Η Λυκόσουρα,
ήταν η ιερότερη και αρχαιότερη πόλη των Αρκάδων. Βρίσκεται 15 χλμ. περίπου
από την Μεγαλόπολη και 50 χλμ. από την
Τρίπολη με συντεταγμένες 37.38987,22.03052 15.
Ιδρύθηκε από το μυθικό
βασιλιά Λυκάωνα, γιό του Πελασγού. Σύμφωνα με τις παραδόσεις η πόλη
εθεωρείτο σαν η αρχαιότερη στην ηπειρωτική γη και τα νησιά. Την πόλη επισκέφτηκε
ο ο Παυσανίας, και μάλιστα έγραψε ότι είναι η πρώτη πόλη που είδε ο ήλιος:
"πόλεων
δε, οπόσας επί τη ηπείρω έδειξε γη και εν νήσοις, Λυκόσουρα εστί πρεσβυτάτη,
και ταύτην είδεν ο ήλιος πρώτην. Από ταύτης δε οι λοιποί ποιείσθαι πόλεις μεμαθήκασιν
άνθρωποι".
Δηλαδή,
"Από όλες τις πόλεις που εμφάνισε η γη στην ήπειρο και στα νησιά, η
Λυκόσουρα είναι η αρχαιότερη, και αυτή είδε πρώτη ο ήλιος, από αυτή δε εδώ
έχουν μάθει οι άλλοι άνθρωποι να φτιάχνουν πόλεις." (Παυσ. Η΄ 38.Ι)
Η αρχαία πόλη
ήταν χτισμένη σε λόφο κοντά στο σημερινό χωριό Λυκόσουρα. Σήμερα
σώζονται ελάχιστα λείψανα του τείχους της ακρόπολης του 4ου-5ου αιώνα π.Χ. Στην
πόλη υπήρχαν ιερό της Δέσποινας, το άλσος της Δέσποινας, Λουτρά, βωμός,
ιερό του Πάνα με αγάλματα του Πάνα, του Απόλλωνα, της Αθηνάς και της Αφροδίτης,
καθώς και ιδιαίτερο ιερό της Αθηνάς.
Το ιερό της
Δέσποινας στη Λυκόσουρα ήταν ένα σύμπλεγμα βωμών και ναών αφιερωμένων σε
διάφορες θεότητες. Όμως κορυφαία ήταν ο ναός και το μέγαρο της Δέσποινας. Εκεί
γίνονταν από πολύ παλιά απόκρυφη οργιαστική γιορτή, με αναπαράσταση της
γέννησης του Δία, όπου λάμβαναν μέρος έφηβοι υποδυόμενοι τους Κουρήτες και
Κορύβαντες, που χόρευαν με ενθουσιασμό κραδαίνοντας όπλα και βγάζοντας άναρθρες
κραυγές.
Τα σωζόμενα
ερείπια είναι του 2ου αι. π.Χ. Στο ναό της Δέσποινας υπήρχε το βάθρο του
περίφημου "συντάγματος"του Μεσσήνιου γλύπτη Δαμοφώντα (σύμπλεγμα των
κολοσσιαίων αγαλμάτων της Αθηνάς, της Δήμητρας, της Αρτέμιδας και του τιτάνα
Ανύτου) του 2ου π.Χ. αι. Το μέγαρο της Δέσποινας, ένα ναόμορφο
οικοδόμημα-βωμός, ήταν ένας ιερός χώρος όπου γίνονταν τελετουργίες και
μυστηριακές θυσίες. ΝΔ. του μεγάρου υπάρχει κρηνικό κτίσμα από μεγάλες
ορθογωνισμένες πέτρες.
Μέσα στον
αρχαιολογικό χώρο βρίσκεται το Αρχαιολογικό Μουσείο Λυκόσουρας. Οι ανασκαφές έγιναν το 1903 από την Αρχαιολογική Εταιρεία.
Η Δέσποινα ήταν
από τις αρχέγονες χθόνιες θεότητες, προς τιμήν της οποίας γίνονταν μστηριακές
λατρευτικές τελετές, τις οποίες καθώς και το όνομά της γνώριζαν μόνο οι
μυημένοι σε αυτές. "Δέσποινα" δεν ήταν το κύριο όνομα της θεάς αλλά
επίθετο με το οποίο την προσαγόρευαν. Η Δέσποινα ήταν κόρη του Ποσειδώνα και της Δήμητρας:
"
ταύτην μάλιστα θεών σέβουσιν οι Αρκάδες την Δέσποιναν, θυγατέρα δε αυτήν
Ποσειδώνος φασίν είναι και Δήμητρος. Επίκλησις ες τους πολλούς εστιν αυτή
Δέσποινα, καθάπερ και την εκ Διός Κόρην επονομάζουσιν, ιδία δε εστίν όνομα
Περσεφόνη, καθά Όμηρος και έτι πρότερον Πάμφως εποίησαν. Της δε Δεσποίνης το
όνομα έδεισα ες τους ατελέστους γραφείν."
Δηλαδή,
"Οι Αρκάδες σέβονται και τιμούν αυτή τη Δέσποινα περισσότερο από τους
άλλους θεούς, γιατί τη θεωρούν θυγατέρα του Ποσειδώνα και της Δήμητρας. Οι
περισσότεροι ονομάζουν αυτή τη θεά Δέσποινα όπως και αυτή που γεννήθηκε από το
Δία (και τη Δήμητρα) ονομάζουν Κόρη, όμως το όνομά της είναι Περσεφόνη, όπως
έγραψαν ο Όμηρος και ακόμη παλιότερα ο Πάμφως στα ποιήματά τους. Το όνομα της
Δέσποινας φοβήθηκα να το γνωστοποιήσω στους αμύητους."
Η
Δέσποινα γεννήθηκε στο Λύκαιο όρος όταν η Προολύμπια Δήμητρα πέρασε από
εκεί ψάχνοντας την κόρης της Περσεφόνη. Κατά τη διάρκεια της αναζήτησης της
θεάς την είδε ο Προολύμπιος Ποσειδώνας και την ερωτεύτηκε. Η Δήμητρα για να
αποφύγει τον Ποσειδώνα ο οποίος προκαλούσε πάντοτε φασαρίες και ανακατωσούρες,
μεταμορφώθηκε σε φοράδα, ο Ποσειδώνας καταλαβαίνοντας το τέχνασμα της,
μεταμορφώθηκε σε άλογο. Από την ένωση των δυο θεών κοντά στο πόταμο Λάδωνα,
γεννήθηκε μια κόρη που το όνομα της θεωρούνταν μυστικό.
Η Δέσποινα ήταν άρρηκτα δεμένη με την Αρκαδική λατρεία. Κατείχε ξεχωριστή
θέση μεταξύ των αρκάδων θεών και για το λόγο αυτό και υπήρχε συνέχεια από τη
μια εποχή στην άλλη. Αυτό διαφαίνεται ανάγλυφα τόσο στα διάφορα ευρήματα που
αντιπροσωπεύουν διαφορετικές εποχές, όσο και στο τεραστίου μεγέθους σύμπλεγμα
του Δαμοφώντα, όπου συνδέεται η σύγχρονη τέχνη του με την αρκαδική παράδοση.
Οι λάτρεις μπαίνοντας
στο ιερό της Δέσποινας, αφήναν όλα τα πολύτιμα κοσμήματα που
φορούσαν, έξω από το ιερό εκτός και αν ήθελαν να τα αφιερώσουν στην θεά.
Έμπαιναν δε στον ιερό ναό ξυπόλυτοι με τα μαλλιά λυμένα. Ο κανονισμός αυτός δεν
θα ήταν τυχαίος, αλλά μάλλον υπηρετούσε πρωτόγονες δοξασίες.
Ο
λάτρης ξυπόλητος ερχόταν σε άμεση επαφή με τη γη
αντλώντας δύναμη από τη δύναμη της και από τις αναγεννητικές ιδιότητες της
αφενός και αφετέρου μέσω των ποδιών του έδιωχνε στη γη τις διαφορές
αρρώστιες και μιάσματα.
Τα δε
μαλλιά όπως και στις περισσότερες λατρείες, έπρεπε να είναι λυτά γιατί η ύπαρξη
κόμπου σήμαινε εμπόδιο. Σήμαινε συνεπώς όχι ομαλή διεξαγωγή της ιεροτελεστίας.
Ξέμεινε
η συνήθεια αυτή σχεδόν μέχρι και τις μέρες μας στα έθιμα του θανάτου.
Έτσι όταν έβαζαν τον νεκρό στο σάβανο και αφού τον τύλιγαν καλά , πρόσεχαν να
μην κάνουν κόμπο η δέσιμο πουθενά διότι λέει ότι νεκρός δένεται και
δεν λιώνει.
Σε
μικρή απόσταση από το ιερό βρίσκονταν το ονομαζόμενων μέγαρον. Ο μεγάλος βωμός που καίγονταν τα σφάγια και τελούνταν τα μυστήρια. Τα μυστικά της
λατρείας της διαφυλάχτηκαν πολύ καλά.
Ξέρουμε μόνο πως οποιοδήποτε ζώο οικόσιτο η άγριο μπορούσε να θυσιαστεί προς τιμήν της
και ότι δεν θανατώνονταν με σφαγή όπως στις θυσίες άλλων θεών, αλλά
κομματιάζονταν από τους κομιστές σε μια μορφή παραληρήματος.
Κατά
τη διάρκεια της θυσίας δεν απέκοπταν το λαιμό του θύματος αλλά
έκοβαν ο καθένας ένα μέλος του θύματος οποίο τύχει. Εδώ δεν ξέρω αν
ο Παυσανίας εννοεί διονυσιακού τύπου τεμαχισμό και ωμοφαγία αλλά κατι τέτοιο με
τον τρόπο που περιγράφεται είναι πολύ πιθανό.
Φαίνεται
ότι στα πολύ παλιά χρόνια, τα προϊστορικά, γίνονταν εκεί ανθρωποθυσίες έπειτα
από μυστηριακές και οργιαστικές τελετές, κατά τις οποίες τα θύματα
διαμελίζονταν.
Αργότερα
τα ανθρωπινά θύματα , αντικατέστησαν τα ζώα και οι μυστηριακές τελετές γίνονταν
από άτομα με προσωπεία ζώων. Με την πάροδο του χρόνου και η θυσία των ζώων
αντικαταστάθηκε με την πρόσφορα στην θεά από τους πιστούς ζωόμορφων ειδωλίων,
από τα οποία σώζονται μερικά. Εκτός από τα ειδώλια, αργότερα προσέφεραν και καρπούς.
Το
ότι τα πολύ παλιά χρόνια συνηθίζονταν ανθρωποθυσίες , ενισχύεται και από το ότι
και στο Λύκαιο όρος επικρατούσε η συνηθεία των ανθρωποθυσιών για να τιμήσουν
τον Λύκαιο Δία.
Ψηλότερα
από το μεγάρων ήταν το ιερό άλσος της Δέσποινας γύρω από το οποίο υπήρχε λίθινο
τοίχος και μέσα σε αυτό μια ελιά και μια βελανίδια φυτρωμένες από κοινή ρίζα
που όπως λέει και ο Παυσανίας δεν οφείλεται στην σοφία, τέχνη η παρέμβαση
κάποιου γεωργού αλλά ήταν εξαιρετικό και σπουδαίο φαινόμενο.
Στη
νότια πλευρά του ναού είχαν κατασκευαστεί κατά τρόπο αμφιθεατρικό σε όλο
το μήκος της πλευράς αυτής βαθμίδες για να ανεβαίνουν ίσως στην πιο πάνω
κορυφή η για να κάθονται στις τελετές για θέα.
Κοντά
είναι και η ιερή κρήνη οπού βρέθηκαν δεξαμενή και σωλήνες υδραγωγείου.
Αρχαιολογικό Μουσείο Λυκόσουρας |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου