|
Ο ναός της Αλέας Αθηνάς ήταν ο
μεγαλύτερος της Πελοποννήσου μετά τον ναό του Ολυμπίου Διός στην Ολυμπία και
από τα σημαντικότερα ιερά κτίσματα της αρχαιότητας. Βρίσκεται στην Τεγέα στο χωριό Αλέα, 10 χλμ. από την Τρίπολη. Το σημαντικότερο μνημείο του
αρχαιολογικού χώρου της Τεγέας είναι το Ιερό της Αλέας Αθηνάς.
Το Ιερό του ναού της Αλέας
Αθηνάς είναι κτίσμα του α' μισού του 4ου αιώνα π.Χ. Οι ανασκαφές απεκάλυψαν
πως στην ίδια θέση υπήρχε ιερό και λατρεία θεάς από τα μυκηναϊκά χρόνια, αφού
κάτω από τον ναό βρέθηκαν λείψανα ναού των αρχαϊκών χρόνων. Φαίνεται ότι ο
αρχαίος ναός αυτός καταστράφηκε από πυρκαγιά γύρω στο 395 π.Χ.. Η
ανοικοδόμησή του έγινε μάλλον στα χρόνια της βασιλείας του Αλεού, γιος του
βασιλέως της Τεγέας Αφείδαντος 340 π.Χ. περίπου. Tη γλυπτική του διακόσμηση
και αρχιτεκτονική του έκανε ο Παριανός γλύπτης και αρχιτέκτονας Σκόπας, ο
οποίος μάλιστα καινοτόμησε μεταχειριζόμενος συγχρόνως και τους τρεις ρυθμούς
Δωρικό, Κορινθιακό και Ιωνικό για να λαμπρύνει το εσωτερικό και την είσοδο
του ναού. Για την κατασκευή του χρησιμοποίησε ντόπιο μάρμαρο των Δολιανών.
Ο ναός χαρακτηρίζεται σαν
δωρικός περίπτερος (4x14), εξάστυλος. Κατά την αρχαιότητα ήταν μεγαλοπρεπής
και περίλαμπρος, όπως και απαραβίαστο άσυλο. Εκοσμείτο από ελεφάντινο άγαλμα
της θεάς Αθηνάς, το δέρμα του Καλυδώνιου Κάπρου, άγαλμα της Υγείας και πλήθος
άλλων αγαλμάτων. Επίσης στο ναό είχαν αποτεθεί και οι πέδες με τις οποίες οι
αρχαίοι Τεγεάτες είχαν δέσει τους αιχμαλώτους Σπαρτιάτες.Ήταν κτισμένος στο
νοτιοδυτικό άκρο του οχυρωτικού περιβόλου της αρχαίας πόλης. Τα θεμέλια που
σώζονται είναι από αμυγδαλόλιθο, ένα ορυκτό που βγαίνει στην περιοχή.
Ο ναός αποτελείται από
πρόδρομο, σηκό και και οπισθόδομο. Είχε εμπρός και πίσω 6 κίονες και στα
πλαϊνά 14, φτάνοντας σε σύνολο τους 36. Οι διαστάσεις του ήταν 47μ. μήκος,
22μ. πλάτος και 23 ύψος, ενώ η διάμετρος κάθε κίονα 1,24μ.
Ο σηκός στολιζόταν
από 7 ημικίονες σε κάθε πλευρά, που έφεραν κιονόκρανα Κορινθιακού ρυθμού. Ο
σηκός εσωτερικά στολιζόταν με κορινθιακούς ημικίονες και στο βάθος του ήταν
στημένα το ελεφάντινο άγαλμα της Αλέας Αθηνάς (στο κέντρο) και τα μαρμάρινα
αγάλματα του Ασκληπιού και της κόρης του Υγείας.
Στα αετώματα του ναού παριστάνονταν
μυθολογικά θέματα, όπως το κυνήγι του Καλυδωνίου Κάπρου και η μονομαχία του
Τήλεφου με τον Αχιλλέα, ανατολικά και δυτικά αντίστοιχα. Σημαντικά τμήματα
τους εκτίθενται σήμερα στο Μουσείο Τεγέας σε ειδική αίθουσα. Εξαιρετικής
τέχνης κεφαλή κόρης που έχει ευρεθεί στο χώρο του
ιερού, θεωρείται ότι ανήκει στη θεά Υγεία, κόρη του Ασκληπιού, και εκτίθεται
στο Αρχαιολογικό
Μουσείο Αθηνών.
Στο σηκό υπήρχε επίσης βωμός
για αναίμακτες θυσίες, ενώ 40 μέτρα ανατολικά του ναού για αιματηρές. Στο
σηκό ήταν ακόμα τα αφιερώματα των Τεγεατών. Ανάμεσά τους ήταν η χάλκινη φάτνη
των ίππων του Μαρδόνιου, λάφυρο της μάχης των Πλαταιών, το δέρμα του
Καλυδωνίου κάπρου, η ιερή κλίνη της Αθηνάς, εικόνα της Αύγης, το όπλο της
θρυλικής Μάρπησας και οι αλυσίδες που οι Σπαρτιάτες θέλησαν να αιχμαλωτίσουν
τους Τεγεάτες. Η στέγη του ναού είχε μαρμάρινα κεραμίδια και μια υδρορροή που
κατέληγε σε κεφαλές λιονταριών.
Μετά την κατάληψη της περιοχής
από τους Ρωμαίους, το 31 μ.Χ., ο αυτοκράτορας Οκταβιανός για να τιμωρήσει
τους Τεγεάτες για την απήθειά τους διέταξε να μεταφερθεί το άγαλμα της θεάς
από στη Ρώμη, όπως αναφέρει ο Παυσανίας. Πιθανόν ο ναός να σωζόταν ως
τον 4ο αι. μ.Χ., όμως και καταστράφηκε από τους βυζαντινούς αυτοκράτορες
Μεγάλο Θεοδόσιο (379-395) και Θεοδόσιο Μικρό (408-450) και από τις επιδρομές
των βάρβαρων Γότθων. Έτσι κατεστραμμένος παρέμεινε για 16 αιώνες, ώσπου τον
έφερε στο φως ο G.Mendel, το 1901-2.
Οι ανασκαφές στο Ιερό της Αλέας
Αθηνάς άρχισαν στα τέλη του περασμένου αιώνα, πρώτα από το Γερμανικό
Αρχαιολογικό Ινστιτούτο και στη συνέχεια από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή
Αθηνών. Συνεχίσθηκαν με διαλείμματα μέχρι τη δεκαετία του 1930. Έρευνες για
τα αρχιτεκτονικά του μέλη και τα γλυπτά του, έγιναν από τους αρχαιολόγους
Κωστή Ρωμαίο και τον Γάλλο Dugas.
Εκτός από το αρχαίο ναό,
αποκαλύφθηκαν δίπλα - και είναι σήμερα ορατά - λείψανα παλαιοχριστιανικής
βασιλικής. Οι ανασκαφές ξανάρχισαν το 1990 από το Νορβηγικό Αρχαιολογικό
Ινστιτούτο και την Ε' Εφορεία Προϊστορικών - Κλασικών Αρχαιοτήτων.
Δεν έχει γίνει ακόμα προσπάθεια
μερικής αναστήλωσης του ναού. Το αρχαίο ιερό απασχολεί όμως και σήμερα σε
μεγάλο βαθμό τους αρχαιολόγους και ερευνητές.
Ο αρχαιολογικός χώρος είναι
σήμερα επισκέψιμος. O δρόμος που περνά δίπλα από αυτόν καταλήγει στο
(αρχαιολογικό) πάρκο της παλαιάς Επισκοπής Τεγέας και στον ομώνυμο αρχαιολογικό χώρο.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου