Η θεά
Έριδα (αρχ. Ἔρις) ανήκει στην κατηγορία των φτερωτών θηλυκών, όπως οι Ερινύες και η Ίριδα.
Ήταν κόρη της Νυκτός και θεά της ζήλιας, της
διχόνοιας, του τσακωμού και του καυγά. Κατά άλλους ήταν αδελφή τού Άρη. Ωστόσο
ο ρόλος της δεν είναι μόνο αρνητικός. Ο Ησίοδος στο έργο του «Έργα και Ημέραι» αναφέρει
δύο Έριδες. Η πρώτη με τις αρνητικές
παρεμβάσεις της και η δεύτερη παροτρύνει στην εργασία μέσα από την ευγενή
άμιλλα.
To «Έργα και Ημέραι» είναι ένα από τα
πιο γνωστά διδακτικά επικά ποιήματα του Ησιόδου. Αποτελείται από 828 εξάμετρους
στίχους και γράφτηκε με αφορμή τη δικαστική διαμάχη του Ησιόδου με τον αδελφό
του Πέρση για την πατρική κληρονομιά και εκφράζει όλη την πικρία του συγγραφέα
για την αδελφική διχόνοια. Αυτή ως Έριδα βρίσκεται στο επίκεντρο του πρώτου
μέρους του έργου.
Το έπος αρχίζει με επίκληση στις Μούσες της Πιερίας
κατά το τυπικό, για να δώσουν έμπνευση στον ποιητή να γράψει αλλά και για να
δώσουν ιερότητα και αξιοπιστία στα γεγονότα που θα αναφερθούν στη συνέχεια. Παιδιά της είναι ο Πόνος, η Λήθη, οι Μάχες, οι Φόνοι,η Δυσνομία και ο Όρκος.
|
Ο Ησίοδος από την Άσκρη της Βοιωτίας |
Ο Ασκραίος Ησίοδος γράφει για τις δυο Έριδες
(απόδοση Παναγή Λεκατσά):
«Ένα δεν είναι μονάχα είδος Έριδας στο κόσμο αυτό,
αλλά είναι δύο.
|
Άγαλμα της Έριδας |
Τη μιαν αυτός που θα τη νιώσει,
δεν μπορεί παρά να την παινέσει, την άλλη όμως θα κατηγορήσει. Οι
δυο καρδιές των είναι ολότελα διαφορετικές. Η μια το μαύρο πόλεμο και τις διχόνοιες
η καταραμένη συνδαυλίζει, κι από τους θνητούς κανένας δεν την αγαπά, μα το ‘χει φέρει η ανάγκη, γιατί οι βουλές το θέλουν των
αθανάτων, που τη σκληρή την Έριδα τιμούνε.
Όμως την άλλη, που η μαύρη Νύχτα πρώτη την
εγέννησε, ο Δίας που από ψηλά ζυγοσταστεί και στον αιθέρα κατοικεί, μέσ’ στα
ριζώματα την έβαλε της γης, πολύ για τους ανθρώπους κάνοντάς την συμφερότερη. Αυτή και τον λειψό στη δύναμη τον σπρώχνει να
δουλέψει. Γιατί όποιος βλέπει τον άλλον π’ ακούγεται να βάνει τα δυνατά του να
οργώνει και να φυτεύει για να καλυτερέψει το βιος του, αμέσως κι αυτός νιώθει την
ανάγκη της δουλειάς : ο κάθε γείτονας ζηλεύει το γείτονα που βάνεται να
πλουτίσει. Αυτή η Έριδα είναι η αγαθή
ανάμεσα στους ανθρώπους. Ο Λαγηνάς τάχει με τον λαγηνά, κι ο μάστορας με το
μάστορα και τον φτωχό ο φτωχός λοξοκοιτά και τον τραγουδιστή ο τραγουδιστής ο άλλος.
|
Η Έριδα με φτερά |
Μα ω Πέρση, εσύ στα στήθια τούτα βάλε τα καλά και η Έριδα η κακόχαρη το
νου να μη σου παίρνει απ΄ τη δουλειά, να κυνηγάς κρισοδικιές με τεντωμένο αυτί
μες στην πλατεία. Καιρό δεν έχει για κρισοδικιές και για πλατείες αυτός που μες
στο σπίτι του δεν έχει θησαυρίσει παραρκετό για τη χρονιά του βιος, στην εποχή
του θερισμένο, αυτό που βγάζει η γη από τον κόρφο της – της Δήμητρας το στάρι. Κοίτα
λοιπόν να το μαζέψεις μπόλικο, προτού να συδαυλίσεις έχθρες και κρισοδικιές για
να χεριάσεις το έχει του άλλου. Μα εκεί δεν είναι πια στο χέρι σου να κάμεις
και για δεύτερη φορά το ίδιο. Λοιπόν εμπρός, εδώ τη διαφορά να καθαρίσουμε με
μια από τις δίκαιες εκείνες κρίσεις, π’ όντας βγαλμένες απ’ τον Δία ολόισα, είναι
οι καλλίτερες απ’ όλες. Γιατί και την
κληρονομιά μας πια μοιράσαμε κι άλλα πολλά πήρες δικά σου αρπάζοντας,
δωροδοκώντας άφθονα τους άρχοντας, π’ ό,τι τους πας το καταπίνουν και που είναι
πάντοτε έτοιμοι με τέτοια δικαιοσύνη να δικάσουν. Ανόητοι! – και δεν το
νιώθουνε πόσο περισσότερο απ’ τ’ ολόκληρο αξίζει το μισό, μήτε τι γλύκα
κρύβεται μες στον ασφόδελο και στη μολόχα.
|
Παράσταση σε αγγείο με την Έριδα |
Έτσι είναι, γιατί οι θεοί έχουνε
κρύψει αυτό που θέλει η ζωή του ανθρώπου. Αλλιώτικα θα ταν εύκολο με το να
δουλέψεις μια μονάχα μέρα να χεις για το χρόνο ολόκληρο κι έτσι να ζεις χωρίς
να κάνεις τίποτε. Μια και δυο τότε και θα κρεμούσες πάνω από το παραγώνι σου το
τιμόνι και οι δουλειές των καματερών σου και των υπομονετικών σου μουλαριών θα
παιρναν τέλος. Μα, όπως το πάμε, ο Δίας
το έκρυψε, σαν θόλωσε η ψυχή του από την οργή που τον ξεγέλασεν ο Προμηθέας με
τον δόλιο νου του. Γι αυτό και ο Δίας σχεδίασε για τους ανθρώπους πάθια θλιβερά,
και τη φωτιά τους έκρυψε…»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου