεγχο των Θηβαίων, αργότερα εντάχθηκε υπό τον έλεγχο της Αλιάρτου. Η Αλίαρτος μαζί με την Τανάγρα είναι οι πρώτες πόλεις που κόβουν νόμισμα και έχουν ως σύμβολό τους τη βοιωτική ασπίδα., στο α’ μισά του 6ου αι. π.Χ.  Μετά τη νικηφόρα μάχη των Βοιωτών στην Κορώνεια εναντίον των Αθηναίων το 446 π.Χ. όλες οι βοιωτικές πόλεις συνενώθηκαν στο Κοινό των Βοιωτών. Δεν μπορούμε να πούμε ότι το Κοινό των Βοιωτών είναι εξέλιξη της Αμφικτυονίας. Μπορούμε να πούμε ότι ο θεσμός της  Αμφικτιονίας αποτέλεσε τη βάση λειτουργίας του Κοινού των Βοιωτών.    

Αργότερα όταν στην περιοχή επικράτησαν οι Μακεδόνες έδρα του Κοινού των Βοιωτών έγινε η Ογχηστός όπου και παρέμεινε για το μεγαλύτερο τμήμα της ελληνιστικής περιόδου. Στο σημείο αυτό είχε στρατοπεδέψει και ο Μέγας Αλέξανδρος έχοντα την Ογχηστό επιχειρησιακό κέντρο κατά της Θήβας.    Οι Μακεδόνες ίδρυσαν την αγορά με την οικοδόμηση ενός μεγάλου συγκροτήματος και  επέκτειναν το Βουλευτήριο, το οποίο ήταν δίπλα στο ιερό σύμφωνα με τις ανασκαφές. Η αφιέρωση των ψηφισμάτων στον θεό για την τήρηση των υποχρεώσεων όλων των συμβαλλομένων μερών καθιστούσε το ιερό «θεματοφύλακα» των Βοιωτών.   Επίσης ο Δημήτριος Α΄ο Πολιορκητής, ο ισχυρότερος των επιγόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, κατέστειλε εξέγερση των Βοιωτών σε μάχη που έγινε στην Ογχηστό. 
Ογχηστός
 Ο Ρωμαίος πραίτορας Γάιος  Λουκρήτιος  είχε προσωπική γνώση της στρατηγικής σημασίας του χώρου. Όταν άρχισε ο Γ΄ Μακεδονικό πόλεμος εναντίον του Περσέα  αποφάσισε με τον  στρατό του να καταστρέψει την Αλίαρτο λόγω σθεναρής αντίστασης που προέβαλαν οι κάτοικοί της ( 171 π.Χ.), έτσι ώστε να έχει πλήρη ελευθερία κινήσεων στις επιχειρήσεις του.      Ο Ρωμαίος ιστορικός Τίτος Λίβιος περιγράφει την καταστροφή της Αλιάρτου ως εξής: « Άνδρες και αγόρια, που υπερασπίζονταν την πόλη, σκοτώθηκαν όταν έπεσε το τείχος, 2.500 περίπου άμαχος πληθυσμός πουλήθηκαν ως δούλοι, ενώ τα στολίδια της πόλης αγάλματα, πίνακες ζωγραφικής και άλλα πολύτιμα έργα τέχνης φορτώθηκαν σε πλοία» (Ιστορία του ελληνικού Έθνους Εκδ. Αθηνών τ. Ε΄σελ 111) με σκοπό τον πλουτισμό των Ρωμαίων αξιωματούχων. Μεταξύ των έργων που αρπάχτηκαν ήταν και εκείνα που κοσμούσαν το ιερό του Ποσειδώνα. Χρόνια πολλά αργότερα πέρασε από την Ογχηστό ο Παυσανίας και μας λέει ότι βρήκε την πόλη  ερειπωμένη, αλλά υπήρχε ακόμα το ιερό του Ποσειδώνα με ναό και άγαλμα του θεού καθώς και το φημισμένο του άλσος. 


Το Κοινό των Βοιωτών λειτουργούσε σαν τους σημερινούς διεθνείς οργανισμούς. Η δομή του, για μεγάλες χρονικές περιόδους, ήταν αυτή του ομόσπονδου κράτους,  όπου κάθε πόλη διατηρεί την ανεξαρτησία της, ενώ οι βασικές αποφάσεις για διαπολιτειακά θέματα και θέματα εξωτερικής πολιτικής λαμβάνονται στα αρμόδια όργανα με τη συμμετοχή όλων των μελών.

Η ευρύτητα του Κοινού φαίνεται κι απ’ την κοπή νομισμάτων που έφεραν στη μια όψη  τη βοιωτική ασπίδα και στην άλλη διάφορα τοπικά χαρακτηριστικά των πόλεων – μελών.  Οι πόλεις Θήβα, Ακραιφία, Κορώνεια, Αλίαρτος Θεσπιές και Τανάγρα έκοψαν νομίσματα νε τη βοιωτική ασπίδα και με το όνομά τους ή τα αρχικά του ονόματός τους.
Βοιωτική ασπίδα
Όλα τα αργυρά νομίσματα που φέρουν τον Ποσειδώνα ή την τρίαινα και την επιγραφή ΒΟΙΩΤΩΝ αναφέρονται στον Ποσειδώνα της Ογχηστού, τον Ομοσπονδιακό θεό των Βοιωτών και όπως λέει ο Αρίσταρχος όλη η Βοιωτία θεωρείται τόπος αφιερωμένος στον Ποσειδώνα.   
 
Νόμισμα Αλιάρτου  περίπου το 400-375 π.Χ.
Όταν η Ογχηστός ήταν υπό τον έλεγχο της Αλιάρτου το νόμισμα  είχε τη βοιωτική ασπίδα από τη μια πλευρά  και από την άλλη τον Ογχήστιο Ποσειδώνα με το εθνικό της χαρακτηριστικό ΑΡΙΑΡΤΙΟΝ.  Η κοπή των νομισμάτων με την απεικόνιση του  Ποσειδώνα ξεκίνησε το 456 π.Χ.. Την ίδια περίοδο φιλοτεχνήθηκε και το άγαλμα του Ποσειδώνα ( Δία) που ανασύρθηκε από τη θάλασσα του Αρτεμισίου*  και βρίσκεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο των Αθηνών. 


 Νομίσματα του Κοινού των βοιωτών με τον Ποσειδώνααπό το βιβλίο Ογχήστιος Ποσειδώνας
περίπου το 250 π.Χ.

περίπου το 225 - 171 π.Χ.
Περίπου 225- 171 π.Χ.
                                            
                                      

Στις αρχές του 1960 γεωργικές εργασίες στο λόφο της αρχαίας Ογχηστού, που βρίσκεται 4 χλμ. ανατολικά της Αλιάρτου και 13 χλμ. δυτικά της Θήβας , στο 91ο χλμ της Παλαιάς Εθνικής Οδού Αθηνών _ Λαμίας   έφεραν στο φως αρχαία οικοδομικά κατάλοιπα. Κατά τις πρώτες σωστικές ανασκαφές που διενεργήθηκαν το 1964 από την Εύη Τουλούπα και συνεχίστηκαν το 1967 και 1973 από τον Θεόδωρο Σπυρόπουλο  αρχαιολόγους της Θ΄Εφορείας Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων Βοιωτίας, αποκαλύφθηκαν τα θεμέλια μνημειώδους κτηρίου με προσανατολισμό Β προς Ν, το οποίο, λόγω των ευρεθέντων αναθηματικών  επιγραφών, ταυτίστηκε με το ναό του Ποσειδώνα, ο οποίος χρονολογήθηκε στο δεύτερο μισό του 6ου αι. π.Χ.  και ο οποίος ήταν σε κακή κατάσταση. Στα νότια του ναού βρέθηκαν αρχιτεκτονικά μέλη μεγάλου ορθογώνιου κτιρίου (12,6 Χ 19,2) με πολυγωνική τοιχοποιία με προσανατολισμό ΝΑ- ΒΔ. Το οικοδόμημα αυτό χαρακτηρίστηκε ως το Βουλευτήριο του Κοινού των Βοιωτών. Επίσης βρέθηκαν πολλά κινητά ευρήματα ρωμαϊκών χρόνων, όπως   «ήλοι, μάχαιραι και σιδηρά κατάλοιπα δυσδιαγνώστων εργαλείων και σκευών. …. Θραύσματα ξιφών, χαλκά και σιδερένια ελάσματα…»  Επίσης βρέθηκαν ελάχιστα όστρακα κεραμικής του 5ου αι. π.Χ.  Στον ίδιο χώρο αποκαλύφθηκαν και μαρμάρινες στήλες με προξενικά ψηφίσματα ελληνιστικής περιόδου. Στα ανατολικά του ιερού εντοπίστηκαν τάφοι με κτερίσματα που ανήκαν ίσως σε ιερείς και άτομα που εργάζονταν στο ιερό.    
Κατάλοιπα από το Βουλευτήριο_ από το βιβλίο "Ογχήστιος Ποσειδώνας"
  Περίπου 1 χλμ δυτικότερα του ίδιου δρόμου που οδηγεί από το λόφο της αρχαίας Ογχηστού προς την Αλίαρτο σε ανασκαφικές έρευνες που έγιναν βρέθηκε από τις αρχαιολόγους Φανουρία Δακορώνια και Αλεξάνδρα Χριστοπούλου ένα μεγάλο στωικό συγκρότημα με 18 ή 19 δωμάτια και μια άλλη μεγάλη αίθουσα στα νότια του. Αυτό το συγκρότημα ερμηνεύτηκε ως αγορά και λειτουργούσε από τον 4ο αι. π.Χ.  μέχρι τους ρωμαϊκούς χρόνους. 
Από το βιβλίο Ογχήστιος Ποσειδώνας

 Το καλοκαίρι του 2014 ξεκίνησε η πρώτη περίοδος ενός φιλόδοξου προγράμματος που διοργανώνεται από το Πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης και υποστηρίζεται από την Θ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων και την Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία. Η πρώτη φάση  ξεκίνησε με τις εργασίες καθαρισμού του ναού και παλαιότερων σκαμμάτων. Επίσης από το Εργαστήριο Γεωφυσικής Δορυφορικής Τηλεπισκόπησης και Αρχαιοπεριβάλλοντος του ΙΜΣ-ΙΤΕ πραγματοποιήθηκε το καλοκαίρι του 2014 ένα πρόγραμμα γεωφυσικών διασκοπήσεων καλύπτοντας συνολικά πάνω από 20.000 τετραγωνικά μέτρα έκταση μεταξύ των δύο θέσεων (Στενή και Σαϊντή-Μαυροματίου), ενώ παράλληλα έχει προγραμματιστεί συστηματική ανασκαφή του Ιερού του Ποσειδώνα σε επόμενη φάση της έρευνας. 

 



Οι ανασκαφές στο ιερό της Ογχηστού έφεραν στο φως και μια μονάδα βάρους που χρησιμοποιείτο για το ζύγισμαεμπορευμάτων. Η μονάδα αυτή (βλέπε εικόνα) φέρει στημέση έναν αστράγαλο (το μέγεθος ζωικού αστραγάλου),σύμβολο που δείχνει ότι το βάρος αντιστοιχεί σε έναστατήρα. Στη λεζάντα της εικόνας απεικονίζεται, επίσης, ηλέξη ΔΗΜΟ που δηλώνει ότι πρόκειται για ένα επίσημο βάρος.Πηγή: https://aliartos-boiotias.blogspot.com/2019/04/blog-post_93.html

*Ο Ποσειδώνας ( Δίας) του Αρτεμισίου και το χάλκινο σύμπλεγμα του αλόγου με τον μικρό Αφρικανό ιππέα που βρίσκονται στο Εθνικό αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών πιστεύεται ότι προέρχονται από το Ογχήστιο ιερό του Ποσειδώνα.

 Για περισσότερα διαβάστε εδώ:
https://www.kathimerini.gr/933020/article/politismos/eikastika/o-agnwstos-poseidwnas

Χάλκινο σύμπλεγμα αλόγου και ιππές
    Ποσειδώνας ( Δίας) του Αρτεμισίου
  • Βιβλιογραφία: 
  • Ογχήστιος Ποσειδώνας ΅Πάρις Βαρβαρούσης - Παναγιώτα Παπαευαγγέλου
  • Παυσανίου Ελλάδος Περιηγήσεις: Βοιωτικά- Εκδοτική Αθηνών
  • Θ. Δάλκας: Ιστορικοί  περίπατοι τόμος Α΄